Σημαντικές προτάσεις, που μπορούν να αποτελέσουν τη «μαγιά» και τις κατευθυντήριες γραμμές για τον σχεδιασμό του νέου αναπτυξιακού μοντέλου της Κεντρικής Μακεδονίας, κατατέθηκαν από περίπου 40 εισηγητές, στη διάρκεια του διήμερου αναπτυξιακού συνεδρίου του ΤΕΕ/ΤΚΜ, στις 9 και 10 Ιουνίου.
Οι εργασίες του συνεδρίου έκλεισαν το βράδυ της Παρασκευής, με τις θεματικές ενότητες «χωρικός σχεδιασμός-ανάπτυξη» και «πόλη-αστική ανάπτυξη-πολιτισμός», στη διάρκεια των οποίων έγιναν σαφή τα «αγκάθια» που προκαλούν καθυστερήσεις και οπισθοδρόμηση στην προσέλκυση επενδύσεων και τη βελτίωση των ελληνικών πόλεων, ενώ κατατέθηκαν συγκεκριμένες προτάσεις.
Η …Οδύσσεια μιας επένδυσης
Τον οδικό χάρτη για τη χωροθέτηση και θεσμική έγκριση μιας επένδυσης παρουσίασε από την πλευρά του ο πρόεδρος της Μόνιμης Επιτροπής Αρχιτεκτονικών Θεμάτων του ΤΕΕ/ΤΚΜ, Τάκης Δούμας, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα δύο επενδυτικά σχέδια στη Βόρεια Ελλάδα: την επένδυση στο ΞΕΝΙΑ Παλιουρίου, που υλοποιείται σε έκταση 322 στρεμμάτων στο πλαίσιο του ΕΣΧΑΔΑ και εκείνη στο Κάνιστρο, σε έκταση 136 στρεμμάτων, στο πλαίσιο του ΠΕΡΠΟ (ιδιωτική πολεοδόμηση).
Όπως ανέφερε, οι δύο επενδύσεις, που ως προς έναν βαθμό διέπονται από κοινές διαδικασίες μελετών και εγκρίσεων, αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις λόγω του γεγονότος ότι σημαντικός αριθμός ενεργειών πρέπει να ¨περάσει¨ από την Αθήνα. Ενδεικτικά ανέφερε ότι στην περίπτωση της πρώτης επένδυσης, από το σύνολο των οκτώ, χονδρικά, απαιτούμενων ενεργειών για την έγκριση της χωροθέτησης, οι έξι πρέπει να λάβουν το πράσινο φως κεντρικά. ¨Ο εκτιμώμενος χρόνος για την έγκριση της χωροθέτησης μετά την ολοκλήρωση των απαιτούμενων μελετών, είναι περίπου 12 μήνες κι αυτό τώρα με το ΤΑΙΠΕΔ, που το παλεύει, γιατί παλαιότερα η κατάσταση ήταν χειρότερη¨ είπε χαρακτηριστικά. Ακόμη μεγαλύτερος είναι ο χρόνος αναμονής για τη δεύτερη επένδυση, όπου για την έγκριση της χωροθέτησης απαιτείται βεβαίωση του άρθρου 24. Όπως είπε, κατά μέσο όρο απαιτούνται 18 μήνες για τη βεβαίωση, συν άλλοι 12 μετά. ¨Εμείς έχουμε καταθέσει τις απαιτούμενες μελέτες τον Οκτώβριο του 2014 κι ακόμη δεν έχουμε λάβει το πρώτο έγγραφο παρατηρήσεων. Η έκδοση αποφάσεων από τις κεντρικές υπηρεσίες είναι προφανές ότι προκαλεί καθυστερήσεις στις επενδύσεις¨ πρόσθεσε, υπενθυμίζοντας την επίπτωση που μπορεί να έχουν αυτές οι καθυστερήσεις στην προσέλκυση και συγκράτηση επενδύσεων.
