Κατά την απολογία του στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας την Παρασκευή, ο παραολυμπιονίκης Βασίλης Τσαγκάρης περιέγραψε τους λόγους που τον οδήγησαν στη δολοφονία του 47χρονου ξενοδόχου Μάριου Λουκόπουλου, μέσα στο πρακτορείο του στο Μοσχάτο.
«Ήθελα να τον εκφοβίσω, να δώσω επιτέλους ένα τέλος σε αυτή την κατάσταση. Σκέφτηκα πως αν με βρίσει και με προσβάλλει θα βγάλω το πιστόλι για να τον τρομάξω… Δεν φαντάστηκα ότι θα μου έκανε επίθεση, ότι θα έπεφτε πάνω στο όπλο», είπε χαρακτηριστικά ο Βασίλης Τσαγκάρης, ο οποίος είναι καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο μετά από τροχαίο ατύχημα που είχε σε ηλικία 24 ετών.
Ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε ενώπιον του δικαστηρίου πως διατηρούσε ερωτική σχέση με τη σύζυγο του θύματος, προσθέτοντας πως ήταν μικρής διάρκειας, χωρίς κανένα «ιδιαίτερο συναισθηματικό δέσιμο» και πως ο δεσμός αυτός άρχισε αφού η γυναίκα του είπε πως θα πάρει διαζύγιο από τον 47χρονο.
Ο Βασίλης Τσαγκάρης ζήτησε συγγνώμη από την οικογένεια του θύματος, εξέφρασε την μεταμέλειά του για ότι έγινε και δήλωσε πως δεχόταν, τόσο ο ίδιος όσο και η μητέρα του, απειλές και εκφοβισμούς από το θύμα, λόγω της σχέσης που είχε ξεκινήσει με τη σύζυγο του, Κατερίνα, τον Σεπτέμβριο του 2015.
Ο κατηγορούμενος ανέφερε πως γνώριζε τη σύζυγο του θύματος «από τη γειτονιά» και πως «πάντα υπήρχε ένα φλερτ» μεταξύ τους. Όπως είπε, η σύζυγος του θύματος ήταν εκείνη που του είχε τηλεφωνήσει πρώτη. Ακολούθησε συνάντηση όπου η γυναίκα του 47χρονου ξενοδόχου του εξέφρασε την εκτίμηση και το θαυμασμό της για το πρόσωπό του. «Δεν το περίμενα. Της είπα: «Είσαι παντρεμένη έχεις δυο παιδιά. Μου απάντησε πως τα τελευταία επτά χρόνια κοιμάται χωριστά με τον σύζυγό της και πως ήταν θέμα χρόνου η έκδοση του διαζυγίου. Με κολάκευσε αυτός ο θαυμασμός. Μετά από λίγες ημέρες την πήρα τηλέφωνο και βρεθήκαμε σε ένα ξενοδοχείο, εκείνη το κανόνισε», είπε στην απολογία του ο κατηγορούμενος καταθέτοντας στη συνέχεια πως μετά από τη συνάντησή αυτή, ο σύζυγος της κατηγορουμένης τον επισκέφθηκε στο πρακτορείο του για να παίξει τζόκερ ο ίδιος και τα παιδιά του. «Μου είπε: «Άντε μήπως κερδίσουμε στα λεφτά γιατί εδώ μέσα άλλοι κερδίζουν στην αγάπη». Μου άφησε ένα τσαντάκι πάνω στον πάγκο επιδεικτικά, το οποίο ήταν ελαφρώς ανοιγμένο. Είχε μέσα όπλο», είπε ο κατηγορούμενος για να συνεχίσει τις περιγραφές «απειλητικών» -όπως τα χαρακτήρισε -περιστατικών εκ μέρους του 47χρονου τόσο σε βάρος του όσο και της μητέρας του.
Στην απολογία του ο Βασίλης Τσαγκάρης αναφέρθηκε και σε συνάντηση που είχε με το θύμα του μέσα στο πρακτορείο του στο Μοσχάτο, η οποία όπως είπε διήρκεσε τέσσερις περίπου ώρες. Κατά τη συνάντηση αυτή, ο 47χρονος ξενοδόχος του ζήτησε, όπως υποστήριξε να καταθέσει ως μάρτυρας σε δικαστήριο που είχε με την σύζυγό του, πρόταση την οποία ο Παραολυμπιονίκης, υποστήριξε ότι αρνήθηκε.
Όπως εξήγησε στο δικαστήριο, η πρόταση του έγινε από το θύμα αφού προηγουμένως ο ίδιος είχε πλησιάσει τον 47χρονο και τον ενημέρωσε πως είχε διακόψει τη σχέση του με την Κατερίνα και πως αν είχε τη δυνατότητα να γυρίσει το χρόνο πίσω, ποτέ δεν θα έκανε κάτι μαζί της και πως σε κάθε περίπτωση υπήρξαν για λίγο εραστές, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο δέσιμο μεταξύ τους. «Αυτό που μου λες μου αρέσει. Θέλω να τα πούμε οι δυο μας μόνοι μας», απάντησε κατά τον κατηγορούμενο το θύμα και έτσι ακολούθησε η τετράωρη συνάντηση των δυο ανδρών στο πρακτορείο του παραολυμπιονίκη.
