Στον κινηματογράφο, η του πρώην σηματοδοτεί την αρχή του δράματος. Η ηρωίδα έχει ξαναχτίσει τη ζωή της πάνω σε γερά (νομίζει) θεμέλια, χαρωπή γυρίζει στο σπίτι της με δέκα σακούλες από το Saks Fifth Avenue και την ώρα που ψάχνει για τα κλειδιά της γνώριμοι κόμποι δακτύλων προβάλλουν και προσφέρονται να τη βοηθήσουν με τα ψώνια. Βρε καλώς τον Νίκο Ξανθόπουλο, σενιαρισμένο και κοστουμαρισμένο… Έχει μόλις επιστρέψει από το Καράκας έπειτα από εκατόν τριάντα εφτά χρόνια ξενιτιάς, που δεν είχε φιλοτιμηθεί να στείλει ούτε καρτ-ποστάλ. Και τώρα θέλει να ξαναμπεί στη ζωή της. Ζητάει ένα ξεροκόμματο από το τραπέζι της, μια καθαρή πετσέτα, να κάνει ένα ντουσάκι στο μπάνιο της, ένα βαρύ γλυκό από τα χεράκια της -«γιατί, Στέλλα, στη Βενεζουέλα μπορεί να έχουν τους καλύτερους καφέδες στον κόσμο αλλά τούρκικο όπως τον κάνεις εσύ δεν μπόρεσαν ποτέ να μου φτιάξουν». Και θέλει βέβαια να δει επιτέλους το παιδί του (αγοράκι με ωραίες καστανές μπούκλες και μάτια κουταβιού που κρατάει ένα γάντι του μπέιζμπολ).
Ευτυχώς στην πραγματική ζωή τα πράγματα είναι πιο απλά. Ο πρώην συνήθως επιστρέφει με ένα friend request. Κι εκείνη με ένα μόνο κλικ ορίζει την τύχη της. Προσοχή όμως γιατί το κουμπάκι του Confirm κι αυτό του Not Now απέχουν ελάχιστα (άσε που το Not Now δεν είναι Ignore -μα πού χάθηκε η τίμια εκείνη εντολή;). Ναι, η επιστροφή του πρώην έχει γίνει πια παιχνιδάκι με όλες αυτές τις τεχνολογίες του Σατανά. Και η επιστροφή της πρώην, βεβαίως. Αλλά στη βαρετά αργόστροφη κοινωνία μας είναι ακόμα ο άνδρας που κάνει την πρώτη κίνηση, οπότε οι ξαφνικές εμφανίσεις των αρσενικών στη ζωή των θηλυκών θα συνεχίσουν να είναι συχνότερες απ’ ό,τι το αντίστροφο. Τουλάχιστον μέχρι την εποχή που θα χαλάτε περισσότερα χρήματα από εμάς στα μπαρ κερνώντας αντροπαρέες. Ή που θα μας κάνετε δώρο διαμαντένια Playstation και θα τα συνοδεύετε με την ερώτηση «θέλεις να με παντρευτείς;» Το ζητούμενό μας όμως δεν είναι το ποιος χτυπάει πρώτος την πόρτα της άλλης αλλά το πώς στο διάολο υποτίθεται ότι πρέπει να αντιδράσει εκείνη σε αυτό το αναπάντεχο «νοκ-νοκ».
ΓΙΑΤΙ ΤΟΥ ΔΙΝΕΙΣ ΣΗΜΑΣΙΑ;
Όπως θα γνωρίζετε από τις μηνιαίες συναντήσεις μας κοντά ένα χρόνο τώρα, δεν ήλθα σε αυτές τις σελίδες για να παίξω το ρόλο της δρα Ρουθ ή της κολλητής σας. Δεν έχω λύσεις στα προβλήματά σας. Ίσα-ίσα που μου αρέσει να τα διατηρείτε άλυτα γιατί μια κάποια διαστροφή τη διαθέτω, συνεπώς προτιμώ μια ελαφρά αβεβαιότητα να πλανάται στην ατμόσφαιρα ώστε να το παίζω πλεϊμπόι χωρίς να κινδυνεύω. Όσες έχουν τετράγωνη λογική και λύνουν κάθε γόρδιο δεσμό με την πρώτη τις κατατάσσω σε άλλη κατηγορία και σίγουρα δεν μπαίνω στη διαδικασία να «παίξω» μαζί τους γιατί θα βγω χαμένος. Σε μια τέτοια πρώην θα επέστρεφα ξανά μόνο αν κάτι θεμελιώδες συνέβαινε μέσα στην ψυχή μου. Αν την ήθελα οπωσδήποτε πίσω, δηλαδή. Και θα ήμουν, επίσης, προετοιμασμένος για το χειρότερο. Για τo «Ιgnore». Τι προσπαθώ να πω εδώ, μπας και σας γίνω με κάποιον τρόπο χρήσιμος στο πώς αντιμετωπίζεται η επιστροφή ενός πρώην; Ότι υπάρχουν επιστροφές και επιστροφές. Και υπάρχουν αποδοχές και αποδοχές.