Κατά τον κ.Δούμα, κατά τη διαδικασία εγκρίσεων για τα σχέδια του Ν.3986, η διοίκηση πρέπει να αντιληφθεί πως ό,τι παρουσιάζεται από τους επενδυτές ως περιεχόμενο σε αυτό το στάδιο, δεν μπορεί παρά να είναι η μικρή εικόνα. ¨Το master plan δεν είναι παρά η μικρή εικόνα. Η μεγάλη θα αποκαλυφθεί μετά την έγκριση της χωροθέτησης¨ κατέληξε.
Οι προτάσεις του ΤΕΕ/ΤΚΜ για τον χωρικό σχεδιασμό
Επίκαιρη παραμένει η συζήτηση για τη μεταρρύθμιση του συστήματος χωρικού σχεδιασμού, η οποία θα πρέπει να λάβει υπόψη συγκεκριμένες παραμέτρους, όπως προέκυψε από την εισήγηση στο συνέδριο του προέδρου της Μόνιμης Επιτροπής Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΤΕΕ/ΤΚΜ, Χρυσού Μακράκη-Καραχάλιου, ο οποίος παρουσίασε τις προτάσεις του Τμήματος, όπως αυτές τεκμηριώθηκαν στο πλαίσιο σχετικής ομάδας εργασίας. Πρώτον, σημείωσε, χρειάζεται να δούμε συνολικά τον σχεδιασμό ως ένα σύστημα, που συντίθεται από δομές (και άρα ανθρώπινο δυναμικό), διαδικασίες (που προϋποθέτουν κανόνες καλής νομοθέτησης, κωδικοποίηση και απλοποίηση των διαδικασιών) και χρηματοδότηση. Δεύτερον, είναι βασικό να δούμε ποιες είναι οι απαραίτητες παράλληλες ενέργειες. «Για να πετύχει η μεταρρύθμιση θα πρέπει να προωθηθούν και μια σειρά από συνοδευτικές μεταρρυθμίσεις στον αστικό κώδικα, το φορολογικό δίκαιο, την προώθηση της μητροπολιτικής διακυβέρνησης, που θα συνδράμουν στην επίτευξη των μεταρρυθμιστικών στόχων της χωροταξικής και πολεοδομικής μεταρρύθμισης» επισήμανε και πρόσθεσε: «Επίσης, είναι προφανές σε όλους μας ότι μεταρρύθμιση δεν είναι ένας νόμος. Μεταρρύθμιση συνιστά ένα συγκροτημένο πρόγραμμα εφαρμογής, προσαρμογής, στήριξης και παρακολούθησης όχι μόνο του στόχου, αλλά και του ρυθμού επίτευξής του». Ο κ.Μακράκης σημείωσε επίσης πως δεν θεωρεί ότι ένα σύστημα μπορεί να μεταρρυθμιστεί τόσο γρήγορα αν δεν υπάρχει μια «κουλτούρα»/ «δίψα» μεταρρύθμισης. «Δηλαδή το πιο πιθανό είναι ότι θα πάμε σε μια μακρόπνοη διαδικασία αλλαγών, παρά σε ένα πρόγραμμα 100 ημερών» είπε χαρακτηριστικά. Σε κάθε περίπτωση πάντως, θα πρέπει καταρτιστεί συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. «Δεν μπορούμε να σέρνουμε μια διαδικασία στο άπειρο. Θα πρέπει να έχουμε έναν οδικό χάρτη με ορόσημα» υπογράμμισε. Η όλη διαδικασία θα πρέπει να στηριχθεί σε συγκεκριμένους άξονες και σε βασικές ενέργειες, που θα πρέπει να γίνουν άμεσα, λαμβάνοντας υπόψη πού στοχεύει η πολιτική μας και τι κάνουμε γι’ αυτό. «Το πρώτο είναι ότι μιλάμε για Μεταρρύθμιση της έγγειας ιδιοκτησίας και σύλληψη της υπεραξίας της γης. Δεύτερον λέμε για αναδιοργάνωση του διοικητικού μηχανισμού παραγωγής και ελέγχου του χωρικού σχεδιασμού. Τρίτον, συζητάμε για ανταπόκριση στην αναπτυξιακή προοπτική. «Θεωρούσαμε ότι με τον 4269 θα πάμε σε ένα πιο στρατηγικό σύστημα σχεδιασμού. Αντ’ αυτού είδαμε με κάποια έκπληξη να προτείνεται η θεσμοθέτηση των Γενικών Πολεοδομικών (ΓΠΣ) –των τοπικών χωρικών σχεδίων- τώρα με Προεδρικό Διάταγμα […] Οι περισσότεροι από εμάς θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση –το να εγκρίνονται τα τοπικά χωρικά σχέδια με Προεδρικό Διάταγμα – είναι λάθος. Καταλαβαίνουμε τη λογική, αλλά αυτή είναι νομικού χαρακτήρα και από τεχνικής απόψεως λανθασμένη» σημείωσε και πρόσθεσε ότι προτείνεται η περαιτέρω ενίσχυση του στρατηγικού χαρακτήρα των ΓΠΣ, με αναδιάταξη του περιεχομένου τους.
