Λάρι Κινγκ: Ο «θρύλος» των τοκ σόου, ο «μύθος» πίσω από τον άνθρωπο – Αυτή είναι η ιστορία του

Εμβληματικός τηλεοπτικός οικοδεσπότης,  σωστός θρύλος των τοκ σόου, από τους πιο αναγνωρίσιμους ανθρώπους στον κόσμο, ένας έξυπνος, εργασιομανής άντρας με τεράστια μνήμη, άφθονο χιούμορ, πληθωρικό στυλ και μπόλικο αυθορμητισμό, ο Λάρι Κινγκ «έφυγε» στα 87 του χρόνια.

Στην μακρόχρονη επαγγελματική του διαδρομή , κοντά 65 χρόνια, με τις τιράντες σε στυλ παλιού χρηματιστή της Wall Street,  τις ανασηκωμένες μανσέτες, τις φανταιζί γραβάτες και τα γυαλιά μυωπίας , που δε μείωναν στο ελάχιστο τη διορατικότητα του, έκανε την φιγούρα του διεθνώς δημοφιλή. Υπήρξε ο πρώτος σούπερ σταρ των Αμερικανών ραδιοτηλεοπτικών δικτύων  που εμφανίστηκε έξω από τα παραδοσιακά κανάλια  CBC, NBC, ABC .  Ήταν  ο  άνθρωπος που συνέδεσε το όνομα του με τη μετατροπή της τηλεόρασης  σε δημόσιο φόρουμ επικεντρωμένο στην ιδιωτική ζωή των διασημοτήτων που έκαναν παρέλαση στην εκπομπή του 

 Επί μια 25ετία  έπαιρνε τε-α-τετ συνεντεύξεις υψηλού  κύρους στη μικρή οθόνη και άλλα 40 τόσα  χρόνια πίσω από τα ραδιοφωνικά μικρόφωνα ,  από πλήθος προσκεκλημένων . Περισσότερα από 40.000 πρόσωπα,  πολιτικοί, πρόεδροι, παγκόσμιοι ηγέτες, διεθνείς προσωπικότητες , καλλιτέχνες, αθλητές και πάσης φύσεως σταρ, διασημότητες και «ψώνια» της ποπ κουλτούρας φιλοξενηθήκαν στις εκπομπές του . 


Με το αξεπέραστο επικοινωνιακό του χάρισμα του να χαλαρώνει και να ηρεμεί τους  καλεσμένους του έγινε προσιτός σε αυτούς. Τους έλκυε η απαράμιλλη ικανότητα του να τους κάνει άνετος απροβάριστες ερωτήσεις λες και η περιέργεια ήταν μόνο δική του. Με τη πειστική επίδειξη ειλικρίνειας και υποδειγματικού σεβασμού απέναντι τους- σε αντίθεση με άλλους τηλεοικοδεσπότες  άκουγε τις απαντήσεις τους- δεν κέρδιζε απλώς την εμπιστοσύνη τους αλλά έκανε και το σόου του σαγηνευτικό στο κοινό. 

Ο ίδιος θεωρούσε τη δημοσιογραφία ως τον  αμερόληπτο αγωγό μεταξύ του συνεντευξιαζόμενου  και του κοινού. Με την οικειότητα , όμως, που καλλιεργούσε , έκανε τις κάμερες σχεδόν αόρατες σαν να επρόκειτο για μια φιλική κουβεντούλα στο σπίτι.  Εκεί που όλοι ανοίγονται. 

Άμεσος,  χωρίς αντιπαραθέσεις κατάφερνε ώστε άπαντες ανεξαιρέτως να του αποκαλύπτουν συναρπαστικές ιστορίες . Είτε κουβέντιαζε με το Μπους, το Γκορμπατσόφ, τον Αραφάτ είτε με τον λακωνικό ηθοποιό Ρόμπερτ Μίτσαμ — που απαντούσε μονίμως μονολεκτικά με ένα ξερό «ναι, όχι, ίσως»  — το σφιγμένο Φρανκ Σινάτρα που ποτέ δεν έδινε συνεντεύξεις ή το πνευματικό γκουρού Δαλάι Λάμα  -πάντα έβγαζε ειδησεογραφικά  «λαβράκια»


 Περισσότερο από ταλαντούχος φακίρης που μαγνήτιζε τους φιλοξενούμενους του ήταν μάλλον ένας βελούδινος Μοχάμεντ  Άλι των  τηλεοπτικών συνεντεύξεων. Κανείς δεν έφευγε από το στούντιο του πριν πέσει τουλάχιστον δέκα φορές νοκ ντάαουν από τα ανεπαίσθητα κροσέ των ερωτημάτων που έθετε. Στη πραγματικότητα δεν υπήρχε κανένα τρικ για τις δημόσιες εξομολογήσεις των άλλων. Εκμυστηρευόταν, άλλωστε, πως δεν  υπάρχει κόλπο για να είναι κανείς  ο εαυτός του. Πράγμα που ίσχυε κατ αρχήν  για τον ίδιο

