Εννιά αγνοούμενοι τρεις μήνες μετά το Norman Atlantic
Τα ίχνη των περισσότερων από τους έλληνες αγνοούμενους χάνονται πάνω στο κατάστρωμα το μεσημέρι εκείνης της Κυριακής. Εκεί διασωθέντες -λένε ότι- τους είδαν να φορούν σωσίβιο. Σήμερα στην πλειονότητά τους οι συγγενείς τους το έχουν πάρει πια απόφαση, πως όχι μόνο έχασαν τους ανθρώπους τους αλλά και πως ίσως οι σοροί τους δεν βρεθούν ποτέ.
Γι’ αυτό και στο σύνολό τους σκοπεύουν να ακολουθήσουν τι δικαστική οδό, όπως κι αρκετές από τις οικογένειες των τριών ελλήνων θυμάτων και των διασωθέντων.
Η Έλενα Θεοδωρίδου, ανιψιά του 54χρονου Βασίλη Τσάμη από τη Θεσσαλονίκη, ο οποίος μετέφερε με φορτηγό πορτοκάλια προς τη Γερμανία στο τελευταίο ταξίδι του, δεν κρύβει, πέρα από τη θλίψη της, και την οργή των συγγενών του θείου της, πατέρα ενός γιου. Από την πρώτη στιγμή που συνέβη το κακό, ήμασταν μόνοι μας κι αβοήθητοι, το ίδιο ισχύει και σήμερα. Από δω και πέρα δεν υπάρχει κάτι να μας μαλακώσει, λέει στα Νέα.
Όταν είσαι πολίτης μιας χώρας, σε τέτοια μεγάλα ζητήματα – δεν μιλάμε για αυτοκινητικό ατύχημα – περιμένεις την κρατική μέριμνα. Στην περίπτωσή μας ωστόσο, η ελληνική πολιτεία δεν αντέδρασε άμεσα, δεν υπήρξε πουθενά, υποστηρίζει.
Η πνιγμένοι ή καμένοι
Δεν ξέρω ποιος, αλλά κάποιος φταίει γι’ αυτό που έγινε, λέει με τη σειρά της η Σοφία Συμεωνίδου, μία από τις δύο κόρες του Γιάννη Συμεωνίδη, του 53χρονου οδηγού φορτηγού ψυγείου από το Λάκκωμα Χαλκιδικής. Εμείς πάντως, από κοινού με άλλες οικογένειες αγνοουμένων απευθυνθήκαμε παντού. Νομίζαμε ότι θα βγάζαμε άκρη, γι’ αυτό και τρέχαμε πανικόβλητοι από υπουργείο σε υπουργείο. Πήγαμε και στο Εξωτερικών και στο Ναυτιλίας, αναζητώντας τους αρμοδίους. Ενώ φτάσαμε εκεί με μία ελπίδα, το μόνο που πήραμε από αυτούς ήταν μια ωμή απάντηση: «Αφού δεν έχουν δώσει σημεία ζωής οι δικοί σας θα είναι είτε πνιγμένοι είτε καμένοι», έλεγαν, περιγράφει η 23χρονη.
Στο σκοτάδι οι έρευνες για τα αίτια
Ακόμα και σήμερα, τα αίτια της τραγωδίας παραμένουν αδιευκρίνιστα. Θέμα συζήτησης έγινε εξαρχής η απόφαση του ιταλού καπετάνιου, αντί να γυρίσει στην κοντινότερη Κέρκυρα, να πλεύσει προς την Αδριατική, δηλώνοντας ότι ελέγχει την κατάσταση. Τον συντονισμό, έτσι, της έρευνας – διάσωσης, ανέλαβε το Κέντρο Επιχειρήσεων της Ρώμης, έναντι του ελληνικού Ενιαίου Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης.
Έκτοτε η πρόοδος των ερευνών και της διαδικασίας απόδοσης ευθυνών για το ναυτικό δυστύχημα ακολουθεί ρυθμούς σημειωτόν. Μπορεί επισήμως να έχουν κληθεί έξι άτομα σε απολογία από τις ιταλικές Αρχές, στην πραγματικότητα ωστόσο τρεις ολόκληρους μήνες από το συμβάν καίρια σημεία του πλοίου, εκεί όπου ξέσπασε η φωτιά, είναι ακόμα ανεξερεύνητα, ενώ ουσιώδη στοιχεία από τον εξοπλισμό του πιθανόν να έχουν καταστραφεί από τις φλόγες.