Η αίσθηση ανασφάλειας δικαίου πιέζει την αγορά ακινήτων
Την έλλειψη συστηματοποίησης που υπάρχει στην Ελλάδα, καθώς και την παντελή έλλειψη συνεργασίας και συντονισμού σε θέματα αξιοποίησης ακίνητης περιουσίας, επισήμανε ο δικηγόρος Κωνσταντίνος Καρατσώλης. Πρόσθεσε ότι όλα αυτά γεννούν με τη σειρά τους «μια τρομερή αίσθηση ανασφάλειας δικαίου, που προκαλεί μείωση της αξίας του ακινήτου –αφού ο επενδυτής εκμεταλλεύεται το κλίμα ανασφάλειας για να ρίξει το προσφερόμενο τίμημα- δυσκολία στην προσέλκυση νέων επενδυτών και εισαγωγή αιρέσεων στις πράξεις».
Για τη βελτίωση της κατάστασης, ο κ. Καρατσώλης πρότεινε την υλοποίηση πλαισίου κωδικοποιημένων κανόνων για όλους, την ενίσχυση της νομικής έννοιας των οδηγιών και της εφαρμογής τους, την ομογενοποίηση των δομών που δουλεύουν καλά στο σύνολο του πλαισίου αδειοδότησης και την ύπαρξη άλλης λογικής τυποποίησης των πράξεων της διοίκησης και των απαιτούμενων προδιαγραφών. Σε ό,τι αφορά την κωδικοποίηση επισήμανε ότι πολλές διατάξεις του κώδικα πολεοδομίας που ψηφίστηκε το 1999 έχουν πλέον κριθεί ατελέσφορες και δεν θα έπρεπε καν να υπάρχουν στο δίκαιό μας και ότι η κωδικοποίηση θα μπορούσε να ολοκληρωθεί σε 6-7 μήνες. Σχετικά με την ενίσχυση της νομικής έννοιας των οδηγιών, επισήμανε ότι χρειάζεται ένας οδικός χάρτης, ένας οδηγός εφαρμογής διαδικασιών, ώστε να γνωρίζει κάποιος ποια είναι η βασική δομή για να φτάσει στο στάδιο της αδειοδότησης. Τεκμηριώνοντας την αναγκαιότητα της τυποποίησης τέλος, ανέφερε ενδεικτικά ότι π.χ., μια πράξη χαρακτηρισμού σε μια περιοχή της Κρήτης και σε μια της Θεσσαλονίκης είναι «θαρρείς κι έχει διαφορετική αφετηρία ανάγνωσης».
