Τα έργα και τις ημέρες ενός διεστραμμένου ανθρώπου έκλεισαν μέσα σε δύο σελίδες οι αστυνομικοί με βάση όσα ακριβώς περιέγραψε ο «δράκος του Αμαρουσίου» στην κατάθεση που έδωσε στις Αρχές.
Ανέκφραστος και κυνικός απέναντι στους διώκτες του, χωρίς να κρύψει τίποτα και αποδίδοντάς τα όλα στο αλκοόλ, στη ζήλια και τον έρωτα, ο 30χρονος υπαγόρευε αργά και σταθερά το χρονικό της αρρωστημένης δράσης του λες και μιλούσε για κάποιον άλλο! «Δεν είμαι άτομο που κάνει τέτοια πράγματα και απορώ με τον εαυτό μου», έτσι ξεκίνησε την απολογία του αφού διευκρίνισε ότι αποδέχεται όλες τις σε βάρος του κατηγορίες.
Για το πώς ξεκίνησε τις επιθέσεις ένα πρωινό του περασμένου Απριλίου ο ίδιος δεν έδωσε εξήγηση. Απλώς είπε ότι κάνοντας βόλτα είδε μια κοπέλα και της όρμησε. «Δεν ξέρω πώς, αλλά για κάποιον λόγο την πλησίασα και όταν πήγε να ανέβει τη σκάλα, της έκλεισα με το ένα χέρι το στόμα και με το άλλο τη χούφτωνα σε διάφορα σημεία», παραδέχτηκε. Την ίδια ώρα συγκλονίζουν οι καταθέσεις των θυμάτων. Εξι γυναίκες που πήγαιναν στη δουλειά τους έπεσαν στα νύχια του ζώντας έναν πραγματικό εφιάλτη. «Ξαφνικά νιώθω από πίσω μου ένα χέρι να μου κλείνει το στόμα και κάποιον να με τραβάει προς το μέρος του. Με το χέρι που μου κράταγε το στόμα μού έκλεισε τους αεραγωγούς σε βαθμό να ματώσω, καθώς γδάρθηκαν τα χείλη και η μύτη μου, ενώ ταυτόχρονα με το άλλο χέρι με θώπευε στα γεννητικά όργανα πάνω από τα ρούχα», περιέγραψε στην κατάθεσή του το τρίτο θύμα του 30χρονου, μια 29χρονη υπαξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας.
«Φταίει η Τζωρτζέτα, η Ρουμάνα»
Οπως εκμυστηρεύτηκε στους δικούς του ανθρώπους ο 30χρονος, όλα αυτά που έζησε και έκανε τον τελευταίο μήνα έμοιαζαν να είναι βγαλμένα από κινηματογραφική ταινία. Η απολογία του ξεκίνησε με κάποια πράγματα που τους είπε για τον εαυτό του: «Εργάζομαι καθημερινά εδώ και επτά χρόνια σε περίπτερο κατά τις απογευματινές ώρες και το εισόδημα αυτό είναι δικό μου καθόσον διαμένω με τους δικούς μου. Μπορώ να σας εξηγήσω από πού πηγάζει η συμπεριφορά μου. Στο πρόσφατο παρελθόν διατηρούσα σχέση με μια κοπέλα που λέγεται Τζωρτζέτα και κατάγεται από τη Ρουμανία. Αυτή τη γνώρισα πριν από δύο έτη στο κατάστημα “X-Bar” που βρίσκεται στη λεωφόρο Συγγρού, το οποίο λειτουργεί και ως στούντιο και η εν λόγω εξυπηρετούσε τις ερωτικές επιθυμίες των πελατών της. Ετσι τη γνώρισα κι εγώ. Από τότε δημιουργήσαμε σχέση και άρχισα να νιώθω έντονα συναισθήματα γι’ αυτή. Γι’ αυτόν τον λόγο της είχα ζητήσει να σταματήσει αυτή τη δουλειά. Αυτή, όμως, ενώ μου υποσχόταν ότι θα φύγει από τη δουλειά, συνέχιζε να εργάζεται εκεί. Εμένα δεν μου άρεσε καθόλου αυτή η κατάσταση, με αποτέλεσμα να μου ζητήσει να χωρίσουμε γιατί δεν της έβγαιναν τα ίδια αισθήματα. Αυτό ξεκίνησε εδώ και περίπου δύο μήνες, με αποτέλεσμα μια να διακόπτουμε τον δεσμό μας και μια να τα ξαναβρίσκουμε. Οταν τα βρίσκαμε, αυτή ήταν αρνητική στο να κάνουμε σeξ, ενώ παράλληλα ήξερα ότι αυτή πήγαινε με άλλους άνδρες. Εγώ της ζήτησα ευγενικά να είμαστε μαζί, αλλά αυτή ήταν τελείως αρνητική και επιθετική. Αυτό μου δημιούργησε μέσα μου θυμό και με εξόργισε, μέχρι που τελικά χωρίσαμε οριστικά και αυτή έφυγε για τη Ρουμανία».
