Χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς και Φαλήρου κ.κ. Σεραφείμ τελέστηκε δοξολογία, ενώ ο Δήμαρχος Πειραιά κ. Γιάννης Μώραλης εκφώνησε τον Πανηγυρικό της Ημέρας
Ιστορικές στιγμές βίωσε την Τρίτη ο Πειραιάς, κατά τον εορτασμό της επετείου που σημάδεψε τη σύγχρονη ιστορία του: τα 180 χρόνια από τη «ληξιαρχική πράξη γέννησης» του Δήμου Πειραιά.
Στον Ιερό Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, όπου έγινε η ορκωμοσία του πρώτου Δημοτικού Συμβουλίου το 1835, αναβίωσε η γενέθλια πράξη γέννησης του Δήμου Πειραιά.
Χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς και Φαλήρου κ.κ. Σεραφείμ τελέστηκε δοξολογία, ο Δήμαρχος Πειραιά κ. Γιάννης Μώραλης εκφώνησε τον Πανηγυρικό της Ημέρας, ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιά κ. Γιώργος Κ. Δαβάκης, ανέγνωσε το Α΄ Πρακτικό του Δημοτικού Συμβουλίου και η Ιστορικός, Διευθύντρια Πολιτισμού του Δήμου κυρία Ευαγγελία Μπαφούνη έκανε μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία του νεότερου Πειραιά, αναδεικνύοντας τον πολυσήμαντο ρόλο του Πειραιά στην ιστορία της χώρας και την ξεχωριστή του ταυτότητα στα πολιτιστικά και πνευματικά δρώμενα της πατρίδας μας.
Στον Ιερό Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος παραβρέθηκαν:Ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής κ. Θοδωρής Δρίτσας.Ο Βουλευτής Β΄ Πειραιά κ. Δημήτρης Καμμένος, ο οποίος εκπροσώπησε τον Πρόεδρο της Βουλής κ. Νίκο Βούτση.Οι Βουλευτές: κα Σταματάκη Ε., Κατσαφάδος Κ., ο πρώην Υπουργός κ. Αρβανιτόπουλος Κ., οι πρώην Βουλευτές κκ Μελάς Π., Καρύδης Δ. καικα Αντωνάκου Στ..Οι Αντιπεριφερειάρχες Πειραιά κ. Γαβρίλης Γ. και Νήσων κ. Χατζηπέρος Π..Ο πρώην Δήμαρχος κ. Λογοθέτης Στ.. Ο Γεν. Γραμματέας του Δήμου κ. Ταταρόπουλος Β..Αντιδήμαρχοι, Δημοτικοί και Κοινοτικοί Σύμβουλοι, εκπρόσωποι φορέων, εκπρόσωποι των Σωμάτων Ασφαλείας της πόλης και πλήθος κόσμου.Ο Δήμαρχος Πειραιά κ. Γιάννης Μώραλης, εκφωνώντας τον Πανηγυρικό της Ημέρας, τόνισε: «Κυρίες και κύριοι καλησπέρα σας,
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας σήμερα εδώ σε αυτή την ιδιαίτερη επέτειο για την πόλη μας.
Είναι -θα έλεγα- μια σεμνή, λιτή τελετή, αλλά με ιδιαίτερη σημειολογία.
Είναι πολύ συγκινητικό το ότι βρισκόμαστε σήμερα στον ιερό ναό του Αγίου Σπυρίδωνα, στο ίδιο μέρος και την ίδια ημέρα κατά την οποία ορκίστηκε το πρώτο δημοτικό συμβούλιο του Πειραιά, πριν από 180 χρόνια. Ο Δήμος Πειραιά αποτελεί έναν από τους πρώτους Δήμους του σύγχρονου Ελληνικού κράτους μετά την ελληνική επανάσταση.
Η επέτειος αυτή είναι μια ιδανική ευκαιρία για να ξαναθυμηθούμε την ιστορία και να ξαναγνωρίσουμε την πόλη μας, όλα εκείνα τα στοιχεία που έχουν καθορίσει τη φυσιογνωμία και τον σύγχρονο χαρακτήρα της.