Η μακροχρόνια περιπέτεια του Ρυθμιστικού Σχεδίου
Τη μακροχρόνια ¨περιπέτεια¨ του Ρυθμιστικού Σχεδίου Θεσσαλονίκης από το 1985 μέχρι και σήμερα παρουσίασε από την πλευρά της η καθηγήτρια του ΑΠΘ, κ. Αθηνά Γιαννακού. Μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στο γεγονός ότι εν έτει 2008, η πρόταση για το νέο ρυθμιστικό στηρίχτηκε σε πολύ διευρυμένα γεωγραφικά όρια, που κάλυπταν το 60% της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας σε έκταση και ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό σε πληθυσμό, τη στιγμή μάλιστα που η πρώτη πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας στην περιοχή είχε ξεκινήσει ήδη από το 2006-2007. Η κα Γιαννακού σημείωσε ακόμη ότι τα στρατηγικά χωρικά σχέδια πρέπει να περιλαμβάνουν τέσσερα στοιχεία: το χωρικό όραμα, με έμφαση στην ταυτότητα του τόπου, την επεξεργασία συγκεκριμένων προτεραιοτήτων, την προσφορά του απαραίτητου πλαισίου για τα μεγάλα έργα ανάπτυξης και τον καταμερισμό των ευθυνών ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. ¨Αν θέλουμε να κατανοήσουμε τα προβλήματα του χωρικού σχεδιασμού [στη Θεσσαλονίκη], πρέπει να δούμε παράγοντες όπως το μεγάλο θέμα της συγκέντρωσης των αποφάσεων, τις ιδιαιτερότητες της χρηματοδότησης, τη φύση των τοπικών θεσμικών φορέων και τη σχέση με τους με την κεντρική διοίκηση και τη λογική που ευνόησε την κατανάλωση απέναντι στην παραγωγή¨ σημείωσε. Πρόσθεσε ότι ως βασική προτεραιότητα θα πρέπει να τεθεί να αναζητηθούν και να υποστηριχθούν από το ΤΕΕ/ΤΚΜ οι δρόμοι μέσα από τους οποίους η τοπική και περιφερειακή διοίκηση θα μάθουν να σχεδιάζουν και να πείθουν σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα και τους μεγάλους επενδυτές. «Ϊσως πρέπει να ξαναβάλουμε στο τραπέζι και την αναγκαιότητα ενός μητροπολιτικού δήμου για τη Θεσσαλονίκη, γιατί δεν μπορούν να υπάρξουν πολιτικές και οικονομίες κλίμακας χωρίς τέτοιες δομές» κατέληξε.
Ε.Αυγουστίδου: Πιο ευέλικτο χωροταξικό πλαίσιο για την ανάπτυξη
Στη διατύπωση τεσσάρων βασικών επισημάνσεων γύρω από τον σχεδιασμό και τη θεσμοθέτηση των χρήσεων γης στην Κ. Μακεδονία προχώρησε η χωροτάκτης, δρ Ερση Αυγουστίδου. Πρώτη επισήμανση: ο καθορισμός επιπέδων σχεδιασμού ή/και η θέσπιση εργαλείων σχεδιασμού δεν αρκούν για να έχουμε συνεκτική χωρική πολιτική. Ο καθορισμός σκοπού, στόχων και ιδιαίτερων επιδιώξεων είναι απόλυτα απαραίτητος για μια αποτελεσματική και ομοιογενή εφαρμογή στον πραγματικό χώρο. Δεύτερη επισήμανση: Στον βαθμό που επιχειρείται μεταβολή του θεσμικού πλαισίου δεν μπορεί να μην λαμβάνεται υπόψη η ήδη διαμορφωμένη κατάσταση στις θεσπισμένες χρήσεις γης. Θα έπρεπε επομένως να έχει μελετηθεί η χρήση των τότε διαθέσιμων εργαλείων και οι παρεμβάσεις που επέφεραν ώστε να προκύψουν νέες κατευθυντήριες γραμμές, διορθώσεις, νέα εργαλεία. Τρίτη επισήμανση: Δεν είναι δυνατόν ο χωρικός σχεδιασμός και κατ’ επέκταση το κυρίως αρμόδιο υπουργείο να μη συντονίζεται στη διάθεση νομοθετημένων εργαλείων με τα λοιπά υπουργεία. Τα