Εμμονή με την επιμήκυνση
Βέβαια οι αστυνομικοί της Ασφάλειας που χειρίζονται την υπόθεση λένε ότι ο συγκεκριμένος είχε μια εμμονή με το σeξ και την ανατομία των γεννητικών οργάνων, καθώς το κινητό του τηλέφωνο ήταν γεμάτο με φωτογραφίες και πληροφορίες για τις μεθόδους και τις επεμβάσεις για επιμήκυνση πέους. Ισως, λένε, εκεί να κρύβεται και το μυστικό που οδήγησε στην απόρριψη και τη διάλυση της σχέσης του με τη Ρουμάνα σύντροφό του. Ο 30χρονος στις επόμενες γραμμές αρχίζει να περιγράφει μία προς μία τις επιθέσεις του: «Ενα πρωί πριν από περίπου έναν μήνα, έχοντας πιει μπίρες, περπατούσα στο Μαρούσι κοντά στη λεωφόρο Κηφισίας λίγο πιο πάνω από το “Υγεία”. Μπροστά μου περπατούσε μια κοπέλα που φορούσε στρατιωτική φόρμα. Δεν ξέρω πώς, αλλά για κάποιον λόγο την πλησίασα και όταν πήγε να ανέβει τη σκάλα τής έκλεισα με το ένα χέρι το στόμα και με το άλλο τη χούφτωνα σε διάφορα σημεία. Ακολούθως χωρίς αυτή να φωνάξει εγώ έφυγα. Τις επόμενες ημέρες ένιωθα τύψεις για το περιστατικό και δεν μπορούσα να δικαιολογήσω τον εαυτό μου. Για να ξεχαστώ δούλευα περισσότερες ώρες και συνήθως μετά έπιανα δουλειά από τις 7 το απόγευμα και σχόλαγα στις 3 τα ξημερώματα, ενώ καθόμουν μέχρι τις 6 ή ακόμη και τις 7 το πρωί της επομένης και έφευγα μαζί με άλλα άτομα. Παρά τις προσπάθειές μου, δεν μπόρεσα να ξεπεράσω τον χωρισμό μου με αυτή την κοπέλα, κυρίως γιατί δεν είχα πού να το εκμυστηρευτώ καθόσον ακόμη και οι δικοί μου που γνώριζαν τη σχέση με τη Ρουμάνα, χωρίς να ξέρουν τη δουλειά της, ήταν αρνητικοί».
«Μου έκανε κλικ…»
Οπως ο ίδιος υποστήριξε κατά την προανακριτική διαδικασία στους αστυνομικούς, χρειάστηκε να περάσουν αρκετές ημέρες προτού αποφασίσει να χτυπήσει ξανά. «Μετά από περίπου 20 ημέρες, ενώ περπατούσα στην υπόγεια διάβαση που βρίσκεται κοντά στο σούπερ μάρκετ Βασιλόπουλος στη λεωφόρο Καποδιστρίου, παρατήρησα ότι είναι ένα σημείο που περνάνε πολλές κοπέλες. Κάποια στιγμή και αφού είχα πιει μπίρες, είδα μια κοπέλα που μου έκανε κλικ να διέρχεται από το σημείο και της επιτέθηκα αιφνιδιαστικά από πίσω με τον ίδιο τρόπο. Αυτή τρόμαξε και στην προσπάθειά της να ξεφύγει παραπάτησε και έπεσε κάτω. Πίνοντας μπίρες και ποτά έβρισκα τον τρόπο να παίρνω θάρρος και να κάνω πράγματα που εν συνεχεία τα μετάνιωνα. Στο ίδιο σημείο έκανα άλλες δύο παρόμοιες επιθέσεις. Στην πρώτη έκανα ακριβώς το ίδιο και κινούμενος από πίσω τη χούφτωσα. Την ίδια ημέρα είδα άλλη μια όμορφη κοπέλα να παρκάρει το αμάξι της σε ένα σημείο που δεν είχε πολλή κίνηση. Αυτή την ακολούθησα και όταν πλησίασα πολύ κοντά τη χούφτωσα, αλλά αυτή πήγε να με χτυπήσει και απομακρύνθηκα. Μετά από λίγη ώρα ξαναπήγα στην υπόγεια διάβαση και επιτέθηκα σε μια κοπέλα που φορούσε φόρμα και ήταν όμορφη και το μετάνιωσα πολύ. Αυτή αντιστάθηκε και με κυνήγησε κιόλας».
