Το σχεδιαστικό δίδυμο των Eating the Goober θεωρεί πως το μαγικό, «βιώσιμο» alter ego μας είναι πιο κοντά από όσο νομίζουμε.
Η Βίκυ Μουδήλου και ο Σταμάτης Γκίνης, ζευγάρι στη ζωή και τη δουλειά, έχουν μια πολύ ωραία ιστορία να σου διηγηθούν. Αν τύχεις και περάσεις από το flagship κατάστημα του Εating the Goober, στο Σύνταγμα, ένα μικρό, κατάφυτο χώρο, θα πάρεις απευθείας μίας γεύση της φιλοσοφίας τους. Τα πολυμορφικά items της νέας τους χειμερινής συλλογής μας ξαναπάνε στην αρχική τους ιδέα: τα περίφημα «ηθικά» σανδάλια, όπως τα λέει η Βίκυ, κατασκευασμένα από παλιά ελαστικά, που μπορείς να μεταμορφώσεις αλλάζοντας μόνο το upper τους. Η ίδια μας μίλησε για την αρχή της κοινής τους επιχειρηματικής τους πορείας και για τις σημαντικές αποφάσεις, που οφείλει να πάρει κάθε brand, που θέλει να ανήκει στο φάσμα του sustainable fashion.
«Στόχος μας ήταν και είναι η δημιουργία ενός brand, που να καταφέρνει να ισορροπεί μεταξύ του «ενδιαφέροντος» και του «φορέσιμου». Αγαπάμε να δημιουργούμε σύνολα με άποψη, με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες και καλλιτεχνική ματιά, αλλά παράλληλα κατανοούμε πλήρως, πως όλοι μας θέλουμε να χαιρόμαστε τα ρούχα μας, σε καθημερινή βάση. Αυτή την λεπτή ισορροπία προσπαθούμε να διατηρήσουμε. Στόχος μας είναι όλα αυτά να τα πετύχουμε, λειτουργώντας με σεβασμό στον άνθρωπο, τα ζώα και το περιβάλλον. Πιστεύουμε στο slow fashion, αγαπάμε το upcycling και τις κυκλικές πρακτικές, προσπαθούμε με καινοτόμες ιδέες να βοηθήσουμε στο να αλλάξουμε καταναλωτικές συνήθειες, είμαστε υπέρμαχοι της διαφάνειας, κατανοούμε τις αδυναμίες μας και έχουμε διάθεση για συνεχή εξέλιξη (όπως υπονοεί και το όνομα μας…)».
«Είναι εξαιρετικά δύσκολο- γενικά και όχι μόνο στην Ελλάδα- το να δημιουργήσει κανείς ένα βιώσιμο brand. Κατά την γνώμη μας, απόλυτο sustainability δεν υπάρχει. Αυτό που θέλουμε να πούμε, είναι ότι ένα brand, που έχει αποφασίσει να ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι, θα πρέπει να κληθεί να πάρει κάποιες αποφάσεις, στο πώς τελικά θα πορευτεί σχετικά με τις πρώτες ύλες που θα επιλέξει, με τον τρόπο παραγωγής, τι θα αποκλείσει εντελώς και τι θα επιτρέψει υπό όρους. Το απόλυτο δεν μπορεί να το πετύχει, έτσι λοιπόν είναι θέμα επιλογών σε ποια θέματα θα επιμείνει και σε ποια θα αναγκαστεί να συμβιβαστεί. Εμείς, για παράδειγμα, ως brand έχουμε αποφασίσει να εισάγουμε ελαττωματικά, μη χρησιμοποιημένα ελαστικά αυτοκινήτων, καθώς και δέρμα ανανά, προκειμένου κατασκευάσουμε τα «ηθικά», «μαγικά σανδάλια» μας. Στα συν της επιλογής μας αυτής είναι ότι χρησιμοποιούμε απορρίμματα για να κατασκευάσουμε κάτι νέο. Στα μείον της επιλογής μας είναι πως τα εισάγουμε, οπότε και αφήνουμε ενεργειακό αποτύπωμα με την μεταφορά τους. Τέτοιου είδους αποφάσεις καλούμαστε να πάρουμε σχεδόν για τα πάντα και πολλές φορές στερούμαστε την δυνατότητα της επιλογής ή η επιλογή δεν είναι οικονομικά βιώσιμη για εμάς. Κανείς δεν είναι τέλειος. Σημασία έχει να γίνονται βήματα μπροστά. Ναι, το να δημιουργήσεις ένα brand στην Ελλάδα είναι από μόνο του εξαιρετικά δύσκολο. Το να δημιουργήσεις ένα βιώσιμο brand είναι αλλαγή πίστας στην δυσκολία».
«Για να μπορέσει ένα brand να λέγεται βιώσιμο, θα πρέπει σε όλες τις αποφάσεις που καλείται να πάρει, ο γνώμονας να είναι ο ηθικός κώδικας, που το ίδιο έχει θέσει. Γνώμονας θα πρέπει να είναι πάντα το πώς θα μπορέσει να λειτουργεί με τρόπο φιλικό προς τον άνθρωπο, τα ζώα , το περιβάλλον και όχι μόνο το κέρδος. Ένα brand, όμως, δεν παύει να είναι και μία επιχείρηση, που χρειάζεται κέρδη, για να συνεχίσει να λειτουργεί. Έτσι, ένα ηθικό και παράλληλα πετυχημένο brand θα πρέπει να μπορεί να διατηρεί την ισορροπία μεταξύ της βιωσιμότητας του πλανήτη και της οικονομική βιωσιμότητας της ίδιου του εαυτού του».
«Παρόλο που γίνονται πολλές προσπάθειες, δυστυχώς, τα πράγματα είναι δύσκολα για την πορεία της παγκόσμιας μόδας, και όχι μόνο. Δύσκολα να είσαι αισιόδοξος, βλέποντας την οικολογική καταστροφή γύρω μας, την αλλαγή του καιρού, τις ενέργειες που δεν αποφασίζονται συλλογικά, την ενεργειακή κρίση που έρχεται, το πέπλο του πολέμου που πλανάται πάνω από όλον τον πλανήτη. Δεν είμαστε, όμως, από τους ανθρώπους που λένε, πως ότι ήταν να γίνει έγινε, και ότι δεν υπάρχει λόγος να προσπαθούμε να γινόμαστε καλύτεροι σε ατομικό επίπεδο αλλά και ως εταιρεία. Φυσικά για να υπάρξει ουσιαστική αλλαγή, θα πρέπει να γίνουν σοβαρές αλλαγές στους νόμους, χωρίς αυτό δεν σημαίνει πως εμείς θα πρέπει να μένουμε αδρανείς. Έτσι εμπνευστήκαμε και το κείμενο που συνόδευε την προηγούμενη συλλογή μας, με όνομα, Γίνε εsea η αλλαγή που θέλεις να earthει’:
«Δεν υπάρχει καμία ανάγκη για αλλαγή. Όλα θα αυτορυθμιστούν», είπε το Παρελθόν.
“Δυστυχώς είναι αργά. Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω”, είπε το Παρόν. “Δεν ξέρω τι μπορεί να αλλάξει και τι όχι, όμως έχω πάρει την απόφαση να πεθάνω
προσπαθώντας”, είπε το Μέλλον. Και συμπλήρωσε: “Δεν χρειάζομαι λίγους που να
τα κάνουν όλα τέλεια, χρειάζομαι εκατομμύρια που να προσπαθούν”.».
.
Moda