περισσότερα από τα εργαλεία του χωρικού σχεδιασμού που αναφέρονται στους βασικούς νόμους που ίσχυαν ως σήμερα είτε δεν έχουν ενεργοποιηθεί πλήρως (όπως οι ΠΕΧΠ και οι ΠΟΑΠΔ του Ν. 2742/99) είτε δεν είναι συμβατά είτε δεν έχουν εναρμονισθεί ως προς νεώτερα εργαλεία που προωθούνται (όπως τα ΒΙΠΑ και ΒΙΟΠΑ σε σχέση με τα Επιχειρηματικά Πάρκα). Τέταρτη επισήμανση: Με την εμφάνιση της κρίσης, προϋπήρχε ήδη διαθεσιμότητα γης κυρίως υπέρ της κατοικίας α’ και β’, αλλά υπέρ της μεταποίησης και υπέρ κάθε επαγγελματικής δραστηριότητας. Η διαθεσιμότητα αυτή, που σχεδιάστηκε σε καιρούς ευφορίας του κατασκευαστικού τομέα, του χονδρεμπορίου και του τουρισμού, δεν φαίνεται να ανοίγει κάποιες διεξόδους για την επανεκκίνηση της οικονομίας. Και βεβαίως δεν είναι καθόλου εύκολο να υλοποιηθεί: οι πιέσεις που έχουν δημιουργηθεί για δημόσιας χρηματοδότησης πολεοδομήσεις / κτηματογραφήσεις, κατασκευή υποδομών και δικτύων, είναι ασφυκτικές και προφανώς δεν μπορούν να τελεσφορήσουν. «Επικρατεί η άποψη ότι το πλαίσιο χωρικού σχεδιασμού έπρεπε να είναι ακόμα λιγότερο δεσμευτικό για τη διευκόλυνση της ανάπτυξης. Θα έλεγα ότι θα έπρεπε να είναι πιο ευέλικτο, πιο εξειδικευμένο και περισσότερο σε αρμονία με πολιτικές και εργαλεία τομέων των υπόλοιπων παραγωγικών υπουργείων. Δεν βλέπω το λόγο να επιστρέψουμε, υπό το κράτος του άγχους μπροστά στην οικονομική και δημοσιονομική κρίση, σε ένα χωρικό σχεδιασμό κενό περιεχομένου» κατέληξε η ομιλήτρια .
Αποσπασματικότητα σχεδιασμού στη Δυτική Είσοδο
Πλήθος προγραμματισμένων επεμβάσεων, αλλά και αναξιοποίητων μελετών, καταγράφονται για την ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Εισόδου Θεσσαλονίκης, οι οποίες όμως δρουν αποσπασματικά, χωρίς να υπάρχει μια κατευθυνόμενη πορεία, με αποτέλεσμα οι κινήσεις σε επίπεδο σχεδιασμού και δράσεων στον χώρο να είναι αντίστοιχα αποσπασματικές. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε ομάδα εργασίας του ΤΕΕ/ΤΚΜ, αποτελούμενη από τους Β.Γκανίλα, Μ.Ανθρακοπούλου, Σ.Σκαρλακίδη και Π.Τσαλδάρη, η οποία εξέτασε την περιοχή της Δυτικής Εισόδου ώς παράδειγμα των συνεχειών και των ασυνεχειών στο πλαίσιο ενός στρατηγικού σχεδιασμού στο αστικό τοπίο. «Πέραν του αυξημένου ενδιαφέροντος, που παρουσιάζει η ευρύτερη περιοχή της Δυτικής εισόδου (από κυκλοφοριακής, τουριστικής, ψυχαγωγικής και πολιτιστικής άποψης), παρατηρούμε ότι υπάρχει ήδη ένα πλήθος επεμβάσεων που προγραμματίζονται στην περιοχή της Δυτικής Εισόδου (masterplan λιμανιού, κατασκευή Μουσείου Ολοκαυτώματος και διαμόρφωση χώρου Παλαιού Εμπορικού Σιδηροδρομικού Σταθμού, ανάπλαση πλατείας Ελευθερίας) καθώς και ένα πλήθος μελετών αναξιοποίητων στις περιοχές που γειτνιάζουν με αυτήν (Δυτικός περίπατος, Επταπύργιο, Διοικητήριο). Αυτές δυστυχώς δρουν αποσπασματικά χωρίς να υπάρχει μία κατευθυνόμενη πορεία, με αποτέλεσμα οι κινήσεις σε επίπεδο σχεδιασμού και πορειών στο χώρο να είναι αντίστοιχα αποσπασματικές» επισημαίνουν οι μελετητές στα συμπεράσματα της εργασίας τους.