Γεννημένος στο Μπρούκλιν το 1933 από γονείς  μετανάστες από τη Λευκορωσία, μεγάλωσες στο αυστηρο περιβαλλον , μιας Ορθόδοξη Εβραϊκής οικογένειας βιοπαλαιστών .  Ο  μικρός  Λόρενς Ζάιγκερ , όπως ήταν  το πραγματικό του όνομα , επηρεάστηκε βαθιά στην ηλικία των έντεκα ετών από τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του Άαρον  που πέθανε μόλις 43 ετών από καρδιακή προσβολή στο εστιατόριο που δούλευε. 

 Η  χήρα μάνα του Τζένι , το γένος Γκίτλιτζ,  ράφτρα  στο επάγγελμα  πήρε τον Λαρι  και τον 6χρονο αδερφό του Μάρτιν και μετακόμισε νοτιότερα στο Μπένσονχερστ, πάλι στο δήμο του Μπρούκλιν . Η οικογένεια έζησε μέσα στη ανέχεια με τη βοήθεια των  προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας και τις κάθε τόσο ταπεινωτικές επισκέψεις των υπαλλήλων της για να ελέγξουν, ανοίγοντας το ψυγείο και τα ράφια της κουζίνα, αν πράγματι ζούσαν από τους πόρους τους. Η πικρή αλήθεια είναι ότι ο Λάρι πρωτοδοκίμασε μπριζόλα φιλέτο στα 21 του.  


Σαν παιδί απορροφήθηκε από το  ραδιόφωνο και το μπέιζμπολ σε μια γειτονιά που οι θρυλικοί  Dodgers είχαν την έδρα τους, τα εισιτήρια για ένα παιχνίδι κόστιζαν πενήντα σεντς , οι παπάδες στις ενορίες  προσεύχονταν μη τραυματιστεί κάποιος παίκτης της ομάδας τους ενώ τα χοντ ντογκ του Νέιθαν , έξω από το ιστορικό γήπεδο Ebbets Field,  φάνταζαν γκουρμέ.  Για τον Λαρι το Μπρούκλιν των νιάτων του ήταν η μοναδική  «Πόλη στο Κόσμο», όλες οι άλλες  ακόμη και το Μανχάταν ήταν για αυτόν κάτι σαν το βομβαρδισμένο Τόκιο της εποχής. 

Με το που τέλειωσε με το ζόρι το Γυμνάσιο μπήκε στη βιοπάλη για να «τσοντάρει» με το πενιχρό  μεροκάματο του ανειδίκευτο το φτωχικό του σπίτι. Φαντάρος δεν πήγε λόγω προβλημάτων στη όραση. Για κολλέγιο ή πανεπιστήμιο ούτε σκέψη. Οι ανάγκες έτρεχαν..  Έγινε οδηγός  γαλατάδικο. Παρότι πιστός δια βίου στο μπέιζμπολ  αφοσιώθηκε μαγεμένος ολοκληρωτικά στο ραδιόφωνο με το μεράκι να γίνει κάποτε εκφωνητής του. Στα τέλη της εφηβείας του ήταν   κιόλας παντρεμένος  και ήδη χωρισμένος  από  το σχολικό του αμόρε 

Στα 22 του μπήκε σε ένα λεωφορείο για τη Φλόριντα και μετακόμισε στο Μαϊάμι.  Εκεί η αγορά των ραδιοσταθμών προσέφερε περισσότερες ευκαιρίες για άπειρους ραδιοπαραγωγούς. Προσλήφθηκε σε ένα μικρό περιφερειακό σταθμό  αρχικά ως καθαριστής, κατόπιν  έγινε  μεταμεσονύκτιος  ντιτζέι έως ότου του πήρε το  βάπτισμα πυρός, ή καλύτερα του αέρα, ως παραγωγός με αμοιβή 50 δολάρια την εβδομάδα. 


Για το ντεμπούτο του στα   ερτζιανά κύματα διάλεξε το ψευδώνυμο  «Κινγκ », από μια διαφήμιση μια κάβας ποτών σε τοπική εφημερίδα . Εκείνη την εποχή το εβραϊκό  επίθετό του αντηχούσε πολύ βαρύ για τα «ευαίσθητα» ρατσιστικά αυτιά. Τη πρωτομαγιά του 1957  ως αρχάριος άνοιξε δειλά το μικρόφωνο και είπε: «Γεια, το όνομά μου είναι Λάρι Κινγκ. Όλη μου τη ζωή ήθελα να είμαι στο ραδιόφωνο. Λοιπόν, είμαι εδώ και φοβάμαι». 

