Πώς συνδέεται αυτό το αντιπαραγωγικό συναίσθημα με την αποστροφή μας για την αβεβαιότητα και το…
προπατορικό αμάρτημα;
«Νιώθω ένοχη σχεδόν για τα πάντα»: Με αυτή τη φράση ξεκινάει το άρθρο της στον Guardian η ακαδημαϊκός και συγγραφέας Devorah Baum στο οποίο προσπαθεί να εντοπίσει κάτω από την ομίχλη του ανθρώπινου συναισθήματος τη βαθύτερη αιτία που κάνει πολλούς από εμάς να κατακλυζόμαστε καθημερινά από ενοχές.
«Σήμερα αισθάνθηκα ήδη ενοχές επειδή είπα το λάθος πράγμα σε μια φίλη. Έπειτα αισθάνθηκα ένοχη επειδή απέφυγα αυτή τη φίλη, εξαιτίας του λάθος πράγματος που είπα. Επιπλέον, δεν έχω πάρει ακόμα τηλέφωνο τη μητέρα μου: ένοχη. Και επίσης συνειδητοποιώ ότι θα έπρεπε να έχω οργανώσει κάτι ξεχωριστό για τα γενέθλια του συζύγου μου: ένοχη. Έδωσα το λάθος τρόφιμο στο παιδί μου: ένοχη. Είμαι κάπως αμελής στη δουλειά μου τελευταία: ένοχη. Δεν έφαγα πρωινό: ένοχη. «Τσίμπησα» ένα ανθυγιεινό σνακ: διπλά ένοχη. Καταλαμβάνω τόσο χώρο σε έναν ήδη στριμωγμένο πλανήτη: ένοχη, ένοχη, ένοχη.
Δεν νιώθω καθόλου καλά για τις ενοχές μου. Ιδίως όταν οι μορφωμένοι φίλοι μου φροντίζουν να μου υπενθυμίζουν πόσο εγωκεντρικοί, φαντασμένοι, πολιτικά συντηρητικοί και ηθικά προβληματικοί είναι οι άνθρωποι που έχουν πολλές ενοχές. Τον καημένο τον εαυτό μου… Νιώθει ένοχος επειδή έχει ενοχές. Ενοχές, κόρης, αδερφής, συζύγου, μητέρας, συναδέλφου, ενοχές μεσαίας τάξης, λευκής φυλής, φιλελεύθερης ιδεολογίας, ιστορικές ενοχές, εβραϊκές ενοχές: Για όλες τις ενοχές είμαι ένοχη», αναφέρει η συγγραφέας.
Σύμφωνα με την αρθρογράφο, υπάρχουν κάποιοι που ισχυρίζονται ότι ξέρουν το μυστικό για να απαλλαγούμε από την ενοχή. Η διάσημη motivational speaker (ομιλήτρια παρακίνησης) Denise Duffield-Thomas υποστηρίζει ότι πρόκειται για ένα από τα πιο συνηθισμένα συναισθήματα, κυρίως στις γυναίκες. Αισθάνονται ένοχες επειδή θέλουν περισσότερα, επειδή ξοδεύουν χρήματα για τον εαυτό τους, επειδή απολαμβάνουν όσα έχουν, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι στον κόσμο που πεινάνε.
Η ίδια υποστηρίζει ότι, για να μπορέσει κάποιος να ξεπεράσει τις ενοχές του πρέπει να κατανοήσει δύο πράγματα: 1ον) Ότι του αξίζουν όσα έχει και 2ον) ότι δεν φέρει την παραμικρή ευθύνη για τις κοινωνικές και ιστορικές αδικές που υπάρχουν στον κόσμο.
Η συγκεκριμένη συγγραφέας και ομιλήτρια βλέπει την ενοχή μέσα από το πρίσμα της δουλειάς της, που είναι ουσιαστικά να ενθαρρύνει τις γυναίκες να ξεπεράσουν τα εμπόδια που τις εμποδίζουν στην καριέρα τους και να κυνηγήσουν το χρήμα, χωρίς τίποτε να τις κρατάει πίσω.
Αυτού του είδους οι συμβουλές, τονίζει η αρθρογράφος «σκιαγραφούν» την ενοχή ως τον πιο σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα στην επαγγελματική εξέλιξη και ουσιαστικά υποστηρίζουν ότι μπορεί να «εξαλειφθεί» αν το άτομο που την αισθάνεται την καταπνίξει προκειμένου να βγάλει περισσότερα χρήματα, κάτι που φυσικά δεν ισχύει.
Το επίμονο αίσθημα της ενοχής
«Με τον πληθωριστικό της χαρακτήρα, η ενοχή δείχνει να έχει «συσσωρευτεί» με το πέρασμα του χρόνου. Παρόλο που τείνουμε να κατηγορούμε τη θρησκεία επειδή καταδικάζει τους ανθρώπους ως αμαρτωλούς, η ενοχή που ήταν κάποτε συνδεδεμένη με συγκεκριμένες αμαρτίες – για τις οποίες οι θρησκευτικές κοινότητες μπορούσαν να επιβάλουν κατάλληλες τιμωρίες – φαίνεται, στην σημερινή πιο κοσμική εποχή, να σχετίζεται πλέον με τα πάντα: με το φαγητό, το σeξ, τα χρήματα, την δουλειά, την ανεργία, την αναψυχή, την υγεία, το fitness, την πολιτική, την οικογένεια, τους φίλους, τους συναδέλφους, τους αγνώστους, τα ταξίδια, το περιβάλλον… με ό,τι μπορείς να σκεφτείς».