Η πορεία του Πειραιά από το 1835 έως σήμερα αντανακλά ουσιαστικά και την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, από τα πρώτα βήματα για τη δημιουργία οργανωμένου κράτους, έως τις ημέρες μας.
Η ευκαιρία για την αναγέννηση του Πειραιά δίδεται το 1834, με τη μεταφορά της πρωτεύουσας της Ελλάδας από το Ναύπλιο στην Αθήνα. Είναι το γεγονός που καθόρισε την πορεία του σύγχρονου Πειραιά. Η πόλη πρέπει να εποικισθεί και το λιμάνι να αναπτυχθεί, για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της γειτονικής πρωτεύουσας. Το 1835 ορκίζεται η πρώτη δημοτική αρχή του Δήμου Πειραιά. Στον Πειραιά καταφθάνουν κάτοικοι από τα νησιά, την Πελοπόννησο και αλλού, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Αυτοί οι άνθρωποι αποτέλεσαν την ψυχή και τη δύναμη του Πειραιά, στο πέρασμα των δεκαετιών.
Στα χρόνια που ακολουθούν, η πόλη θα γνωρίσει μεγάλη δημογραφική, οικονομική και οικιστική ανάπτυξη και τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα θα εξελιχτεί στην εμπορική και βιομηχανική πρωτεύουσα της χώρας. Και φυσικά, στο πρώτο λιμάνι της.
Ο Πειραιάς, στις αρχές του 20ού αιώνα, αριθμεί ήδη 75.000 κατοίκους και στον Τύπο της εποχής χαρακτηρίζεται ως «η πόλη της εργασίας.
Ακολουθεί η προπολεμική περίοδος που στο πνεύμα της εποχής, βρήκε την καλύτερη έκφρασή της στη δημιουργία και την ανάπτυξη του Νέου Φαλήρου. Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 εγκαθίστανται στον Πειραιά οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Οι βιομηχανίες γεμίζουν με νέα εργατικά χέρια. Ο πληθυσμός της πόλης διπλασιάζεται. Ο ρόλος των προσφύγων υπήρξε καθοριστικός για τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας του Πειραιά.
Κομβικό σημείο στην εξέλιξη της πόλης ήταν ο σφοδρός βομβαρδισμός της 11ης Ιανουαρίου 1944 από την αγγλο-αμερικανική αεροπορία που έπληξε ανεπανόρθωτα τον Πειραιά, προκαλώντας τεράστιες ζημιές στη βιομηχανική του υποδομή. Η μείωση του πληθυσμού με τη μετακίνηση πολλών Πειραιωτών στην Αθήνα εξαιτίας των βομβαρδισμών και ο εμφύλιος που ακολουθεί, επιτείνουν το πρόβλημα.
Μετά τον πόλεμο, τίποτα όμως, δεν θα είναι το ίδιο. Οι κατά καιρούς προσπάθειες ανασυγκρότησης της πειραϊκής βιομηχανίας δεν θα έχουν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.
Στις μέρες μας, ο Πειραιάς, όπως και ολόκληρη η χώρα, καλείται να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της πολυετούς οικονομικής κρίσης. Την ανεργία, τη φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, την ανασφάλεια ειδικά των νέων, για το μέλλον.
Με αυτό το βαρύ ιστορικό φορτίο και απέναντι στις προκλήσεις της εποχής μας η δημοτική αρχή οφείλει να απαντήσει με σημαντικές παρεμβάσεις, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της, που θα επιτρέψουν στον Πειραιά να ανακτήσει την αίγλη και την οικονομική θέση που του ανήκει, ως το σημαντικότερο εμπορικό και ναυτιλιακό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου.
Ο Πειραιάς για να αναπτυχθεί οικονομικά, πρέπει να κοιτάζει προς τη θάλασσα. Το λιμάνι, η ναυτιλία, ο τουρισμός είναι οι τομείς εκείνοι οι οποίοι θα βοηθήσουν την πόλη να σταθεί ξανά στα πόδια της, είναι οι πυλώνες του δικού μας αναπτυξιακού προγράμματος για τον Πειραιά.
