Τα αυτόματα είχαν ξεχωριστή θέση στην ιστορία της αρχαίας ελληνικής τεχνολογίας, αποτελώντας ένα ιδιαίτερο, ξεχωριστό και σίγουρα εντυπωσιακό στοιχείο του επιστημονικού δαιμονίου των προγόνων μας.
Ο Ηρών ο Αλεξανδρεύς μας χάρισε αρκετές περιγραφές αυτών των ρομπών στην «Αυτοματοποιητική» του, όπως και ο δεύτερος μεγάλος αλεξανδρινός μηχανικός, ο Φίλων ο Βυζάντιος («Μηχανική Σύνταξις»).
Η λέξη «αυτόματον» έλκει όμως την καταγωγή της από τον Όμηρο. Στην Ιλιάδα αναφέρεται πολλές φορές, πόσο μάλλον όταν γίνεται λόγος για τον Ήφαιστο, τον τεχνολόγο και σιδερά θεό:
«Τι είκοσι μαστόρευε μονοφορας τριπόδια, Στο στέριο γύρω αρχονταρίκι του να στέκουν τοίχο τοίχο. Μαλαματένιες ρόδες άρμοζε στου καθενού τον πάτο, μες στων θεών μοναχοσάλευτα τη σύναξη να μπαίνουν και πίσω να γυρνούν στο σπίτι του – που να σαστίζει ο νους σου!» (Ραψωδία Σ 376).
Αλλά και παρακάτω (Σ 417): «Και τρέχαν δίπλα του ν᾿ ανεβαστούν το ρήγα χρυσές δυο βάγιες, απαράλλαχτες με ζωντανές κοπέλες· ξυπνάδα και μιλιά και δύναμη, τα “χουν κι αυτές, κι ακόμα οι αθάνατοι θεοί τους έμαθαν πάσα γυναικεία τέχνη. Και τώρα ανεβαστούσαν πρόθυμα το ρήγα τους, κι εκείνος στη Θέτη πλάι με κόπο κάθεται πα σε θρονί άστροβόλο».
Αλλά και στην Οδύσσεια ο Όμηρος μάς μιλά για τα αυτόματα καράβια των Φαιάκων (Θ 558): «Τι εμείς οι Φαίακες στα καράβια μας δε θέμε καπετάνιους κι ουδέ τιμόνια, σαν που βρίσκουνται στων άλλων τα καράβια· ό,τι λογιάζουμε, ό,τι θέλουμε μονάχα τους το βρίσκουν, και των ανθρώπων όλων ξέροντας και καρπερά χωράφια και πολιτείες, γοργά της θάλασσας τα πλάτη διαπερνούνε συντυλιγμένα μες σε σύγνεφο και καταχνιά, κι ούδ” έχουν φόβο ποτέ τους να βουλιάξουνε κι ουδέ ζημιά να πάθουν».
Αυτά βέβαια ανήκουν στη μυθολογία. Μπορεί να ήταν απλώς μυθικά οράματα περί ανώτερης τεχνολογίας. Για αυτοκίνητα αγάλματα (νευρόσπαστα) μάς μιλά εξάλλου και ο Ηρόδοτος πως είχαν κατασκευάσει οι Αιγύπτιοι.
Οι αρχαίοι είχαν όμως πραγματικά αυτόματα στην κοινωνία τους. Ξέρουμε για το αυτόματο περιστέρι του Αρχύτα, για αυτοματοποιημένους μηχανισμούς στα θέατρα, για τη σφαίρα του Αιόλου και για την περιβόητη αυτόματη υπηρέτρια του Φίλωνος, το πρώτο λειτουργικό ρομπότ της Ιστορίας.
Ξέρουμε επίσης για το υδραυλικό ωρολόγιο του Κτησιβίου, ένα πραγματικό θαύμα του αυτοματισμού με συνεχή λειτουργία χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, για τον αυτόματο (πολυβόλο) καταπέλτη του Διονυσίου, για τη μαγική (αυτόματη) κρήνη και τόσα ακόμα.