H μανία της σημερινής κοινωνίας με τα social media δείχνει να επιβαρύνει το πρόβλημα. «Δεν υπάρχει περίπτωση να χρησιμοποιείς τα social media για καιρό, χωρίς κάποιος να σε κατηγορήσει, κουνώντας σου το δάχτυλο, για κάτι», επισημαίνει χαρακτηριστικά η αρθρογράφος, τονίζοντας ότι πολλά τρολ μυρίζονται αυτήν ακριβώς την αίσθηση ενοχής που διακατέχει πολλούς ανθρώπους, και την εκμεταλλεύονται για να τους επηρεάσουν ψυχολογικά.
«Τα πράγματα δεν θα έπρεπε να είναι έτσι. Οι σπουδαίοι «σταυροφόροι» του μοντερνισμού θα έπρεπε να έχουν ξεριζώσει για τα καλά την ενοχή μας. Αντικείμενο αμέτρητων μελετών ανώτερων μυαλών, η ενοχή κατηγορήθηκε από τους σύγχρονους διανοητές ότι απομυζεί τη ζωή από μέσα μας και επιβαρύνει την ψυχολογία μας. Κατηγορήθηκε ότι μας κάνει αδύναμους (Νίτσε), νευρωτικούς (Φρόιντ) και μη αυθεντικούς (Σαρτρ).
Το προπατορικό αμάρτημα και η «ρίζα» του κακού
Στην προσπάθειά της να εντοπίσει την βαθύτερη αιτία αυτού του εξαιρετικά «επίμονου» συναισθήματος, η αρθρογράφος εξετάζει την ιστορία του προπατορικού αμαρτήματος και στην αίσθηση ενοχής που προκάλεσε αυτό.
«Στη βιβλική ιστορία, ο άνθρωπος χάνει τον παράδεισο όταν υποκύπτει στον πειρασμό του απαγορευμένου φρούτου από το δέντρο της Γνώσης. Ακριβώς αυτή η «γνώση» τον οδηγεί εκτός του κήπου της Εδέμ στην εξορία, όπου παραμένει μέχρι σήμερα. Η ενοχή του είναι μια συνεχής, επίμονη υπενθύμιση ότι πήρε μια λάθος απόφαση. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτήν την ιστορία βλέπουμε πώς η ανθρώπινη ενοχή μπορεί να ξεγελά, όπως το ερπετό που οδήγησε τον πρώτο άνθρωπο στην πτώση. Αν πράγματι ο άνθρωπος αμάρτησε δοκιμάζοντας τη γνώση, η ενοχή που τον τιμωρεί επαναλαμβάνει το έγκλημά του: Κουνώντας του το δάχτυλο και λέγοντάς του «στα λεγα εγώ», η ενοχή μεταμορφώνεται σε μια φριχτή γνώση. Μας κρατά, όπως εξηγεί ο ψυχαναλυτής Adam Philips υπό την επίδραση μιας βαρετής και επαναλαμβανόμενης φωνής μέσα στο κεφάλι μας που συνεχώς διορθώνει, κριτικάρει και λογοκρίνει, επικρίνοντας τον καθένα από εμάς και βρίσκοντάς του ψεγάδια, χωρίς ωστόσο να αποκαλύπτει τίποτα νέο για τον εαυτό μας. Μέσα στο αίσθημα της ενοχής μας, δείχνουμε ήδη να γνωρίζουμε ποιοι πραγματικά είμαστε και για τι είμαστε ικανοί».
Και συνεχίζει η αρθρογράφος: «Θα μπορούσε να είναι αυτή η πραγματική αιτία της ενοχής μας; Όχι η έλλειψη γνώσης μας, αλλά η εσφαλμένη εντύπωση ότι την κατέχουμε; Η απεγνωσμένη μας ανάγκη να είμαστε σίγουροι για τον εαυτό μας, ακόμα και όταν θεωρούμε τον εαυτό μας άχρηστο, ανίκανο, το απόλυτο τίποτα; Τουλάχιστον, όταν νιώθουμε ένοχοι μάς παρηγορεί η ιδέα ότι νιώθουμε σίγουροι για κάτι – ότι επιτέλους ξέρουμε πώς πρέπει να νιώθουμε, δηλαδή άσχημα».
«Ίσως γι” αυτό είμαστε εθισμένοι σε αστυνομικές σειρές. Ικανοποιούν την επιθυμία μας για βεβαιότητα, ακόμα κι αν αυτή η βεβαιότητα είναι δυσάρεστη. Στην αρχή αυτών των ιστοριών, ξέρουμε ότι συντελέστηκε ένα έγκλημα αλλά αγνοούμε ποιος το έκανε. Μέχρι το τέλος, έχει αποκαλυφθεί ο ένοχος και η υπόθεση έχει κλείσει. Η ενοχή λοιπόν, σε αυτό το δημοφιλές είδος, είναι αυτό που μετατρέπει την άγνοια σε γνώση», εξηγεί η αρθρογράφος.
seleo.gr-Ygeia