Θέλουμε μια πόλη που θα έχει στο επίκεντρο τον άνθρωπο, τα παιδιά μας, τους νέους, τις παραγωγικές ηλικίες, τους ηλικιωμένους. Θέλουμε να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής σε όλες τις γειτονιές του Πειραιά.
Αυτό επιδιώκουμε για τον Πειραιά και η ευχή μου είναι, σε έναν τέτοιο Πειραιά να γιορτάσουμε την επόμενη ιστορική επέτειο για την πόλη μας».Από την πλευρά της η ιστορικός, Διευθύντρια Πολιτισμού του Δήμου Πειραιά κυρία Ευαγγελία Μπαφούνη, κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία του νεότερου Πειραιά, υπογράμμισε:
«Οι μαρτυρίες για τον Πειραιά της προεπαναστατικής περιόδου είναι λίγες και προέρχονται κυρίως από κείμενα των περιηγητών οι οποίοι συμφωνούν σ ένα σημείο: την έλλειψη κατοίκων και οικισμού στον Πειραιά.
H απόφαση για τη μεταφορά της πρωτεύουσας του Ελληνικού κράτους στην Αθήνα θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του λιμανιού το οποίο ήταν πρωτίστως γειτονικό στην πρωτεύουσα, σε μία περίοδο που οι χερσαίες μετακινήσεις ήταν εξαιρετικά δύσκολες και επικίνδυνες. Ο ασφαλέστερος λοιπόν τρόπος για να φτάσει κανείς στην πρωτεύουσα ήταν η θάλασσα. Ο Πειραιάς θα αναδειχτεί σε συνδετικό κρίκο με την υπόλοιπη Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό και το κυριότερο: Αυτό το γειτονικό στην πρωτεύουσα αλλά έρημο λιμάνι θα προσφέρει τη δυνατότητα της προσπάθειας και της δοκιμής στους νέους κατοίκους.
Στις 29 Δεκεμβρίου 1835 στο μισοερειπωμένο μοναστήρι το Αγίου Σπυρίδωνα, ορκίζεται το πρώτο Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης με δήμαρχο τον Υδραίο Κυριάκο Σερφιώτη.
Δειλά-δειλά κάνουν την εμφάνιση τους και οι πρώτοι κάτοικοι που προέρχονται απ όλη την ελεύθερη Ελλάδα, αλλά κυρίως από τις ανατολικές ακτές τις Πελοποννήσου, τη Χίο και την Ύδρα. Στήνουν τους πρώτους φούρνους, τις πρώτες μανιφατούρες, μικροβιοτεχνίες δηλαδή τροφίμων για τα πληρώματα των πλοίων, και ένα σχοινοπλοκείο, οτιδήποτε δηλαδή έχει να κάνει με τις δραστηριότητες του λιμανιού. Παράλληλα οι κατασκευή κατοικιών και μαγαζιών θα προσανατολίσει πολλούς από τους νέους κατοίκους στην κατασκευή και το εμπόριο τούβλων, κεραμιδιών αλλά και ξυλείας.
Ο δημοτικός μηχανισμός που θα τεθεί σε λειτουργία από την επομένη της ορκωμοσίας του Δημοτικού Συμβουλίου θα παρακολουθήσει με το άγρυπνο μάτι του, όλες τις πλευρές της αγωνίας των εποικιστών, όλη τους την προσπάθεια να ριζώσουν και μαζί τους να ριζώσει και η ίδια η πόλη. Τα προβλήματα που θα ανακύψουν είναι πολλά. Θα περιοριστώ να αναφέρω ελάχιστα:
-το περίφημο λιμάνι της αρχαιότητας λόγω των προσχώσεων του Κηφισού σε πολλά σημεία δεν είναι διαπλεύσιμο– ο καθορισμός των ιδιοκτησιών αποδεικνύεται πραγματικός Γολγοθάς– ενώ η έλλειψη οποιασδήποτε υποδομής κάνει τη διαβίωση εξαιρετικά δύσκολη.
