Για δώδεκα ολόκληρους μήνες πρέπει να ακολουθήσετε ένα πρόγραμμα συντήρησης, συνιστούν αν θέλετε να χάσετε τα περιττά κιλά,σύμφωνα με επιστήμονες από τη Δανία.
Σε μελέτη που πραγματοποίησαν ανακάλυψαν ότι τόσο καιρό χρειάζεται ο οργανισμός για να τροποποιήσει κατάλληλα το χημικό προφίλ του και να «μάθει» να αποδέχεται ως φυσιολογικό το νέο βάρος.
«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η δίαιτα δεν τελειώνει με το βάρος-στόχο αλλά πρέπει να συνεχιστεί έως ότου αποδεχθεί ο οργανισμός την απώλεια βάρους και αποτραπεί ο κίνδυνος να προσπαθήσει να την αντιστρέψει, όπως φυσιολογικά γίνεται έπειτα από μία περίοδο έλλειψης θερμίδων», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Σίνιε Σόρενσεν Τορέκοφ, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Βιοϊατρικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης.
Όπως εξηγούν η δρ Τορέκοφ και οι συνεργάτες της στην «Ευρωπαϊκή Επιθεώρηση Ενδοκρινολογίας» (EJE), στη μελέτη τους συμμετείχαν 20 υγιείς αλλά παχύσαρκοι εθελοντές οι οποίοι ακολούθησαν επί οκτώ εβδομάδες ένα πρόγραμμα αδυνατίσματος χαμηλών θερμίδων, με αποτέλεσμα να χάσουν το 13% του αρχικού σωματικού βάρους τους.
Στη συνέχεια μπήκαν σε ένα πρόγραμμα συντήρησης διαρκείας 52 εβδομάδων, που συμπεριλάμβανε συχνές επισκέψεις στον διαιτολόγο τους για να λαμβάνουν συμβουλές για τη διατροφή και τον τρόπο ζωής τους.
Σε περίπτωση που μεταξύ δύο επισκέψεων έπαιρναν λίγο βάρος, έπρεπε να αντικαθιστούν έως δύο γεύματα την ημέρα με ένα προϊόν αδυνατίσματος σε σκόνη για να το ξαναχάσουν.
Πριν από την αρχική απώλεια βάρους, αμέσως μετά το τέλος της περιόδου αδυνατίσματος και στο τέλος της περιόδου συντήρησης οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε αναλύσεις αίματος δύο φορές: όταν ήσαν νηστικοί και μετά την κατανάλωση φαγητού.
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, όσοι στ’ αλήθεια κατάφεραν να διατηρήσουν την απώλεια βάρους για ένα έτος, είχαν δραματικές αλλαγές στα επίπεδα των χημικών ουσιών που ρυθμίζουν την όρεξη.
Στην πραγματικότητα, ήταν σημαντικά αυξημένα τα επίπεδα δύο ορμονών οι οποίες καταστέλλουν την όρεξη (της GLP-1 και της PYY) και εντός των φυσιολογικών ορίων εκείνα μιας άλλης (γκρελίνη) που ανοίγει την όρεξη.
Οι αλλαγές αυτές σημαίνουν ότι μετά τους 12 μήνες της συντήρησης είχε ενταθεί το αίσθημα κορεσμού της πείνας τους και είχε επανέλθει στο φυσιολογικό το αίσθημα της πείνας.
Είναι καλά τεκμηριωμένο ότι το αίσθημα της πείνας είναι ιδιαίτερα αυξημένο σε πολλούς παχύσαρκους ανθρώπους και γι’ αυτό θέλουν συνέχεια να τρώνε, ενώ αντιθέτως τα επίπεδα της GLP-1 είναι μειωμένα και έτσι υπολειτουργεί αυτό το «φρένο» της όρεξης.
Τα νέα ευρήματα υποδηλώνουν ότι με επιμονή και υπομονή η κατάσταση αυτή μπορεί να αντιστραφεί, και ο οργανισμός να μάθει να παράγει σε υγιή επίπεδα τις ορμόνες που ρυθμίζουν την όρεξη, λένε οι ερευνητές.
tanea.gr
seleo.gr-Ygeia