Π. Νικηφορίδης: Το παράδειγμα της Νέας Παραλίας
Με απαξίωση τόσο από τις αρχές, όσο και από τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, έχει αντιμετωπιστεί ο δημόσιος χώρος στην Ελλάδα εδώ και πολλές δεκαετίες, όπως επισήμανε ο αρχιτέκτων Πρόδρομος Νικηφορίδης. Παρότι οι αστικές αναπλάσεις είναι, όπως είπε, το σημαντικότερο εργαλείο στη διαμόρφωση και εξέλιξη του δημόσιου χώρου, ωστόσο εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα. Ενδεικτικά ανέφερε την περιπέτεια της Νέας Παραλίας, ενός έργου που τελικά έλαβε διεθνή βραβεία, αλλά χρειάστηκε να περάσει από χίλια κύματα μέχρι να ολοκληρωθεί.
«Το 2010 ο Δήμος Θεσσαλονίκης προσπαθεί να εντάξει το έργο στο ΕΣΠΑ. Πιο ώριμη μελέτη δεν γίνεται, τα εμπόδια πολλά, αλλεπάλληλες παρατηρήσεις από την Διαχειριστική Αρχή με προαπαιτούμενη έγκριση κάθε φορά από το ΥΠΕΣ, τρεις φορές πέρασε και βέβαια απαραίτητη η συνδρομή των μελετητών, πολύ λογικό. Ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Θεσσαλονίκης αποφασίζει και στέλνει επιστολές που ζητά την μη ένταξη του έργου. Κανένα περαιτέρω σχόλιο. Το έργο ξεκινά και μετά από 1,5 χρόνο αγανακτισμένοι περίοικοι ζητούν από το Συμβούλιο της Επικρατείας την απένταξη του έργου, δηλαδή να το πληρώσουμε όλοι μαζί, δηλαδή ο Δήμος Θεσσαλονίκης, το έργο είναι σχεδόν έτοιμο. Ο Μπουτάρης μιλάει για ανθρωποφαγία. Η προσφυγή απορρίπτεται τον Οκτώβριο του 2013 και το έργο παραδίδεται ένα μήνα μετά. Αυτά πολύ συνοπτικά κάποια από τα πολλά εμπόδια που συναντά μία αστική ανάπλαση» είπε χαρακτηριστικά και διερωτήθηκε: είναι δεδομένη η επιτυχία μιας ανάπλασης; Όχι. «Το άγχος ήταν πολύ μεγάλο, βοηθούσαν και οι υπηρεσιακοί παράγοντες. Ωστόσο, ο κόσμος αγάπησε την Νέα Παραλία όπως και το σύνολο των αρχιτεκτόνων, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων » πρόσθεσε. Όπως είπε, η προσπάθεια συνεχίζεται, «συνεχίζεται γιατί ξεκίνησε σωστά, προχώρησε σωστά, υλοποιήθηκε σχεδόν σωστά και πρέπει να συνεχίσει έτσι. Μπορείς να αφήσεις ένα έργο για το οποίο πάλεψες τόσα χρόνια στη τύχη του; Είναι κοινό μυστικό ότι υπάρχει έλλειμμα συντήρησης, υπάρχει έλλειμμα σωστής θεώρησης των πραγμάτων από μέρους της πλειοψηφίας των πολιτών, υπάρχει μεγάλο πρόβλημα» πρόσθεσε. Ιδιαίτερη μνεία έκανε και στην ίδρυση του Συλλόγου ¨Οι φίλοι της Νέας Παραλίας» το 2012.