Ξένοι επισκέπτες, αξιωματούχοι ή κυρίες της τιμής που φτάνουν περιγράφουν με τα μελανότερα χρώματα τόσο το λιμάνι, όσο και το άλλο ταξίδι από τον Πειραιά στην Αθήνα μέσω της υπό χάραξιν οδού Αθηνών –Πειραιώς : ψωραλέα άλογα, ξεχαρβαλωμένοι αραμπάδες, σκόνη και μύγες μετατρέπουν τη διαδρομή από το λιμάνι στην πρωτεύουσα σε πραγματική κόλαση.
Και ενώ μέσα στην καθημερινότητα των αρχών του 19ου αιώνα όλα φαίνονται να μένουν ίδια, εντούτοις όλα αλλάζουν. Πριν εκπνεύσει η πρώτη δεκαετία δημιουργίας της νεότερης πόλης του Πειραιά, το 1836 χτίζεται το πρώτο σχολείο αρένων το «αλληλοδιδακτικό» και εγκαθίσταται στην πόλη η Σχολή Ευελπίδων που θα παραμείνει έως τα τέλη του αιώνα. Το πρώτο όμως σημάδι που φανερώνει ότι κάτι πραγματικά αρχίζει να αλλάζει στην ιστορία της πόλης αλλά και της Ελλάδας είναι η λειτουργία του μεταξουργείου του Λουκά Ράλλη, που υπήρξε το πρώτο ατμοκίνητο εργοστάσιο στην Ελλάδα (1846). Ο Λουκάς Ράλλης.
Τα πρωτοπόρα βήματα του Λουκά Ράλλη, που λίγα χρόνια αργότερα, το 1855, θα εκλεγεί δήμαρχος της πόλης, θα ακολουθήσουν αργότερα και άλλοι τολμηροί και θαρραλέοι που θα μετατρέψουν το λιμάνι στην πρώτη βιομηχανική πόλη της χώρας.
Από τα πρώτα της κιόλας βήματα η πόλη παράλληλα με την οικονομική της ανάπτυξη, δείχνει ιδιαίτερη φροντίδα για την πνευματική της ζωή. Την έκδοση του πρώτου περιοδικού στην ιστορία της πόλης του «Παιδαγωγού», πολύ πρώιμα το 1839, θα ακολουθήσει η έκδοση της πρώτης εφημερίδας του Παντολέοντα Καμπούρογλου «Ο Ερμής του Πειραιώς» (1849).
Γύρω στα 1870 η πόλη πια αριθμεί περίπου 11.000 κατοίκους, τόσους όσους προέβλεπε το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο της πόλης των Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Ο ασήμαντος προορισμός του 1835 έχει γίνει η πιο σημαντική ελληνική πόλη μετά την πρωτεύουσα, το κέντρο του εμπορίου και της βιομηχανίας. Και έχει αδιάψευστους μάρτυρες την σιδηροδρομική γραμμή που την συνδέει με την πρωτεύουσα, το λαμπρό κτίριο του χρηματιστηρίου, το περίφημο Ρολόι (1875), το πρώτο νοσοκομείο της πόλης το Τζάνειο (1875), αλλά και το Ζάννειο Ορφανοτροφείο Αρρένων
Έτσι από την «ασήμαντη τοποθεσία» όπως περιγράφει ο Depping τον Πειραιά το 1823 θα περάσουμε μερικά χρόνια αργότερα, το 1888, στη γεμάτη έκπληξη και θαυμασμό περιγραφή του Γιάννη Ψυχάρη:
«Κατέβηκα στον Περαία κι απορούσα μ΄ όσα βλέπανε τα μάτια μου. Τι ακάματος λαός!… Σήμερα βλέπεις παντού δρόμους, μαγαζιά, μηχανές, φάμπρικες, βιομηχανία, κίνηση και εμπόριο. Οι φάμπρικες αφτές πόσο μου αρέσουνε».
Στις φάμπρικες όμως αυτές την ίδια εποχή απασχολείται το 53% των βιομηχανικών εργατών της χώρας : 2.200 άτομα, από τα οποία οι 1848 είναι γυναίκες και κορίτσια και 382 άνδρες και παιδιά.