Όταν ο άλλος επιστρέψει φορτωμένος με εκατό κατακόκκινα τριαντάφυλλα στην αγκαλιά του και τους αδελφούς Κατσάμπα να σας κάνουν καντάδα κάτω από το μπαλκόνι κι εσείς δεν ανοίξετε καν το παραθυρόφυλλο να δείτε ποιος είναι (προσοχή: μη ρίξετε κουβά με νερό γιατί αυτό είναι αντίδραση, όχι απόρριψη -θα έχει και συνέχεια), τότε το μήνυμά σας είναι σαφές: «Δεν θέλω να σε ξαναδώ». Είναι μια απόφαση που έχετε πάρει από πριν και που δεν θα αλλάξει ακόμα κι αν τα τριαντάφυλλα γίνουν πεντακόσια ή αν οι αδελφοί Κατσάμπα γίνουν Μπον Τζόβι. Όταν όμως στην οθόνη του τηλεφώνου εμφανιστεί η ξεχασμένη καταχώριση «Το Μωράκι Μου» και σκεφτείτε έστω και για μια στιγμή να το σηκώσετε, έστω με θυμωμένο ύφος και κάποια ατάκα του τύπου «σου έχω πει να μη με ξαναπάρεις ποτέ τηλέφωνο» (το «ποτέ» μ’ εκείνο τον ιδιαίτερο επιτονισμό που δηλώνει την επίφαση ότι έχετε το πάνω χέρι), τότε το πρόβλημα μετατίθεται αυτομάτως στους δικούς σας ώμους. Και για να έχετε ακόμα την καταχώριση «Το Μωράκι Μου» μάλλον το πρόβλημα δεν το ξεπεράσατε ποτέ… Ναι, ξέρω: μια βοή ακούγεται τώρα από τις τάξεις των αναγνωστριών του Marie Claire. Ένας ψίθυρος που μετατρέπεται σε οργιώδη κραυγή: «Άντε πάλι τα ίδια. Πάλι πάει να βγάλει τον ανδρικό πληθυσμό αθώο». Όχι, όχι, προς Θεού! Τα κάνουμε κι εμείς τα εγκλήματά μας -και όταν επιστρέφουμε με το ρόλο του «πρώην» πρόκειται βεβαίως περί επαχθούς εγκλήματος. Αλλά επιμένω: αυτή είναι απλά η πρώτη κίνηση. Αν δεν θέλετε να γίνετε συνεργοί, απλά μας αγνοείτε. Μη λέτε μετά ότι δεν σας είχαμε προειδοποιήσει.
ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΓΥΡΙΖΟΥΝ ΠΙΣΩ
Ένας άνδρας μπορεί να μπλέξει σε αυτή την ιστορία για πολλούς λόγους. Ο βασικότερος; Ότι νομίζει πως δεν μπλέκει. Το είπα και παραπάνω: υπάρχουν πολλών ειδών επιστροφές, η συνηθέστερη όλων είναι η δική μας εκδοχή της ανασφάλειας: η ευκολία. Ειδικά σε περιόδους που είμαστε φορτωμένοι με χίλιες δυο ακόμα σκοτούρες (προβλήματα στη δουλειά, αρχή φαλάκρας, ότι ο Πανιώνιος δεν έχει σταυρώσει νίκη πέντε ματς τώρα, τέτοια τέλος πάντων), κουραζόμαστε και αναπολούμε την εποχή που τα είχαμε όλα στρωμένα στο τραπέζι (και στο κρεβάτι). Χωρίς να το πολυσκεφτούμε, σηκώνουμε το τηλέφωνο και καλούμε τον αριθμό που έχουμε να πληκτρολογήσουμε τρεις μήνες τώρα. Φανταζόμαστε ότι και να στραβώσει κάτι, έχοντας ήδη χωρίσει μία φορά, τώρα θα χωρίσουμε ανώδυνα και θα συμφωνήσουμε και οι δύο: «Τουλάχιστον προσπαθήσαμε». Ούτε γάτα ούτε ζημιά (νομίζουμε).