Κ. Μπελιμπασάκης: Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται ρηξικέλευθες χειρονομίες
Ανάγκη από ρηξικέλευθες χειρονομίες, όπως η πεζοδρόμηση του εμπορικού κέντρου, η επέκταση και η πεζοδρόμηση της παλιάς παραλίας κι η συνολική θεώρηση και ενοποίηση της παραλιακής ζώνης του Θερμαϊκού, έχει η Θεσσαλονίκη, η οποία χρειάζεται ακόμη να δημιουργήσει ένα ελκυστικό “destination brand» προς όφελος του τουρισμού της. Τα παραπάνω επισήμανε ο γενικός διευθυντής Τεχνικών Υπηρεσιών του δήμου Θεσσαλονίκης, αρχιτέκτων Κώστας Μπελιμπασάκης, ο οποίος τόνισε ακόμη ότι δεν αρκούν μόνον οι «αναπλάσεις» στο κέντρο της πόλης. «Για να προωθηθεί αποφασιστικά η βιώσιμη κινητικότητα απαιτείται ένας ολοκληρωμένος ανασχεδιασμός όλων των τρόπων μετακίνησης, η ανασύνταξη της πολιτικής στάθμευσης και η αύξηση της χωρητικότητας του κοινόχρηστου χώρου προς όφελος των ήπιων μέσων και του βαδίσματος. Ξεκινώντας από μια ριζική αναδιοργάνωση του μεταφορικού συστήματος, δίνοντας προτεραιότητα στον πεζό και στο ποδήλατο και σε συνδυασμό με μια εκστρατεία ενημέρωσης του κοινού για τις αξίες και τις ποιότητες του δημόσιου χώρου ως κοινόχρηστου αγαθού, βελτιώνουμε τις συνθήκες του αστικού περιβάλλοντος, προς όφελος της υγείας, της καθημερινότητας και της οικονομικής ανάπτυξης. Το αυτοκίνητο υποχωρώντας θα αποδώσει σε χρήση το ζωτικό χώρο που καταλαμβάνει κινούμενο ή σταθμευμένο» είπε χαρακτηριστικά.
Πρόσθεσε ότι σήμερα, περισσότερο από ποτέ, απαιτείται ένα συνολικό πλαίσιο πνοής για τη μητροπολιτική περιοχή και θεωρείται αναγκαία η εφαρμογή ενός νέου μοντέλου χωρικής και οικονομικής ανάπτυξης για τη Θεσσαλονίκη του 21ου αιώνα, με στόχο τη θωράκιση της πόλης στους ενδογενείς και εξωγενείς κινδύνους. Στο πλαίσιο αυτό, έργα υψηλής προτεραιότητας είναι: 1. Ανάπλαση της ΔΕΘ και της ευρύτερης περιοχής και δημιουργία εκθεσιακού και πολιτιστικού κέντρου μητροπολιτικού επιπέδου, 2. Διευθέτηση Περιφερειακής Τάφρου Θεσσαλονίκης και ανάπλαση περιβάλλοντος χώρου, 3. Στρατηγικός πολεοδομικός ανασχεδιασμός και ανάπλαση του θαλασσίου μετώπου στον αστικό και περιαστικό χώρο, 4. Αναβάθμιση της εικόνας και της λειτουργίας του παραδοσιακού εμπορικού τομέα του ιστορικού κέντρου, 5. Απόδοση στην πόλη τμήματος του λιμένος Θεσσαλονίκης, 6. Ανάπλαση πλατειών της πόλης: Πλατείες Ελευθερίας, Αριστοτέλους, Αγ.Σοφίας , Φαναριωτών (Δημ.Γούναρη), 7. Ανάδειξη τειχών και ανάπλαση της περιοχής του Επταπυργίου και 8. Ανάπλαση οδού Τσιμισκή. «Όλα τα παραπάνω πρέπει να συντεθούν σε ένα ενιαίο επιχειρησιακό πλαίσιο με την ωρίμανση ενός Ολοκληρωμένου Επιχειρησιακού Σχεδιασμού της Ευρύτερης Μητροπολιτικής Περιοχής Θεσσαλονίκης» κατέληξε.
