Όπως σημειώνεται στο άρθρο κατά τη διάρκεια των 20 ετών εξουσίας του Ερντογάν ο πρόεδρος της Τουρκίας «έχει γίνει όλο και πιο αυταρχικός, ασκώντας αδικαιολόγητη επιρροή στα δικαστήρια, την κεντρική τράπεζα και άλλους κρατικούς θεσμούς και εκφοβίζοντας την αντιπολίτευση και τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης».
«Οι δημοσκοπήσεις, ωστόσο, δείχνουν ότι ακόμη και με τις πιθανότητες να είναι υπέρ του κ. Ερντογάν, οι αντίπαλοι στις προεδρικές και βουλευτικές που θα διεξαχθούν στις 14 Μαΐου είναι πολύ κοντά για να πει κανείς ποιος θα είναι ο τελικός νικητής. Αν υποθέσουμε ότι η ψηφοφορία θα είναι ελεύθερη, ο κ. Ερντογάν θα μπορούσε κάλλιστα να ανατραπεί από τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος ηγείται μιας ενωμένης αντιπολίτευσης που έχει δεσμευτεί να αποκαταστήσει τη δημοκρατία. Θα γίνει αυτό;» αναρωτιέται ο Economist.
Σύμφωνα με τον συντάκτη του άρθρου του Economist «η μικρή δημοσκοπική διαφορά ανάμεσα στους δύο βασικούς υποψήφιους έχει τροφοδοτήσει τη φημολογία ότι ο Ερντογάν μπορεί να παρέμβει στις εκλογές, να αμφισβητήσει τα αποτελέσματα αν χάσει ή ακόμη και να αρνηθεί να τα αποδεχθεί. Ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας δεν έχει διασκεδάσει αυτές τις ανησυχίες. “Ο λαός μου δεν θα παραδώσει αυτή τη χώρα σε έναν πρόεδρο που υποστηρίζεται από τρομοκράτες», δήλωσε την 1η Μαΐου. Ο υπουργός Εσωτερικών, Σουλεϊμάν Σοϊλού, υποστήριξε ότι οι εκλογές θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε «απόπειρα πολιτικού πραξικοπήματος με την υποστήριξη της Δύσης”».
Το βασικό ερώτημα σύμφωνα με τον Economist είναι «αν οι ψήφοι θα καταμετρηθούν με ακρίβεια. Οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης λένε ότι έχουν τα μέσα για να διασφαλίσουν ότι θα γίνει. Η αντιπολίτευση σκοπεύει να τοποθετήσει τουλάχιστον δύο παρατηρητές σε κάθε μία από τις 192.000 κάλπες, να πραγματοποιήσει τη δική της καταμέτρηση των ψήφων και να συγκρίνει τους αριθμούς της με εκείνους που εκδίδονται μέσα στη νύχτα από την εκλογική επιτροπή της Τουρκίας (η οποία υποστηρίζει τον κ. Ερντογάν, αλλά δεν ελέγχεται πλήρως από αυτόν)».
«Από την πλευρά της η Μη Κυβερνητική Οργάνωση Oy ve Otesi, σχεδιάζει να αναπτύξει τουλάχιστον 70.000 παρατηρητές. Πρόκειται για εθελοντές που έχουν δηλώσει ότι θα παρακολουθήσουν τη διαδικασία των εκλογών στις τρεις μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας, την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Άγκυρα, σύμφωνα με το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΜΚΟ, Χαντέ Τουράν. Η ίδια δηλώνει ότι το υψηλό επίπεδο ελέγχου θα μειώσει τον κίνδυνο νοθείας σε μεγάλη κλίμακα».
Ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα, σύμφωνα με τον Economist, θα μπορούσε να αποτελέσει η κατάσταση στις περιοχές της χώρας που καταστράφηκαν από τους δίδυμους σεισμούς του Φεβρουαρίου, οι οποίοι προκάλεσαν τον θάνατο περισσότερων από 50.000 ανθρώπων. Από τα 3 εκατ. άτομα που εκτοπίστηκαν από την καταστροφή, μόνο οι μισοί έχουν εγγραφεί για να ψηφίσουν στα μέρη στα οποία μετακινήθηκαν με την Τουρκία να έχει ελάχιστες διατάξεις για ψηφοφορία εξ αποστάσεως. Ο αριθμός εκείνων που θα πρέπει να επιστρέψει στις περιοχές που έχουν κατεστραφεί για να ψηφίσει, αντιπροσωπεύει περίπου το 2% των 64 εκατομμυρίων ψηφοφόρων της Τουρκίας. Τα πολιτικά κόμματα έχουν προσφερθεί να τους μεταφέρουν με λεωφορεία, αλλά πολλοί μπορεί να μην κάνουν το μακρύ ταξίδι. Δεν είναι σαφές ποιος θα ωφεληθεί αν η προσέλευση των ψηφοφόρων αυτών είναι χαμηλή».
Το τρίτο ερώτημα είναι τι θα κάνει ο Ερντογάν αν η ψηφοφορία εξελιχθεί αρνητικά για τον ίδιο. «Αξιωματούχοι του κόμματος Ερντογάν απορρίπτουν κάθε υπόνοια ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας θα αρνηθεί να παραδώσει την εξουσία. Αλλά δεκάδες άνθρωποι που έχουν πολλά να χάσουν, συμπεριλαμβανομένων διεφθαρμένων αξιωματούχων και επιχειρηματιών που βασίζονται σε κρατικά συμβόλαια, μπορεί να προσπαθήσουν να τον πείσουν να την κρατήσει, ιδίως σε περίπτωση οριακής ήττας. Για να το κάνει αυτό ο κ. Ερντογάν θα χρειαστεί την υποστήριξη της γραφειοκρατίας και των δυνάμεων ασφαλείας, λέει αναλυτής στο Ινστιτούτο Μέσης Ανατολής, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα την Ουάσιγκτον. “Αλλά αυτό είναι ένα ριψοκίνδυνο σενάριο γι’ αυτόν. Δεν νομίζω ότι οι θεσμοί θα υποστηρίξουν έναν Ερντογάν που μόλις έχασε τις εκλογές, επειδή δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν νομικές επιπτώσεις [σε περίπτωση που επικρατήσει η αντιπολίτευση]” προσθέτει ο ίδιος» σύμφωνα με τον Economist.
«Πολλοί παρατηρητές εκτός Τουρκίας πιστεύουν ότι ο κ. Ερντογάν δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει τις εκλογές. Η πιο κοινή άποψη στο εσωτερικό της χώρας είναι ότι δεν έχει την πολυτέλεια να κλέψει μία» σημειώνει ο Economist και καταλήγει στην ανάλυσή του: «Οι Τούρκοι πιστεύουν ότι η ψήφος τους έχει σημασία. Η συμμετοχή στις τελευταίες τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις ανήλθε κατά μέσο όρο στο 85%, αριθμός πολύ μεγαλύτερος από αυτόν στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Οι προηγούμενες εκλογές είχαν παρατυπίες αλλά ποτέ δεν υπήρξε υπόνοια για “κλοπή” της νίκης. Οποιαδήποτε απόπειρα νοθείας ή πραξικοπήματος θα μπορούσε να προκαλέσει μαζικές διαμαρτυρίες, βία και οικονομική αναταραχή. Η κάλπη έχει γίνει ίσως η τελευταία βαλβίδα της Τουρκίας για τη διατύπωση διαφωνίας. Αν την κλείσετε, η χώρα κινδυνεύει να ανατιναχθεί».
Οι Βρυξέλλες παρακολουθούν στενά, αλλά και από απόσταση
Από την πλευρά τους οι Βρυξέλλες παρακολουθούν στενά, αλλά και από απόσταση ποιο θα είναι το διακύβευμα της κάλπης κι εάν οι ψηφοφόροι θα ταχθούν υπέρ του κεμαλισμού ή εάν ο Ταγίπ Ερντογάν θα καταφέρει να εξασφαλίσει με θεμιτά ή και αθέμιτα μέσα την παραμονή του στην εξουσία.
.