Το ίδιο χρονικό ορόσημο έχει δοθεί για την έκδοση της πρώτης προκήρυξης του έτους για 700 θέσεις ιατρικού προσωπικού εντός ΕΣΥ. Επίσης, έχει τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο το νέο μισθολόγιο των γιατρών, σύμφωνα με το οποίο αυξήθηκαν οι αποδοχές τους κατά 4% έως 5%, δηλαδή κατά 60 έως 155 ευρώ τον μήνα, ενώ τα επιδόματα νοσοκομειακής απασχόλησης και θέσης ευθύνης κατά 150 έως και 165 ευρώ μηνιαίως. Οι αυξήσεις σε μισθούς και επιδόματα θα δοθούν αναδρομικά από τον περασμένο Ιούνιο.
Τα στοιχεία για τις ελλείψεις στο ΕΣΥ αλλά και τη χαμηλή στάθμη της εγχώριας δεξαμενής των γιατρών είναι δραματικά. Η ηγεσία του υπουργείου Υγείας επιχειρεί με στοχευμένες νομοθετικές παρεμβάσεις άμεσης αλλά και μακροχρόνιας δράσης να μειώσει τις ροές των Ελλήνων γιατρών προς άλλες χώρες.
Ενδεικτικά, το περασμένο έτος περίπου 300 γιατροί -αριθμός που αντιστοιχεί στους αποφοίτους μόνο από την Ιατρική Σχολή Αθηνών- έφυγαν αναζητώντας νοσοκομεία της αλλοδαπής για να λάβουν ειδικότητα. Κατά την προηγούμενη 10ετία ο αριθμός τους κάποια έτη είχε φτάσει και τους πεντακόσιους. Αλλοι 500 ειδικευμένοι γιατροί έφυγαν πέρυσι μόνο από τον Ιατρικό Σύλλογο της Αθήνας, με τον αριθμό τους να έχει αγγίξει και τους 1.000 σε προηγούμενα έτη.
Φεύγουν πολύ πριν από τη συνταξιοδότηση
Κύμα φυγής των γιατρών καταγράφεται σταθερά και στο ΕΣΥ. Tο γηρασμένο και εξουθενωμένο, λόγω και της πανδημίας, ιατρικό προσωπικό επιλέγει την αποχώρηση από το ΕΣΥ πολύ πριν από τη συνταξιοδότηση. Οι συνταξιοδοτήσεις είναι εκατοντάδες ετησίως, αλλά λιγότερες πλέον από τις αποχωρήσεις των γιατρών, οι οποίοι επιλέγουν να φύγουν για να εργαστούν υπό άλλες, καλύτερες συνθήκες στον ιδιωτικό τομέα υγείας στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας, το 2022 αποχώρησαν λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας (67 έτη) 346 γιατροί και παραιτήθηκαν 511 για διαφόρους λόγους, δηλαδή συνολικά έφυγαν 857 γιατροί. Το ιατρικό δυναμικό των 19.900, μόνιμων και επικουρικών, γιατρών μειώθηκε κατά 4% σε ένα μόνο έτος.
Η φυγή των νέων γιατρών άρχισε να καταγράφεται την περίοδο της κρίσης. Το εξαντλητικό ωράριο εργασίας-εφημέρευσης και οι χαμηλές αποδοχές διατήρησαν σε υψηλό επίπεδο το κύμα φυγής τους από το 2010 μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών (ΙΣΑ) Γιώργο Πατούλη, από τον οποίο εκδίδονται τα περισσότερα πιστοποιητικά για τους γιατρούς που αναζητούν εκπαίδευση ή εργασία εκτός χώρας, «την τελευταία δεκαετία έχουν φύγει πάνω από 20.000 γιατροί, για την εκπαίδευση των οποίων επιβαρύνθηκε η πολιτεία και οι οικογένειές τους, με κόστος που ξεπερνά, κατά μέσο όρο, για τον καθένα τα 350.000 ευρώ. Εκτός από την υγειονομική αποδυνάμωση, πρέπει να τονιστεί η οικονομική παράμετρος: η χώρα έχει επενδύσει πάνω από 7 δισ. ευρώ γι’ αυτό το επιστημονικό δυναμικό που τώρα αξιοποιείται από άλλα συστήματα υγείας».