Γι α καλή του τύχη το ροκ ίνδαλμα της εποχής Μπόμπι Ντάριν έδινε συναυλίες στο Μαϊάμι και πήγε την εκπομπή του για να τις διαφημίσει. Εκείνο το πρωινό ο Λάρι μέσα στην αγωνία του για  κάτι  το πρωτότυπο  και  πιασάρικο  τον ρώτησε με αφέλεια  πώς και κάνει καριέρα με τέτοιο όνομα. Πού να ‘ξερε ότι ο τραγουδιστής είχε κι αυτός αλλάξει το ‘όνομα του από Ρόμπερτ Κασσότο. και αισθάνθηκε υποχρεωμένος να το εξηγήσει στους ακροατές. 

¨Ήταν το πρώτο του ραδιοφωνικό σουξέ . Στη συνέχεια  η δημοφιλής πρωινή εκπομπή του εξελίχθηκε σε ένα τρίωρο βραδινό σόου. ¨Ήρθε η  συνέντευξη από το σταντ απ καυστικό κωμικό κοινωνικής κριτικής Λένι Μπρους , ακολούθησε η καταξιωμένη  τραγουδίστρια της τζαζ  Έλλα Φιτζέραλντ, κατέφθασε ο αντιπρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον και ο γερουσιαστής Τζον Κεννεντι. Οι δυο τελευταίοι, αργότερα, θα αναμετρούνταν για τη προεδρία το 1960. Ο Λάρι είχε χτυπήσει φλέβα στην επικαιρότητα.

Στις αρχές των 60s ήταν πια ακριβοπληρωμένη φίρμα  και έκανε το τηλεοπτικό ντεμπούτο του με το Miami Undercover, ένα ζωντανό τοκ σόου σε ένα κανάλι της νότιας Φλόριντα. Είχε πλέον περάσει από τη φτώχια στην αναγνώριση. Ζούσε το Αμερικάνικο όνειρο σε ένα περιβάλλον με φοίνικες, ήλιο, παράλιες στον ωκεανό, όμορφες γυναίκες. Μαζί με το χρήμα και τη φήμη ήρθαν αλλεπάλληλα ειδύλλια  με άλλες ομορφότερες  γυναίκες, παντρεμένες ή ελεύθερες  αδιάφορο, μια σχέση με την ηθοποιό Άντζι Ντίκινσον και μια σειρά από  βραχύβιους ανεπιτυχείς γάμους. Οκτώ συνολικά,  με επτά διαφορετικές γυναίκες.

Παντρεύτηκε δυο φορές μια εξ αυτών , το κουνελάκι του Playboy Αλίν Έικνινς η οποί έγινε η τρίτη και η πέμπτη σύζυγός του στο γαϊτανάκι των γάμων του. Πάντα, όμως εξομολογούνταν πως η  αίσθηση του χιούμορ είναι απολύτως  αφροδισιακή. «Είμαι ένας μέτριος τύπος» έλεγε  , αλλά είχα μερικές πολύ ωραίες γυναίκες στη ζωή μου. Πάντα μπορούσα να τους κάνω να γελάσουν». 

Ωστόσο  που και που συννεφιάζει και στο Μαϊάμι. Κάτι η αδυναμία του να χειριστεί τα οικονομικά του, κάτι το πάθος του με τον ιπποδρομιακό τζόγο, κάτι οι διατροφές και η μεγάλη ζωή, τα χρέη που πολλαπλασιάζονταν , οι ακάλυπτες επιταγές του σωρεύονταν , τα νταραβέρια του με μερίδα του  υπόκοσμου  πύκνωναν στην απελπισία του για δανεικά και αγύριστα. 

Στις αρχές της δεκαετίας του 70  συνελήφθη για διακεκριμένη κλοπή και απάτη καθώς στην απόγνωση του να αποσπάσει χρήματα έχει υποσχεθεί σε ένα τοπικό επιχειρηματία ότι θα «καθαρίσει»  κάποιες ποινικές του εκκρεμότητες με  προσωπική του μεσολαβής του στον Υπουργό δικαιοσύνης της κυβέρνησης Νίξον. Οι κατηγορίες κατέπεσαν στο δικαστήριο, απαλλάχτηκε , γλίτωσε τη φυλακή αλλά απολύθηκε από τη δουλειά του

Ξέπεσε  για μια σχεδόν πενταετία άνεργος, απένταρος  και αφερέγγυος. Αφού  έφτασε να μεταδίδει, προς το ζην,  ποδοσφαιρικά ματς στο Σρίβπορτ  της Λουιζιάνας, μετακόμισε τελικά στην Ουάσιγκτον. Με το πείσμα του να  μη ξανακατρακυλήσει στη φτώχια,  άρπαξε μια ραδιοφωνική ευκαιρία για  ξανακτίσει τη γκρεμισμένη καριέρα του.