Φτάνοντας στην τελευταία ημέρα της δράσης του, ο «δράκος» περιέγραψε στους αστυνομικούς: «Σήμερα γύρισα στο σπίτι από τη δουλειά περίπου στις 6 το πρωί έχοντας πιει μπίρες. Πήγα να ξαπλώσω αλλά ένιωθα ένα βάρος να με πνίγει και γι’ αυτό βγήκα έξω να κάνω μια βόλτα. Στον δρόμο είδα μια γυναίκα να περπατάει στα στενά. Την ακολούθησα αλλά δεν μπορούσα να τη φτάσω, μέχρι που κάποια στιγμή κατάφερα να την πλησιάσω και με μια ταινία πλαστική που είχα μαζί μου προσπάθησα να της κλείσω το στόμα κάνοντας μια γύρα γύρω από το κεφάλι της, πλην όμως το στόμα της δεν έκλεισε και αυτή άρχισε να φωνάζει ενώ ταυτόχρονα με τα χέρια της μου έγδαρε το πρόσωπο. Εγώ έφυγα, καθώς δεν ήθελα να τη βιάσω αλλά μόνο να τη χουφτώσω, δίχως καν να τα καταφέρω, και ακολούθως πέρασα από την υπόγεια διάβαση και κατέληξα σε κοντινό σημείο για να πάρω αέρα. Εκεί ήρθαν κάποιοι αστυνομικοί και με έφεραν στην υπηρεσία σας. Δυστυχώς στο θέμα της σχέσης μου δεν είχα τη στήριξη της οικογένειάς μου. Ζητάω συγγνώμη. Το έχω μετανιώσει. Ζητώ την επιείκεια και υπόσχομαι να μην ξανακάνω τέτοιες άσεμνες πράξεις».
Ο συνήγορος του 30χρονου «δράκου» Δημήτρης Ράπτης μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» τονίζει: «Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ο εντολέας μου δεν είναι βιαστής, δεν έχει καμία σχέση με τις πράξεις που του αποδίδονται. Αυτό το οποίο προσπαθούμε να καταλάβουμε είναι τι έχει συμβεί και αυτό θα το δείξει η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, τα αποτελέσματα της οποίας θέλω να πιστεύω ότι θα επιβεβαιώσουν αυτό το οποίο είδαμε τόσο εγώ όσο και ο κ. Σούρας με τα ίδια μας τα μάτια και θα οδηγήσουν τα πράγματα σε μια ασφαλή κατεύθυνση. Θέλω δε να δηλώσω ότι τόσο ο κατηγορούμενος όσο και η οικογένειά του αλλά και εγώ, που θα ήθελα να γνωρίσω αυτές τις γυναίκες στις οποίες αδίκως επετέθη, ζητούμε πραγματικά συγγνώμη. Από εκεί και πέρα θέλω να πιστεύω ότι η ερωτική του απογοήτευση ήταν αυτή που οδήγησε τα πράγματα εκεί όπου οδηγήθηκαν, κάτι το οποίο επιβεβαιώνει και η Ρουμάνα πρώην φίλη του, η οποία έκανε δηλώσεις που αποδεικνύουν τον ισχυρισμό του εντολέως μου, ο οποίος θα λογοδοτήσει στη Δικαιοσύνη για τα αδικήματα που διέπραξε και όχι για άλλα για τα οποία αδίκως κατηγορείται».
Τρεις επιθέσεις σε μια μέρα
«Στο ίδιο σημείο έκανα άλλες δύο παρόμοιες επιθέσεις. Στην πρώτη έκανα ακριβώς το ίδιο και κινούμενος από πίσω τη χούφτωσα. […] Μετά από λίγη ώρα ξαναπήγα στην υπόγεια διάβαση και επιτέθηκα σε μια κοπέλα που φορούσε φόρμα και ήταν όμορφη και το μετάνιωσα πολύ. Αυτή αντιστάθηκε και με κυνήγησε κιόλας»
Οι συγκλονιστικές καταθέσεις
Δύο από τα θύματα στην κατάθεσή τους περιγράφουν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τον τρόπο της επίθεσης αλλά και αναγνωρίζουν στο πρόσωπο του 30χρονου τον δράστη
Πού είναι σήμερα ο Παπαχρόνης και ο Μπέσκος
Ηρεμο βίο διάγουν πλέον οι δύο δολοφόνοι-βιαστές που με τα εγκλήματά τους συγκλόνισαν το πανελλήνιο τη δεκαετία του ’80Η υπόθεση με τον «δράκο του Αμαρουσίου» αλλά και το άγριο σeξουαλικό έγκλημα με θύμα την 69χρονη Ελευθερία Αγραφιώτου ξύπνησαν μνήμες περασμένων δεκαετιών.
Τότε που η κοινωνία ζούσε με την αγωνία και τον φόβο του επόμενου χτυπήματος. Κυριάκος Παπαχρόνης και Σπύρος Μπέσκος: δύο άνθρωποι της διπλανής πόρτας που μόλις έπεφτε το σκοτάδι μεταμορφώνονταν σε «δράκους» και επετίθεντο σε ανυπεράσπιστες γυναίκες. Τη δεκαετία του ’80 η Αστυνομία προσπαθούσε να στριμώξει τους δύο βιαστές άπειρες φορές και τελικά τα κατάφερε να τους περάσει χειροπέδες και να τους στείλει για πολλά χρόνια πίσω από τα κάγκελα. Σήμερα και οι δύο έχουν πλέον αποφυλακιστεί. Ζουν ελεύθεροι, χωρίς να προκαλούν και έχοντας θάψει για πάντα το παρελθόν της φρίκης και του αίματος. Οι ειδικοί αναφέρουν ότι οι περιπτώσεις τόσο του Παπαχρόνη όσο και του Μπέσκου είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα σωφρονισμού, καθώς μετά την αποφυλάκισή τους (το 2004 ο Παπαχρόνης, το 2008 ο Μπέσκος) δεν έχουν δώσει δικαίωμα παραβατικής συμπεριφοράς, ενώ εμφανίστηκαν μετανοημένοι ζητώντας μάλιστα δημόσια συγγνώμη από τις οικογένειες των θυμάτων τους δείχνοντας να έχουν ενταχθεί πλήρως στην κοινωνία.
Η νέα ζωή του Παπαχρόνη
Ο μεσήλικας με τα βαμμένα μαύρα μαλλιά και τα γουρλωτά μάτια, που ζει πλέον μόνιμα στη Λάρισα, ήταν μέχρι πριν από λίγα χρόνια μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες της Ελλάδας. Πλέον στα 55 του και σχεδόν 12 χρόνια μετά την αποφυλάκισή του, ο Κυριάκος Παπαχρόνης περνά απαρατήρητος ενώ δείχνει να έχει πλήρως συνειδητοποιήσει τη θέση του στη μικρή κοινωνία της θεσσαλικής πόλης.
Ακόμη και όσοι τον ήξεραν δυσκολεύονται πλέον να τον αναγνωρίσουν κι έτσι ο Κυριάκος Παπαχρόνης μιλάει με λίγους, συναναστρέφεται με ελάχιστους, ενώ πίνει το ποτό και τον καφέ του σε κάποια ήσυχα λαϊκά μαγαζιά στα ανηφορικά στενά της Δήμητρος, της Φιλελλήνων και της Ηφαίστου. Ο ίδιος, κλεισμένος στον εαυτό του, αποφεύγει τη δημοσιότητα. Δεν θέλει να μιλά ειδικά για το παρελθόν του και σε όσους τον πλησιάζουν για να τον ρωτήσουν κάτι ευγενικά αρνείται να πει το παραμικρό και αλλάζει κουβέντα.