Η αναμόρφωση του ειδικού μισθολογίου των γιατρών του ΕΣΥ (είχε εξαγγελθεί από τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ τον περασμένο Σεπτέμβριο) εντάσσεται στη δέσμη μέτρων που στοχεύουν στη στήριξη του κλάδου και του συστήματος υγείας. Ετσι, τα ποσά των βασικών μισθών όλων των γιατρών ΕΣΥ αυξάνονται με αναδρομική ισχύ από τον Ιούνιο του 2022 κατά 4% έως 5%, δηλαδή κατά 60 έως 155 ευρώ τον μήνα, ενώ τα επιδόματα νοσοκομειακής απασχόλησης και θέσης ευθύνης αυξάνονται συνολικά κατά 150 έως και 165 ευρώ μηνιαίως. Δόθηκαν επίσης ειδικά μηνιαία επιδόματα σε ορισμένες ειδικότητες: 400 ευρώ σε αναισθησιολόγους, 250 έως 400 ευρώ σε γιατρούς των ΤΕΠ και 250 ευρώ σε όλους τους γιατρούς του ΕΚΑΒ.
Επιπλέον, και με στόχο την περαιτέρω οικονομική ενίσχυση των γιατρών ΕΣΥ, τους δόθηκε η δυνατότητα για ιδιωτικό έργο εκτός νοσοκομείων, η οποία θα υλοποιηθεί μετά τον Απρίλιο. Βασική προϋπόθεση, ωστόσο, αν και κατά πολλούς ανέφικτη, είναι ο γιατρός να τηρεί τις υποχρεώσεις του στο νοσοκομείο κατά την τακτική λειτουργία, τις εφημερίες, αλλά και την ολοήμερη λειτουργία, δηλαδή τα απογευματινά ιατρεία ή τα απογευματινά χειρουργεία (όταν αυτά τεθούν σε λειτουργία).
Κενές 5.000 οργανικές θέσεις
Εν τω μεταξύ, ο πρόσφατος νόμος αλλάζει και τον χάρτη των αναγκών, δημιουργώντας ένα πιο ορθολογικό πλαίσιο αξιολόγησης των αναγκών του πληθυσμού κάθε περιοχής. Οι εκπρόσωποι των νοσοκομειακών γιατρών (ΟΕΝΓΕ) υπολογίζουν τις κενές οργανικές θέσεις σε 5.000. Κάθε υποψήφιος θα μπορεί να υποβάλει μία αίτηση ανά προκήρυξη, δηλώνοντας έως 3 θέσεις στα νοσοκομεία της χώρας και προσδιορίζοντας τη σειρά της προτίμησής του.
Στη συνέχεια τα συμβούλια κρίσεων σε κάθε ΥΠΕ θα ελέγχουν τα δικαιολογητικά και τη μοριοδότηση των γιατρών. Οι υποψήφιοι θα περνούν από διαδικασία συνέντευξης για κάθε θέση για την οποία έχουν υποβάλει αίτηση από ειδικό συμβούλιο του νοσοκομείου. Δημιουργείται πλατφόρμα και για τους ειδικευόμενους γιατρούς, οι τοποθετήσεις των οποίων θα γίνονται επίσης από τα νοσοκομεία.
Μια ακόμη αλλαγή με την οποία επιδιώκεται η συγκράτηση του κύματος των αποφοίτων προς το εξωτερικό είναι η αναβάθμιση της ιατρικής εκπαίδευσης (απόκτηση ειδικότητας). Στο πλαίσιο αυτό, δημιουργείται ενιαία ηλεκτρονική πλατφόρμα για τους ειδικευόμενους γιατρούς, οι θέσεις ειδικότητας θα καθορίζονται με βάση τις ανάγκες κάθε νοσοκομείου και η εκπαίδευση θα γίνεται κυκλικά σε περισσότερα από ένα νοσοκομεία. Η υπό έκδοση υπουργική απόφαση καταρτίζει ομάδες νοσοκομείων, με κεντρικό άξονα ένα νοσοκομείο αναφοράς, οι οποίες θα δίνουν πλήρη ειδικότητα. Οι γιατροί θα επιλέγονται έπειτα από αίτησή τους προς το νοσοκομείο αναφοράς και κατόπιν αξιολόγησης.
.
Πηγή: Protothema.gr