Την ίδια περίοδο, ο σπουδαίος Έλληνας θαλασσογράφος Κωνσταντίνος Βολανάκης «περνά» από την πόλη και στο πέρασμα του αυτό αφήνει ανεξίτηλα σημάδια. Όταν το 1883 ανακοινώνει στο φίλο του το γνωστό ζωγράφο Νικόλαο Γύζη την πρόθεση του να εγκατασταθεί στον Πειραιά λόγω των προβλημάτων της υγείας της γυναίκας του εκείνος θα αντιδράσει λέγοντας : « θα πάς εις ένα τόπον όπου οι πίνακες ζωγραφικής πωλούνται εις τον Τινάνειο Κήπο?».
Ο Κωνσταντίνος Βολανάκης όμως θα εγκατασταθεί στον Πειραιά απ’ όπου και θα φύγει από τη ζωή το 1907.
Λίγο πριν το γύρισμα του αιώνα η πόλη θα βρεθεί στο καλύτερο σημείο της. Η βιομηχανία σε συνδυασμό με την ναυτιλία -όλα πια κινούμενα με τον ατμό- θα της επιτρέψουν να συσσωρεύσει πλούτη και κεφάλαια.
Ο δήμαρχος Θεόδωρος Ρετσίνας θα συνδέσει το όνομά του με το μεγαλύτερο έργο της πόλης : Το Δημοτικό Θέατρο. Η αστική τάξη του Πειραιά θα μπορεί πια να περιφέρει τα πανάκριβα ενδύματα και κοσμήματά της, εκτός από τους χορούς που διοργανώνονται συχνά πυκνά και σ ένα ναό της τέχνης αντάξιο της οικονομικής της δύναμης. Από την άλλη μεριά η ίδια αυτή αστική τάξη, συνεπικουρούμενη από τα λαϊκότερα στρώματα και για τελείως διαφορετικούς λόγους θα αντιδράσει έντονα σ ένα άλλο μεγαλεπίβολο σχέδιο του Ρετσίνα: Την μεταφορά του Νεκροταφείου από τον Άγιο Διονύσιο όπου είχαν φτάσει τα όρια της στην Ευγένεια, μετέπειτα Ανάσταση . Το νέο νεκροταφείο κυρίως λόγω της έκτασης του θα προσφέρει την ευκαιρία στους αστούς Πειραιώτες να μεταφέρουν εκεί, την αγάπη τους για την πολυτέλεια. Τα σημαντικότερα ταφικά μνημεία του νέου νεκροταφείου θα φιλοτεχνηθούν από σπουδαίους Τηνιακούς γλύπτες στα πρότυπα του Α΄ Νεκροταφείου της Αθήνας.
Γύρω από το κέντρο του Πειραιά δημιουργούνται άλλοι μικροί δορυφόροι, όπως το Φάληρο, αυτή την μαγική πολιτεία που υπήρξε στην πραγματικότητα το πρώτο σπουδαίο, ελληνικό κοσμοπολίτικο θέρετρο. Τα πολυτελή ξενοδοχεία του, η Εξέδρα, η ανέμελη ζωή, σ΄ αυτό τον τόπο που η Belle-epoque a la grecque βρήκε την καλύτερη της έκφραση θα αιχμαλωτίσουν τα βλέμματα που δεν θα μπορέσουν να διακρίνουν ανάμεσά τους να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια η μία μετά την άλλη οι καμινάδες των εργοστασίων.
Ο Πειραιάς, περισσότερο από κάθε άλλη πόλη, θα βιώσει την απόπειρα της εκβιομηχάνισης, αλλά και την ένταση μίας τέτοιας διαδικασίας, η οποία θα τον διατηρήσει στο προσκήνιο της ελληνικής ιστορίας τον 19ο αιώνα. Με το γύρισμα του αιώνα θα παρακολουθήσει την παράλληλη ανάπτυξη της βιομηχανίας και σε άλλες περιοχές η οποία υπήρξε αποτέλεσμα πολλών παραγόντων όπως: της αλλαγής του κέντρου βάρους της οικονομίας, της απόλυτης ταύτισης πρωτεύουσας και ελληνικού κράτους, τα σύνορα του οποίου εν τω μεταξύ έχουν αλλάξει με την προσάρτηση νέων περιοχών, της χάραξης χερσαίων δρόμων, της ύπαρξης στοιχειώδους έστω σιδηροδρομικού δικτύου κ.α.