Πλατφόρμα διαλόγου για τον πολιτισμό της καθημερινότητας
Για την πλατφόρμα διαλόγου με τους ανθρώπους και τους φορείς της Θεσσαλονίκης, που προωθεί η Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Β. Ελλάδος (ΠΕΕΒΕ), μίλησε ο δημοσιογράφος Κώστας Μπλιάτκας, γενικός διευθυντής της ΠΕΕΒΕ. Η πλατφόρμα αυτή έχει ώς άξονες τον πολιτισμό της καθημερινότητας, τις δράσεις μαζί με τους ενεργούς πολίτες της Θεσσαλονίκης και τις συμπράξεις πάνω σε πολιτιστικές δημιουργίες. Ο ίδιος έκανε σύντομη αναφορά στα 15 χρόνια της έκδοσης του ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΝ ΠΟΛΙΣ. Παρουσίασε τέλος τη δομή και λειτουργία της ΠΕΕΒΕ ως παραγωγού πολιτιστικών και ιστορικών εκδόσεων και ντοκιμαντέρ που αφορούν στην ιστορία και στην πολιτιστική διαδρομή της Θεσσαλονίκης, αλλά και ως διοργανωτή συμποσίων -για τη γεωπολιτική σημασία της πόλης στα Βαλκάνια, την Μεσόγειο και την Ευρώπη- και εκδηλώσεων λόγου για την Τέχνη, για τον δημόσιο χώρο και την ιστορική αρχιτεκτονική κληρονομιά.
Η ελληνική διατροφική παράδοση μπορεί να φέρει ανάπτυξη
Τους τρόπους με τους οποίους η Ελλάδα μπορεί να αξιοποιήσει την ελληνική διατροφική παράδοση ώστε να δρομολογήσει ισχυρές αναπτυξιακές επιλογές, παρουσίασε από την πλευρά του ο ερευνητής Αθανάσιος Τσαυτάρης, πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Όπως είπε, η μακροχρόνια παράδοση εσωκλείει γιγάντια συσσωρευμένη γνώση, ενώ παρουσίασε ένα ερώτημα μπροστά στο οποίο βρίσκονται συχνά οι ερευνητές: πώς είναι δυνατόν πράγματα που οι επιστήμονες έμαθαν «χτες», να είχαν τόσο ευρεία εφαρμογή στην ελληνική παράδοση χωρίς οι άνθρωποι να γνωρίζουν γενετική ή μεταγονιδιωματική; Συνδέοντας τη γενετική με τη διατροφή, ο κ.Τσαυτάρης επισήμανε μεταξύ άλλων τη μεγάλη αναπτυξιακή ευκαιρία που συνιστά για την Ελλάδα το γεγονός ότι ένα μεγάλο γκρουπ καταναλωτών, οι χορτοφάγοι, θα ξεπεράσουν το 30% του πληθυσμού μέσα στην επόμενη πενταετία. Λόγω των διατροφικών συνηθειών τους, οι χορτοφάγοι δεν λαμβάνουν σημαντικά στοιχεία, που βρίσκονται πχ, στο κρέας και τα γαλακτοκομικά. Ωστόσο, επί αιώνες στα ελληνικά μοναστήρια για παράδειγμα, το κρέας έχει σχεδόν εξοβελιστεί από τη διατροφή, αλλά οι άνθρωποι διατηρούν άριστη υγεία, προσλαμβάνοντας τα αναγκαία θρεπτικά στοιχεία από τροφές όμως το ταχίνι ή ο χαλβάς. «Μια μεγάλη ευκαιρία θα μπορούσε να είναι να προσφέρουμε στους χορτοφάγους, ακόμη και πάνω στα κρουαζιερόπλοια, ένα έτοιμο φυτοφαγικό διαιτολόγιο, δοκιμασμένο επί αιώνες στην ελληνική παράδοση, βασισμένο σε ταχίνι, χαλβά κτλ. Επίσης, γιγάντιες αξίες υπάρχουν σε γαλακτοκομικά όπως τα αριάνι ή στα τουρσιά (προβιοτικά), αλλά και το σκορδόξυδο» κατέληξε ο καθηγητής.
typosthes.gr-Oikonomia