 Με το ταλέντο και την εμπειρία χάρισμα  του η πεντάωρη μεταμεσονύκτια εκπομπή του στην οποία απαντούσε σε τηλεφωνήματα ακροατών απογειώθηκε σε ακροαματικότητα και αναβαθμίστηκε σε εθνική δικτύωση. Ο «βασιλιάς» επανερχόταν στο θρόνο του. Αναπόφευκτα τράβηξε την προσοχή του Τεντ Τέρνερ, του εμπνευστή και «πατέρα»  του καλωδιακού δικτύου 24ωρων ειδήσεων CNN που άλλαξε το πρόσωπο της τηλεόρασης. 

Τον  Ιούνιο του 1985, ο Κινγκ έκανε , στα 52 του χρόνια , πρεμιέρα στην πρώτη ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή του σε εθνικό επίπεδο, το “Larry King Live”. Πρώτος προσκεκλημένος του ήταν ο Μάριο Κουόμο,  ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης.   Έκτοτε το σόου του έμελε να γίνει η εκπομπή με  την υψηλότερη τηλεθέαση στον κανάλι για πολλά χρόνια. Το 2010, όταν είχε πια ξεθυμάνει η τηλεοπτική του απήχηση αποχώρησε μετά από 7.445 εκπομπές.  

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Το 1988 μετά από το πρώτο ου καρδιακό επεισόδιο ίδρυσε το Larry King Cardiac Foundation, ένα  φιλανθρωπικό ίδρυμα που βοηθά για θεραπεία όσους έχουν περιορισμένα οικονομικά μέσα ή δεν έχουν ασφάλιση. Έγραψε μια σειρά από ευπώλητα βιβλία, ορθογράφησε πάνω  από 20 χρόνια την εφημερίδα USA Today, βραβεύτηκε και ξαναβραβεύτηκε , τιμήθηκε με αμέτρητες  διακρίσεις, δοξάστηκε αποκτώντας αστέρι στο Hollywood Walk of Fame, έκανε έκτακτες εμφανίσεις σε πολλές τηλεοπτικές εκπομπές και ταινίες, περίπου 30 ταινίες Πιστοποίησε , ακούραστος, στην ωριμότητα του μια επιτυχημένη καριέρα.

Καταβεβλημένος πια αναμετριόταν με τον καρκίνο από το 2017.Υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και παραλίγο να χάσει τη ζωή του το 2019. Δυο από τα  πέντε παιδιά του πέθαναν  πρόπερσι με διαφορά 23 ημερών το ένα από το  άλλο. Παρά τα χτυπήματα ο ίδιος δεν το ‘βαζε κάτω. Δεν πίστευε στη μετά θάνατο ζωή, ούτε βιαζόταν να τη συναντήσει. Είχε εναποθέσει τις ελπίδες του στην κάπως μακάβρια κρυονική για να κοροϊδέψει το θάνατο. Προτιμούσε να τον παγώσουν παρά να τον θάψουν στο χώμα ή να τον κάψουν .

¨Όπως και να χει πλέον , αυτός ο κατά δήλωση του άθεος,  έζησε παρά τα σκαμπανεβάσματα μια ευλογημένη ζωή. Βαθιά στην καρδιά του παρέμενε το πιτσιρίκι , από το Μπρούκλιν που έκανε τις ερωτήσεις που θα έκαναν οι άνθρωποι στο δρόμο, το σπίτι, τα καφενεία της παλιάς γειτονιάς του.  Με αυτό το καθημερινό στυλ, που αναβάθμισε σε τεχνική, επηρέασε τα ραδιοτηλεοπτικά  τοκ σόου σε όλο το πλανήτη. 

Ο Λάρι Κίνγκ πίστευε ότι τα θέματα των  συνεντεύξεων του ήταν τα αληθινά λαμπερά αστέρια των ζωντανών προγραμμάτων του και ίδιος απλώς ξέκλεβε λίγη λάμψη από αυτά και τους εκθαμβωτικούς  καλεσμένους του. Μετριοφροσύνη μάλλον για τον τηλεοικοδεσπότη που επί τρεις σχεδόν δεκαετίες έκανε και το κινηματογραφικό κοινό να πιστέψει πως οι φανταστικοί πολιτικοί της μεγάλης οθόνης έπαιρναν υπόσταση, πέρα από τη μυθοπλασία, σε μια σκηνή που θα εμφανίζονταν μαζί του στο CNN.

.

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: