Περιορισμένες λύσεις όσον αφορά τη μείωση του ελληνικού χρέους, εξαιτίας του ότι είναι υπέρογκο, βλέπουν οι Financial Times, αναλύοντας ποιος κατέχει το χρέος αυτό.
Όπως εξηγεί το δημοσίευμα, οι ιδιώτες επενδυτές, όπως η Capital Group, κατέχουν λιγότερο από το 15% του ελληνικού χρέους, ενώ περίπου τα 3/4 αυτού, ή τα 270 δισ. ευρώ από το σύνολο των 317 δισ. ευρώ, βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα, του ταμείου διάσωσης EFSF, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ.
Μια στάση πληρωμών των 24 δισ. που χρωστάει η Ελλάδα στο ΔΝΤ είναι κάτι που ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν σκέφτεται, λένε οι FT.
Η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες έχουν μαζί 54 δισ. ευρώ. Η ΕΚΤ δεν μπορεί να προσφέρει ελάφρυνση καθώς αυτό θα θεωρούνταν, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές συνθήκες, παράνομη χρηματοδότηση εθνικής κυβέρνησης, αλλά σε κάθε περίπτωση τα δάνεια αυτά είναι χωρίς τόκο αφού η Ευρωζώνη συμφώνησε να δώσει τα κέρδη από τους τίτλους της ΕΚΤ στην Αθήνα.
Με βάση λοιπόν όλα αυτά, μένει μόνο η επιλογή ελάφρυνσης από τα δάνεια του EFSF, για τα οποία υπενθυμίζεται ότι η Ευρωζώνη έχει ήδη μειώσει τα επιτόκια κι έχει επιμηκύνει την αποπληρωμή.
Σύμφωνα, λοιπόν, με το Bruegel, μια μείωση των επιτοκίων τρίμηνου δανεισμού στα 53 δισεκατομμύρια που χρωστά η χώρα σε άλλες κυβερνήσεις θα μείωνε το ύψος του χρέους κατά 3,4% του ΑΕΠ έως το 2050. Μία περαιτέρω παράταση του χρόνου ωρίμανσης κατά δέκα χρόνια θα προκαλούσε επιπλέον απομείωση του χρέους κατά 4,5%.
Παράλληλα, για τα δάνεια του EFSF, ύψους 142 δισ. ευρώ, η Ελλάδα πληρώνει επιτόκιο μόλις 1%, κάτι που σημαίνει ότι δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο μείωσης. Ωστόσο, μία δεκαετής παράταση ωρίμανσης του χρέους θα μείωνε το χρέος κατά 8,1% του ΑΕΠ.
Αυτές οι δύο παραχωρήσεις εκ μέρους της Ευρώπης, θα μπορούσαν να ελαφρύνουν το χρέος της Ελλάδας μόλις στο 160% του ΑΕΠ, ένα επίπεδο που βρίσκεται πολύ μακριά από τον στόχο του ΣΥΡΙΖΑ, τονίζει η βρετανική εφημερίδα, σημειώνοντας ότι άλλες επιλογές, όπως φθηνά δάνεια με σταθερό επιτόκιο ή μια πολύ πιο ριζοσπαστική συγχώρεση χρέους θα είχε άμεσες απώλειες στους Ευρωπαίους εταίρους, κάτι που θα ήταν αδύνατο για αυτούς να δεχτούν.