Ακόμα και αυτόματο άνοιγμα θυρών στους ναούς μετά τις θυσίες είχαν οι αρχαίοι Έλληνες, σε αυτό που θεωρείται ως ο πρώτος κτιριακός αυτοματισμός της ανθρώπινης ιστορίας.
Κι έτσι μοιραία η συζήτηση για τον Τάλω, τον μυθολογικό φύλακα της Κρήτης, στρέφεται στο αν ήταν απλώς φαντασία ή αν είχε κάποιες δόσεις πραγματικότητας.
Πόσο εξελιγμένη τεχνολογία μπορεί να είχαν οι Έλληνες που να τους επέτρεπε να φτιάχνουν όχι μόνο ρομποτικούς στρατιώτες, αλλά γιγάντιες πολεμικές μηχανές που λειτουργούσαν αυτόνομα;
Κάτι σαν πρώιμη τεχνητή νοημοσύνη…
Τι ήταν ο Τάλως
Ήταν πελώριος, ανθρωπόμορφος και με σώμα καμωμένο από χαλκό. Οι αρχαίες περιγραφές τον απεικονίζουν με όρους που θα αποδίδαμε σήμερα σε ρομπότ.
Και είναι πράγματι στην αρχαία ελληνική μυθολογία που συναντάμε τις πρώτες περιγραφές για μηχανικό ανθρωποειδές. Μια ιστορία που συνδέεται με την Αργοναυτική Εκστρατεία, αν και κατά κανέναν τρόπο δεν περιορίζεται εκεί.
Τι ήταν αυτό το γιγάντιο χάλκινο αυτόματο που συνάντησαν οι Αργοναύτες στην Κρήτη και ήταν φτιαγμένο να μοιάζει με άνθρωπο; Ο φύλακας του νησιού, που όργωνε τις παραλίες και εκτόξευε πελώριους βράχους σε εχθρικά ή άγνωστα καράβια.
Σχετικά με την προέλευσή του υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές στην ελληνική μυθολογία. Και όλες τον περιγράφουν λεπτομερώς και παραστατικά. Ο Απολλόδωρος μας λέει στην τετράτομη «Βιβλιοθήκη» του πως ήταν ένα έργο του Ήφαιστου, δώρο στον Μίνωα για να προστατεύει την Κρήτη από επιθέσεις.
Ο Πλάτωνας τον θέλει υπαρκτό πρόσωπο και ισχυρίζεται πως ήταν αδερφός του Ραδάμανθυ και του Μίνωα, άλλο ένα παιδί του Δία και της Ευρώπης δηλαδή. Όπως και τα αδέλφια του, ανατράφηκε από τον Αστερίωνα, τον μυθικό βασιλιά της Κρήτης, στον οποίο ο Δίας εμπιστεύτηκε την Ευρώπη.
Λίγο διαφορετικά μας τα λέει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος στα «Αργοναυτικά» του. Ο Τάλως, σε αυτή την εκδοχή, ήταν δώρο του Δία στην Ευρώπη, η οποία τον χάρισε κατόπιν στον γιο της Μίνωα.
Ο Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς θεωρεί πως ο Τάλως πρέπει να ήταν κάποια παλιά ηλιακή θεότητα, καθώς το «ταλῶς» σήμαινε «ήλιος», ενώ «Ταλαιός» ήταν το όνομα με το οποίο ήταν γνωστός ο Δίας στην Κρήτη.
Όπως κι αν προήλθε, ο Πλάτωνας μας βεβαιώνει πως ο ήρωας ήταν επιφορτισμένος με το καθήκον να επιτηρεί την εφαρμογή του νόμου στο νησί. Γι’ αυτό και εμφανιζόταν να κουβαλά πάντα μαζί του γραμμένους τους νόμους της Κρήτης σε χάλκινες πλάκες.
Οι περισσότερες πηγές συμφωνούν πως ήταν ο ακοίμητος φρουρός του νησιού, κάνοντας τον κύκλο της Κρήτης τρεις φορές τη μέρα για να ελέγχει τις ακτές της. Υπάρχουν και αρχαίες μαρτυρίες που τον εμφανίζουν φτερωτό. Τα φτερά εξηγούν πιθανώς τη μεγάλη του ταχύτητα, να γυρίζεις καθημερινά τρεις φορές την Κρήτη με τα πόδια δεν είναι εύκολο πράγμα.
Είτε από τη στεριά είτε από τον αέρα, ο Τάλως εκτόξευε βράχους στα άγνωστα πλοία, ώστε να παραμένουν μακριά από τις ακτές.
Άλλοι πάλι ισχυρίζονται πως ήταν ο τελευταίος απόγονος μιας πανάρχαιας φυλής χάλκινων αντρών. Η αρχαία ελληνική μυθολογία μιλούσε για Γένη των Ανθρώπων, στάδια της ανθρώπινης παρουσίας στη Γη.
Ο Ησίοδος και ο Οβίδιος αναγνωρίζουν πέντε (χρυσό, αργυρό, χάλκινο, ηρωικό και γένος του σιδήρου). Ο Τάλως ανήκε στο τρίτο. Οι άνθρωποι του Χάλκινου Γένους ήταν σκληροτράχηλοι και δυνατοί, δημιουργήματα του Δία από τέφρα. Έφεραν χάλκινη πανοπλία, χάλκινα όπλα και ζούσαν σε σπίτια από χαλκό.
Όσοι δεν πέθαναν από τον αλληλοσπαραγμό, καθώς ήταν πολύ βίαιοι, χάθηκαν στον Κατακλυσμό του Δευκαλίωνα. Υπάρχει τέλος και μία ακόμα εκδοχή που θέλει τον Τάλω έργο του Δαίδαλου.
Ο Τάλως κρατούσε σε απόσταση τα άγνωστα πλοία που πλησίαζαν την Κρήτη πετώντας τους τεράστιες πέτρες. Αν έβλεπε μάλιστα ανθρώπους πάνω σε κρητικό έδαφος, είτε τους έκαιγε με την κaυτή του ανάσα είτε πυράκτωνε το χάλκινο σώμα του στη φωτιά και τους αγκάλιαζε σφιχτά.
Αυτή η φονική αγκαλιά του, μας λέει ο μύθος, έκανε τους εισβολείς παρανάλωμα του πυρός. Τα πτώματά τους τα έβρισκαν οι Μινωίτες με τα στόματα ανοιχτά, έχοντας μαρτυρήσει από τον πόνο και τη φρίκη. Ο Τάλως ξεσπούσε σε γέλια έπειτα από κάθε θρίαμβο.
Πέρα από την επιτήρηση των ακτών, περιδιάβαινε τους οικισμούς της Κρήτης τρεις φορές τον χρόνο για να δει αν τηρούνται οι νόμοι. Όσα έγραφαν δηλαδή αυτές οι χάλκινες πλάκες που κουβαλούσε στην πλάτη του.
Ο Τάλως εμφανίστηκε σε σειρά νομισμάτων της Φαιστού και απεικονιζόταν συνήθως ως ένας νέος και γuμνός άντρας με φτερά στους ώμους. Έτσι τον θέλουν οι παραστάσεις των νομισμάτων που ανασύρθηκαν από τα μινωικά ανάκτορα τουλάχιστον.
Πώς πέθανε
Όπως μας παραδίδει η ελληνική μυθολογία, ο Τάλως συνάντησε το τέλος του όταν αποβιβάστηκαν στην Κρήτη οι Αργοναύτες, επιστρέφοντας από την Κολχίδα.
Ο Ιάσωνας και οι άντρες του έδεσαν στο νησί και ήρθαν αναγκαστικά αντιμέτωποι με τον χάλκινο γίγαντα, ο οποίος προσπάθησε να τους κρατήσει σε ασφαλή απόσταση με τους βράχους του.
Και σίγουρα δεν θα κατάφερναν να τον αντιμετωπίσουν αν δεν είχαν τη Μήδεια στην Αργώ, που τον μάγεψε με τα λόγια της. Την ώρα που του υποσχόταν αιώνια αθανασία, ο Ιάσονας κατάφερε να βγάλει το καρφί από τη φτέρνα του.
Ήταν το πώμα για τη μία και μοναδική φλέβα του γίγαντα, που ξεκινούσε από τον αυχένα και κατέληγε στους αστραγάλους. Το ιχώρ του, το χρυσόχρωμο αίμα των θεών, χύθηκε έξω από το σώμα του και πέθανε.
Ο πανίσχυρος γίγαντας σωριάστηκε σαν κουφάρι στην παραλία της Κρήτης. Οι Αργοναύτες πανηγύρισαν τη νίκη, εφοδιάστηκαν με τα απαραίτητα και αναχωρήσουν για την Ιωλκό.
Σε μια δεύτερη εκδοχή τον φόνευσε ο επίσης Αργοναύτης Ποίας, γιος του Θαυμάκου της Μαγνησίας και πατέρας του Φιλοκτήτη, χτυπώντας τον με βέλος στο ίδιο καρφί. Το μοναδικό τρωτό σημείο του σώματός του.
Τι μπορεί να ήταν
Όπως έχουν υποδείξει ιστορικοί της τεχνολογίας ωστόσο, ο Τάλως δεν ήταν άλλη μια παραδοξότητα της ελληνικής μυθολογίας. Κάτι απλώς περίεργο μέσα στο ιδιαίτερο αυτό σύμπαν θεών και ηρώων.
Έχει υποστηριχτεί, για παράδειγμα, πως ο Τάλως συμβόλιζε τη δύναμη του χαλκού κατά την ελληνική χάλκινη εποχή (3200-1200 π.Χ.), το πέρασμα από την πέτρα στον ορείχαλκο δηλαδή.
Το τεράστιο μέγεθός του είναι ίσως μια μεταφορά για το τι μπορούσαν να κάνουν οι εξειδικευμένοι τεχνίτες του χαλκού, πόσο μεγάλες και σοφιστικέ κατασκευές που έδειχναν τη στρατιωτική υπεροχή του χαλκού ως όπλου.
Είμαστε εξάλλου στο αποκορύφωμα της χάλκινης τεχνολογίας και η πολεμική δύναμη των εθνών μετριόταν με όρους κατεργασίας του μετάλλου.
Όσο για την καταστροφή του, οι ιστορικοί επιμένουν πως ήταν ίσως άλλη μια ιστορία μετάβασης, από τον χαλκό στον σίδηρο πια. Τον 12ο αιώνα π.Χ. έχουμε εξάλλου την Κάθοδο των Δωριέων και το τέλος της Υστερο-Ελλαδικής Περιόδου, με την παρακμή του μυκηναϊκού κόσμου.
Δεν αποκλείεται τα ελληνικά φύλα που κατέβηκαν από τον βορρά να είχαν όπλα από σίδηρο και αυτή η εναλλαγή από τον χαλκό στο νέο και δυνατότερο μέταλλο να προσυπέγραψε μυθολογικά τον χαμό του Τάλω. Ο θάνατός του ήταν και το τέλος της ανωτερότητας του χαλκού.
Πέρα βέβαια από τη συμβολική του λειτουργία, ο Τάλως ήταν κάτι εντελώς μοναδικό και ιδιαίτερο, ακόμα και με όρους σύγχρονου πολιτισμού. Ήταν η ίδια η ενσάρκωση της τεχνολογικής υπεροχής, τι θα μπορούσε να πετύχει ο άνθρωπος αν έστρεφε το μυαλό του σε μια τέτοια κατεύθυνση.
Όπως μας λέει ο καθηγητής κλασικής ιστορίας, Merlin Peris, στην εργασία του «Τάλως και Δαίδαλος» (1971), ο Τάλως ήταν το πρώτο ρομπότ του κόσμου. «Ο Τάλως ήταν αξιοσημείωτα φουτουριστικός», συνεχίζει ο ακαδημαϊκός, «συμβολίζοντας τις επιστημονικές δυνατότητες της εποχής».
Ο Τάλως στέκει ένας και μοναδικός στην παγκόσμια μυθολογία. Ένα πανίσχυρο ανθρωποειδές ρομπότ, ένας μηχανικός γίγαντας πολύ μπροστά από την εποχή του…
ellada
Tags: robot