Οταν στις 8 Δεκεμβρίου του 2004 ο Κυριάκος Παπαχρόνης έκλεινε για πάντα πίσω του -μετά από 22 χρόνια- τη βαριά πόρτα των φυλακών, είχε ήδη πάρει την απόφαση να μείνει στη Λάρισα. Αυτό το έκανε, όπως εκμυστηρεύτηκε σε δικούς του ανθρώπους, γιατί είχε πολλούς φίλους αλλά και φίλες στην περιοχή που θα τον βοηθούσαν να σταθεί στα πόδια του.
Ο Κυριάκος Παπαχρόνης άρχισε να περνά δύσκολα. Πολλές ώρες της ημέρας σύχναζε σε έναν παλιό καφενέ στην κεντρική λαχαναγορά της Λάρισας, ενώ τα βράδια τριγύριζε σε δευτεροκλασάτα μπαρ κάτω από το φρούριο της Λάρισας και τα παλιατζίδικα. Η ζωή που έκανε άρχισε σιγά-σιγά να τον μεταμορφώνει. Εβαλε κιλά, έβαψε τα λευκά του μαλλιά κατάμαυρα και η ομιλία του από εκλεπτυσμένη αρχαΐζουσα έγινε και πάλι βαριά δημοτική. Στο μικρό σπίτι της Λάρισας γεμίζει τις ώρες του διαβάζοντας και ζωγραφίζοντας αγιογραφίες.
Το απίστευτο είναι ότι, αν και ο Παπαχρόνης καταδικάστηκε και πέρασε 22 χρόνια στη στενή για δολοφονίες και βιασμούς νεαρών γυναικών, είχε πάντα μεγάλη πέραση στο αντίθετο φύλο. «Κατά καιρούς είχε σχέση με διάφορες γυναίκες, όμως πριν από μερικά χρόνια “τα βρήκε” με μια νεαρή ξανθιά κοπέλα που εργάζεται στην περιοχή και, όπως ο ίδιος ανέφερε μέσα από το προφίλ του στο Facebook, είχε σχεδόν αρραβωνιαστεί», αναφέρει άνθρωπος που τον γνωρίζει καλά.
Ενα από τα όνειρά του ήταν μόλις αποφυλακιστεί να αγοράσει ένα αυτοκίνητο και μάλιστα μάρκας BMW. Και αυτό γιατί, όπως λέει ένας φίλος του, όταν ήταν Λοκατζής στη Δράμα ο διοικητής του τού ανέθετε να εποπτεύει τους φαντάρους που καθημερινά έπλεναν την αγαπημένη του BMW. Ως αντάλλαγμα, του επέτρεπε να κάνει μερικές βόλτες μέσα στο στρατόπεδο καθώς δεν είχε δίπλωμα για να βγει παραέξω. Ετσι, μόλις αποφυλακίστηκε έβγαλε δίπλωμα και μετά από μερικούς μήνες αγόρασε μια μαύρη BMW 316.
Ο 55χρονος σήμερα πρώην αξιωματικός των ΛΟΚ πριν από τρεις δεκαετίες είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο καθώς αποκαλύφθηκε ότι ήταν ο άνθρωπος που έστηνε καρτέρι σε Δράμα, Ξάνθη και Θεσσαλονίκη, επετίθετο σε νεαρές γυναίκες, τις βίαζε και τις σκότωνε. Συνελήφθη και καταδικάστηκε σε δις ισόβια για δύο ανθρωποκτονίες από πρόθεση, τέσσερις απόπειρες ανθρωποκτονιών, πρόκληση επικίνδυνων σωματικών βλαβών σε δύο από τα θύματά του, δύο απόπειρες βιασμού, μια κλοπή και δέκα περιπτώσεις οπλοφορίας και οπλοχρησίας και αποφυλακίστηκε τον Δεκέμβριο του 2004.