Η συγκυρία λοιπόν της γειτνίασης με την πρωτεύουσα, ενώ «γέννησε» τον Πειραιά και του προσέφερε την ευκαιρία να αναπτυχθεί, με το γύρισμα του αιώνα θα αποτελέσει τροχοπέδη όπως τονίζουν με κάθε ευκαιρία οι Πειραιώτες.
Στις αρχές του αιώνα εμφανίζονται για πρώτη φορά οι πρώτες μεγάλες χημικές μονάδες. Η ΧΡΩΠΕΙ, τα Λιπάσματα της Δραπετσώνας, η Τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ και μετέπειτα ο Ηρακλής αλλά και ο ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ είναι οι πιο χαρακτηριστικές. Οι πρωταγωνιστές πίσω από αυτές οι ίδιοι: ο Νικόλαος Κανελλόπουλος, ο Αλέξανδρος Ζαχαρίου, ο Οικονομίδης γνωστοί από τα φοιτητικά τους χρόνια στο σπουδαιότερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Ευρώπης: Το πολυτεχνείο της Ζυρίχης.
Μετά το τέλος του τραυματικού Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο πριν από την έλευση των προσφύγων το 1922, η πειραϊκή βιομηχανία φαίνεται να έχει χάσει το σταθερό της βήμα. Η εγκατάσταση των προσφύγων, από την μια θα εκτινάξει τον πληθυσμό της πόλης από 125.000 το 1920 σε 250.000 κατοίκους στα τέλη της ίδιας δεκαετίας και από την άλλη θα προσφέρει στην πόλη ή καλύτερα στην βιομηχανία της το φιλί της ζωής.
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος θα αποτελέσει τη χαριστική βολή για την πόλη : Οι Γερμανικές Δυνάμεις Κατοχής θα εκμεταλλευθούν όσο μπορούν τις πειραϊκές βιομηχανίες και το Μεγάλο Λιμάνι θα γίνει το σημαντικότερο κέντρο ανεφοδιασμού για τις δυνάμεις του. Όλα αυτά θα τον καταστήσουν ένα πρώτης τάξεως στόχο στο καινούργιο στρατηγικό παιχνίδι που λέγεται βομβαρδισμοί πόλεων. Ο Πειραιάς σε όλη την διάρκεια του πολέμου θα βομβαρδιστεί με σφοδρότητα από όλους Γερμανούς και Συμμάχους με σημείο αιχμής τον βομβαρδισμό της πόλης από τους Συμμάχους στις 11 Ιανουαρίου του 1944. Η πόλη νεκρώθηκε για μήνες ενώ οι νεκροί εκείνου του βομβαρδισμού, του βομβαρδισμού της γιαγιάς μου θα πρέπει να έφτασαν τους χίλιους. Ο στόχος ήταν να αποκοπούν οι Δυνάμεις Κατοχής από τον υπόλοιπο κόσμο ώστε να οδηγηθούν στην συνθηκολόγηση. Στόχος που τελικά επιτεύχθηκε με πολύ σοβαρές όμως παράπλευρες απώλειες: την εκ βάθρων καταστροφή της βιομηχανίας της πόλης αλλά και την αλλοίωση της φυσιογνωμίας της.
Οι Πειραιώτες, κυρίως οι εύποροι Πειραιώτες, θα αναζητήσουν την ασφάλεια στην ανοχύρωτη πόλη Αθήνα χωρίς να επιστρέψουν έκτοτε.
Είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει κανείς για τα χρόνια μετά τον πόλεμο και το ρόλο της πόλης σε καιρούς ιδιαίτερα δύσκολους. Χρειάζονται πολλαπλές προσεγγίσεις και μελέτες καθώς και μια χρονική αποστασιοποίηση που θα επιτρέψει την ψύχραιμη μελέτη και αποτίμηση γεγονότων και φαινομένων. Μ’ αυτό το στόχο, ο εορτασμός των 180 χρόνων του Δήμου Πειραιά θα ολοκληρωθεί με την διοργάνωση επιστημονικού συμποσίου με θέμα την ιστορία του Πειραιά».
Πηγή: protothema.gr
ellada