Η αναβολή του Δικαστηρίου έγινε λόγω της απουσίας δύο Αλβανών, βασικών κατηγορουμένων.
Στο κύκλωμα φέρεται να εμπλέκονται πέντε εν ενεργεία τότε αστυνομικοί, εκ των οποίων 3 συνοριακοί φύλακες, 2 αστυφύλακες, ένας αξιωματικός της Αστυνομίας εν αποστρατεία, μια γυναίκα τελωνιακός και πολίτες από την Ελλάδα και την Αλβανία.
Η παράνομη δράση ,αποκαλύφθηκε ύστερα από την αξιοποίηση πληροφοριών που είχαν φτάσει στην Ασφάλεια Ιωαννίνων, ότι λειτουργεί κύκλωμα που μεταφέρει παράνομους μετανάστες στην Ελλάδα από την Αλβανία και αντίστροφα. Δηλαδή, ότι επιπλέον διακινεί Κούρδους και Αφγανούς από την χώρα μας προς την Αλβανία.
Η πολύμηνη έρευνα, αποκάλυψε και άλλες παράνομες δραστηριότητες του κυκλώματος, όπως κλοπές και προώθηση στην Αλβανία κλεμμένων αυτοκινήτων από την Ελλάδα, μέσω του μεθοριακύ σταθμού της Κακκαβιάς.
Με μία οργανωμένη επιχείρηση της Αστυνομίας τότε, έγιναν συλλήψεις και σχηματίστηκε δικογραφία για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης.
Ο φερόμενος ως εγκέφαλος, ένας Αλβανός διέφυγε της σύλληψης.
Από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ιωαννίνων, ασκήθηκε ποινική δίωξη για συγκρότηση εγκληματικής ομάδας με δομημένη και διαρκή δράση.
Επίσης δεσμεύθηκαν τότε, τραπεζικές καταθέσεις ύψους 656.000 ευρώ, ποσά που βρέθηκαν σε λογαριασμούς κατηγορουμένων,
ενώ κατασχέθηκαν χρηματικά ποσά σε μετρητά και επιταγές, βιβλιάρια καταθέσεων, κινητά τηλέφωνα, αυτοκίνητα και άλλα πειστήρια σχετικά με την υπόθεση.
Οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί έχουν αποταχθεί από το Σώμα με απόφαση του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού ενώ ένας εξ αυτών έχει συνταξιοδοτηθεί.
Πώς λειτουργούσε το κύκλωμα
Στην εγκληματική οργάνωση, ο καθένας είχε το δικό του ρόλο.
Τα στελέχη που δρούσαν στην Αλβανία, εντόπιζαν όσους ήθελαν να έρθουν παράνομα στην Ελλάδα και τους οδηγούσαν μέχρι τα σύνορα.
Στην μεθόριο, με αμοιβή 2.000 ευρώ ,συγκεκριμένες ημέρες και ώρες, τους έβαζαν σε πολυτελή τζιπ.
Στην συνέχεια, η διαδρομή μέχρι τα Ιωάννινα ήταν «σίγουρη» γιατί αυτό εξασφάλιζαν οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση συνοριοφύλακες.
Από τα στοιχεία της δικογραφίας προέκυψε ότι η εγκληματική ομάδα δραστηριοποιείτο από δεκαετίας στο νομό Ιωαννίνων, είχε διεθνείς διασυνδέσεις, δρούσε μεθοδικά και οργανωμένα χρησιμοποιώντας κλεμμένα Ι.Χ. μεγάλου κυβισμού, είτε νοικιασμένα με πλαστά έγγραφα από γραφεία των Αθηνών, είτε μεταχειρισμένα επίσης μεγάλου κυβισμού, τα οποία τους προμήθευαν συνεργοί τους οι οποίοι τα αγόραζαν από το εξωτερικό, κυρίως στην Ιταλία και τη Γερμανία σε πολύ χαμηλές τιμές, επιλέγοντας κυρίως αυτά που – λόγω παλαιότητας – είχαν αποσυρθεί της κυκλοφορίας, ούτως ώστε να μην προκύπτει καθεστώς ιδιοκτησίας.
Προκειμένου δε να αποφεύγουν το ενδεχόμενο της επισήμανσης και εντοπισμού τους, άλλαζαν τακτικά πινακίδες κυκλοφορίας, τοποθετώντας σε αυτά είτε κλεμμένες που αφορούσαν άλλα οχήματα της περιοχής, είτε πινακίδες του εμπορίου.