Όπως είπε ο κατηγορούμενος, όταν ανακοίνωσε στο θύμα την απόφασή του να μην καταθέσει ως μάρτυρας του στη δίκη που είχε με την εν διαστάσει σύζυγό του, εκείνος του απάντησε: «Αφού λες πως μετάνιωσες για τη σχέση σου, πρέπει να το αποδείξεις στην πράξη».
«Ήθελα να τον τρομάξω»
Φτάνοντας στην νύχτα που έλαβε χώρα το έγκλημα ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι είχε κλείσει ραντεβού με τον 47χρονο στο πρακτορείο του, διότι το θύμα ήθελε και πάλι να του μιλήσει για το δικαστήριο που τον είχε καλέσει να καταθέσει ως μάρτυρας.
Το ραντεβού κλείστηκε σύμφωνα με τον κατηγορούμενο και πάλι με πρωτοβουλία του θύματος και ενώ, κατά τον ίδιο είχαν προηγηθεί διάφορα περιστατικά απειλών και εκφοβισμού εναντίον του.
«Σκέφτηκα να έχω το όπλο μαζί μου και σε περίπτωση που με βρίσει ή με απειλήσει να το βγάλω για να τον τρομάξω. Έκλεισα και το καταγραφικό της κάμερας γιατί σκέφτηκα πως αν τον τρομάξω με το όπλο θα κάνει καταγγελία στην αστυνομία», ανέφερε ο κατηγορούμενος προκαλώντας την αντίδραση της προέδρου. «Δηλαδή μας λέτε ότι σκοπεύατε να βγάλετε όπλο και δεν θέλατε να υπάρχουν στοιχεία για ότι θα γινόταν εκεί μέσα;!».
Συνεχίζοντας την απολογία του ο Β. Τσαγκάρης περιέγραψε: «Ήρθε και μου ζήτησε να δω κάτι χαρτιά και να πάω στο δικαστήριο να καταθέσω. Εγώ αρνήθηκα ξανά και τότε εκείνος θύμωσε πάλι και άρχισε να μου φωνάζει: «Σακάτη, που πηδήξεις τη γυναίκα μου που μου κατέστρεψες την οικογένεια, και δεν έρχεσαι τώρα να καταθέσεις». Εγώ τράβηξα το όπλο για να τον τρομάξω κι αυτός έπεσε πάνω στο όπλο. Το έπιασα από πάνω. Αυτός το όπλισε προφανώς πέφτοντας πάνω του. Το όπλο δεν ήταν οπλισμένο. Πάνω στην πάλη άκουσα πυροβολισμούς αλλά δεν κατάλαβα αν έπεσε σφαίρα. Μάλιστα είπε μέσα μου «να δεις που μου πούλησαν κρότου»»! Άμεση ήταν η επισήμανση της προέδρου, που ρώτησε τον κατηγορούμενο: «Συγγνώμη, είχατε μόλις πυροβολήσει και αυτό σκεφτήκατε;».
Όπως ανέφερε ο κατηγορούμενος δεν περίμενε το θύμα να επιτεθεί και να προσπαθήσει να του αφαιρέσει το όπλο ενώ επανέλαβε πως μοναδικός σκοπός του ήταν να τρομάξει τον 47χρονο. «Μου είπε με χτύπησες και τότε εγώ είδα τα αίματα. Το θύμα πήρε τηλέφωνο την αστυνομία…», είπε. Μάλιστα, όπως υποστήριξε κάποια στιγμή είδε το θύμα του να σκύβει και σκέφτηκε πως θα έβγαζε όπλο αλλά εκείνος, «έβγαλε το κινητό του από το οποίο και κάλεσε την αστυνομία». Στο σημείο αυτό, ανέφερε ο κατηγορούμενος, «πέσανε ακόμη δυο πιστολιές». Ακολούθησαν, σύμφωνα με την απολογία του και άλλες την ώρα που κατηγορούμενος έψαχνε να βρει το κοντρόλ για να ανοίξει τα ρολά του μαγαζιού του και να φύγει. Εκείνες τις στιγμές, όπως είπε, το θύμα έκανε κάποιες κινήσεις που νόμισε πως ήταν απειλητικές…
«Πλέον δεν άκουγα τίποτα, μόνο μια σιωπή, τον είδα ξαπλωμένο ανάσκελα με αίματα στο κεφάλι του. Ανέπνεε βαριά όπως κάποιος που ξεψυχάει…Άνοιξα τα ρολά του μαγαζιού και βγήκα. Ενστικτωδώς πάτησα το κουμπί για να κλείσουν. Πήγα στο σπίτι και ήξερα ότι θα έρθει η αστυνομία, πράγμα που έγινε. Ήρθαν σπίτι μου και τους είπα ότι εγώ το έκανα», είπε ο παραολυμπιονίκης, ο οποίος δέχθηκε «βροχή» ερωτήσεων από την έδρα για το γεγονός ότι οπλοφορούσε χωρίς άδεια, για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το έγκλημα αλλά και για τη σχέση του με την εν διαστάσει σύζυγο του θύματος.
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 5 Ιουνίου με την αγόρευση της εισαγγελέως της έδρας.
ellada
Tags: Ειδήσεις