Επέστρεψε στην κοινωνία
Ο Σπύρος Μπέσκος το 2001 πήρε από τις αρμόδιες αρχές το ΟΚ προκειμένου να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής του κάτω από τις συνθήκες της ημιελεύθερης διαβίωσης. Οπως ήταν φυσικό, ο άνθρωπος που τον συνοδεύει η φήμη του θαυματουργού φυσιοθεραπευτή προσπαθεί ακόμη και σήμερα να προσφέρει ανακούφιση σε όλους όσοι τον έχουν ανάγκη. Αλλωστε τις δύο τελευταίες δεκαετίες που ζούσε στη φυλακή θεράπευε με τα μαγικά του χέρια όχι μόνο συγκρατουμένους του αλλά και πολίτες. Μάλιστα είχε εκδοθεί γι’ αυτόν ειδική άδεια προκειμένου να τον επισκέπτονται στο κελί του ακόμη και επώνυμοι Αθηναίοι που είχαν ανάγκη από τα χαρισματικά του χέρια. Ο Σπύρος Μπέσκος, τότε, επέλεξε έναν μικρό χώρο σε ένα στενό δρομάκι της Ηλιούπολης για να στήσει το σπιτικό του. Στο λιτό διαμέρισμα που βρίσκεται στο ισόγειο ενός τριώροφου κτιρίου έφτιαξε και πάλι τη ζωή του από την αρχή και δέχεται συγγενείς και φίλους προκειμένου να περνά την ώρα του. Μάλιστα δεν κρύβεται από κανέναν, στο κουδούνι αναγράφεται με λατινικούς χαρακτήρες το όνομά του και μόνο όλοι όσοι γνωρίζουν την ιστορία του αντιλαμβάνονται ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν «ο δράκος της παραλίας». Οι κάτοικοι της Ηλιούπολης όπου βρίσκεται το σπίτι του αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή τον Σπύρο Μπέσκο. Γνωρίζοντας το παρελθόν του αλλά και την αξία του, οι γείτονές του προσπάθησαν να τον εμψυχώσουν και να του δώσουν κουράγιο να φτιάξει και πάλι από την αρχή τη ζωή του.
Οι μαρτυρίες ανθρώπων που παραδόθηκαν στα «μαγικά χέρια» του κάνουν λόγο για έναν από τους καλύτερους φυσιοθεραπευτές. Αλλωστε κυκλοφορεί ευρέως η φήμη ότι ο ίδιος κατάφερε μέσα στο κελί του να σώσει τον μικρό γιο ενός δεσμοφύλακα, ο οποίος ήταν καταδικασμένος να μη σταθεί ποτέ όρθιος στα πόδια του. Μάλιστα δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων, κυρίως ηλικιωμένων αλλά και ανήμπορων, που επειδή δεν έχουν τη δυνατότητα να μετακινηθούν, τους οποίους ο Μπέσκος επισκέπτεται στο σπίτι τους προσφέροντάς τους τις πολύτιμες υπηρεσίες του.
Οταν το 1983 καταδικάστηκε σε δύο φορές ισόβια για τον βι@σμό και τον στραγγαλισμό δύο γυναικών στην Πάρνηθα, αλλά και για 14 ακόμη απόπειρες, λίγοι θα μπορούσαν να πιστέψουν ότι σήμερα, στα 70 του πλέον χρόνια, ο Μπέσκος έχει επανέλθει πλήρως στην κοινωνία. Αποφυλακίστηκε οριστικά το 2008, ξαναπαντρεύτηκε (από τον πρώτο του γάμο έχει ένα παιδί) και συνεχίζει καθημερινά να πηγαίνει στο φυσικοθεραπευτήριό του στην Ηλιούπολη.
Ακόμα και μέσα από το κελί, καταδικασμένος σε δισ. ισόβια, ο Κυριάκος Παπαχρόνης ασκούσε ιδιαίτερη γοητεία στο γυναικείο φύλο
Ο Κυριάκος Παπαχρόνης αποφυλακίστηκε τελικά το 2004 και αποφάσισε να ζήσει στη Λάρισα, όπου τα πρώτα χρόνια εμφανιζόταν σπάνια στα καφέ με μαύρα γυαλιά. Σήμερα ζει μια ήρεμη ζωή και διαβάζει πολύ, ενώ τα βαμμένα μαύρα του μαλλιά τον κάνουν κυριολεκτικά αγνώριστο
Σπύρος Μπέσκος, ο φυσικοθεραπευτής με τα «μαγικά χέρια». Αυτά τα ίδια χέρια που βίασαν και στραγγάλισαν δύο γυναίκες στην Πάρνηθα και τον έστειλαν το 1983 στη φυλακή με ποινή δις ισόβια, σήμερα συνεχίζουν το θεραπευτικό έργο τους, μια και αποφυλακίστηκε το 2008 και έκτοτε ξαναπαντρεύτηκε και συνεχίζει καθημερινά να πηγαίνει στο φυσικοθεραπευτήριό του
protothema.gr
ellada