Στο κύκλωμα φέρεται να εμπλέκονται πέντε εν ενεργεία τότε αστυνομικοί, εκ των οποίων 3 συνοριακοί φύλακες, 2 αστυφύλακες, ένας αξιωματικός της Αστυνομίας εν αποστρατεία, μια γυναίκα τελωνιακός και πολίτες από την Ελλάδα και την Αλβανία.
Η παράνομη δράση ,αποκαλύφθηκε ύστερα από την αξιοποίηση πληροφοριών που είχαν φτάσει στην Ασφάλεια Ιωαννίνων, ότι λειτουργεί κύκλωμα που μεταφέρει παράνομους μετανάστες στην Ελλάδα από την Αλβανία και αντίστροφα. Δηλαδή, ότι επιπλέον διακινεί Κούρδους και Αφγανούς από την χώρα μας προς την Αλβανία.
Η πολύμηνη έρευνα, αποκάλυψε και άλλες παράνομες δραστηριότητες του κυκλώματος, όπως κλοπές και προώθηση στην Αλβανία κλεμμένων αυτοκινήτων από την Ελλάδα, μέσω του μεθοριακύ σταθμού της Κακκαβιάς.
Με μία οργανωμένη επιχείρηση της Αστυνομίας τότε, έγιναν συλλήψεις και σχηματίστηκε δικογραφία για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης.
Ο φερόμενος ως εγκέφαλος, ένας Αλβανός διέφυγε της σύλληψης.
Από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ιωαννίνων, ασκήθηκε ποινική δίωξη για συγκρότηση εγκληματικής ομάδας με δομημένη και διαρκή δράση.
Επίσης δεσμεύθηκαν τότε, τραπεζικές καταθέσεις ύψους 656.000 ευρώ, ποσά που βρέθηκαν σε λογαριασμούς κατηγορουμένων,
ενώ κατασχέθηκαν χρηματικά ποσά σε μετρητά και επιταγές, βιβλιάρια καταθέσεων, κινητά τηλέφωνα, αυτοκίνητα και άλλα πειστήρια σχετικά με την υπόθεση.
Οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί έχουν αποταχθεί από το Σώμα με απόφαση του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού ενώ ένας εξ αυτών έχει συνταξιοδοτηθεί.
Πώς λειτουργούσε το κύκλωμα
Στην εγκληματική οργάνωση, ο καθένας είχε το δικό του ρόλο.
Τα στελέχη που δρούσαν στην Αλβανία, εντόπιζαν όσους ήθελαν να έρθουν παράνομα στην Ελλάδα και τους οδηγούσαν μέχρι τα σύνορα.
Στην μεθόριο, με αμοιβή 2.000 ευρώ ,συγκεκριμένες ημέρες και ώρες, τους έβαζαν σε πολυτελή τζιπ.
Στην συνέχεια, η διαδρομή μέχρι τα Ιωάννινα ήταν «σίγουρη» γιατί αυτό εξασφάλιζαν οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση συνοριοφύλακες.
Από τα στοιχεία της δικογραφίας προέκυψε ότι η εγκληματική ομάδα δραστηριοποιείτο από δεκαετίας στο νομό Ιωαννίνων, είχε διεθνείς διασυνδέσεις, δρούσε μεθοδικά και οργανωμένα χρησιμοποιώντας κλεμμένα Ι.Χ. μεγάλου κυβισμού, είτε νοικιασμένα με πλαστά έγγραφα από γραφεία των Αθηνών, είτε μεταχειρισμένα επίσης μεγάλου κυβισμού, τα οποία τους προμήθευαν συνεργοί τους οι οποίοι τα αγόραζαν από το εξωτερικό, κυρίως στην Ιταλία και τη Γερμανία σε πολύ χαμηλές τιμές, επιλέγοντας κυρίως αυτά που – λόγω παλαιότητας – είχαν αποσυρθεί της κυκλοφορίας, ούτως ώστε να μην προκύπτει καθεστώς ιδιοκτησίας.
Προκειμένου δε να αποφεύγουν το ενδεχόμενο της επισήμανσης και εντοπισμού τους, άλλαζαν τακτικά πινακίδες κυκλοφορίας, τοποθετώντας σε αυτά είτε κλεμμένες που αφορούσαν άλλα οχήματα της περιοχής, είτε πινακίδες του εμπορίου.
Tags: Αλβανία, αλβανοι, Αλβανός, αστυνομικοί, Γερμανία, Γυναίκα, δικαστικο ρεπορταζ, δουλεμποροι, εγκληματικοτητα-βια, Ελλάδα, ευρώ, ΚΙΝΗΤΑ, σύλληψη