Η ακόμα πιο light εκδοχή είναι η αγαπημένη μου (και η συνηθέστερη αμαρτία μου): το καλό σeξ. Έλα όμως που δεν είναι όλες οι πρώην τόσο άνετες με αυτό, έλα που το συναίσθημα παίζει πολλές φορές μεγαλύτερο ρόλο, έλα που αυτό που ξεκινάει ως «ένα πήδημα, να θυμηθούμε τα παλιά» καταλήγει σε σιδερόμπαλα που δένεται στο πόδι μας κι έχει το βάρος μιας νέας σχέσης συν όλα τα κιλά της παλιάς συν πολλά νεύρα για ό,τι έγινε στο μεσοδιάστημα… Με τον καιρό το έχω μάθει το μάθημά μου. «Νοκ-νοκ» για σeξ μόνο στις πόρτες προθύμων πρώην. Όσες πρέπει να πειστούν πρώτα, πιο πιθανό είναι να μου ψήσουν τόσο πολύ το ψάρι στα χείλη που και να εκπληρωθεί το ζητούμενο, καμία απόλαυση δεν πρόκειται να μου προσφέρει. Η επόμενη σοβαρή πιθανότητα επιστροφής ενός πρώην είναι και η πιο προβληματική απ’ όλες: μετάνιωσε και θέλει πίσω τη σχέση του. Μια τέτοια επιστροφή την ξεχωρίζεις από τις υπόλοιπες βάσει κάποιων μικρών ενδείξεων: δεν περιέχει υπερβολές, προϋποθέτει συγγνώμη, ακόμα κι αν ποτέ ως τώρα δεν είχαμε παραδεχτεί λάθος, και εξελίσσεται αργά και σταδιακά (προφανώς όχι από το facebook ή με SMS).
ΓΙΑΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟΝ ΔΕΧΤΕΙΣ…
Σε όλα τα παραπάνω, επειδή δεν μπορώ να βρω κάτι καλό στην επανασύνδεση δύο ανθρώπων που είχαν σοβαρούς λόγους που χώρισαν (αν όντως είχαν), έχω ήδη γράψει ότι η ενδεδειγμένη λύση είναι το «Ignore». Το «αγνοώ» είναι ένα ρήμα που ξανάβαλε στη ζωή μας το facebook και πολύ καλά έκανε. Γιατί να σηκώσετε το τηλέφωνο, γιατί να πατήσετε το «Confirm», γιατί να πιάσετε μετά κουβέντα στο chat (άλλο εργαλείο του Σατανά αυτό); Δεν μου είναι καθόλου δύσκολο να υποδυθώ τον Νίκο Ξανθόπουλο αν έχω ανάγκη να κοιμηθώ με ένα ζεστό κορμί (ίσως γιατί κάποιο άλλο με απέρριψε πρόσφατα και η ανδρική μου αξιοπρέπεια έχει φάει μια γερή κλοτσιά εκεί που πονάει πιο πολύ). Αν όμως εκείνη δεν μπορεί να καταλάβει ότι παίζω παλιό ελληνικό σινεμά, για όσα θα της συμβούν, το κρίμα είναι στο λαιμό της. Αν με περιμένει για πάντα να γυρίσω, υπομονετική και δουλοπρεπής, και όταν το κάνω νομίζει πως είναι επειδή η παλιά σπίθα θα ξανανάψει πυρκαγιές, θα την εκμεταλλεύομαι κάθε φορά και πιο πολύ -και αυτό το λέω χωρίς κανένα ίχνος ενοχής. Ίσως και γιατί έχουμε την ελπίδα πως η λογική κάποια στιγμή θα επικρατήσει και θα μας συγκρατήσει. Και η λογική, ξέρετε, είναι γένους θηλυκού.
sxeseis
Tags: επιστροφή