Πιο ασφαλείς αισθάνονται οι περισσότεροι από τους μισούς πολίτες (55,6%) στη Θεσσαλονίκη μετά τις πρόσφατες παρεμβάσεις της κυβέρνησης στη δημόσια υγεία με αφορμή την κρίση του κορονοϊού , ενώ το 30,7% των πολιτών δηλώνουν ότι αισθάνονται το ίδιο. Λιγότερο ασφαλές αισθάνεται ένα ποσοστό 10,1% των πολιτών.
Επίσης μειώθηκε το ποσοστό των δυσαρεστημένων από το δημόσιο σύστημα υγείας από 66,5% που ήταν πέρσι τον Ιούνιο σε 38,1% φέτος τον αντίστοιχο μήνα ενώ παράλληλα αυξήθηκε το ποσοστό των ικανοποιημένων από το 18,3% σε 30,2%.
Αυξήθηκε όμως και το ποσοστό αυτών που δεν είναι ούτε ικανοποιημένοι ούτε δυσαρεστημένοι από 12,3% που ήταν το 2019 σε 27,5% φέτος. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από έρευνα για την γνώμη των πολιτών σχετικά με τις υπηρεσίες υγείας στη χώρα μας, που διενεργήθηκε στο διάστημα 5-10 Ιουνίου 2010 σε ένα δείγμα 1137 ατόμων ηλικίας άνω των 17 ετών στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης από την εταιρεία tothepoint για λογαριασμό του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης .
Ο πρόεδρος του ΙΣΘ , Νίκος Νίτσας παρουσιάζοντας τα στοιχεία της έρευνας επισήμανε ότι η δημοσκόπηση αυτή διενεργείται σε ετήσια βάση από το 2012 και τόνισε ότι φέτος τα ευρήματα διαφέρουν από εκείνα των προηγούμενων ετών γιατί έχει μεσολαβήσει η κρίση στη δημόσια υγεία λόγω της επιδημίας του κορονοϊού.
Παράλληλα σημείωσε ότι για πρώτη φορά φέτος παρουσιάζεται μια βελτίωση της εικόνας την οποία έχουν οι πολίτες για τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας λέγοντας ότι «αυτό οφείλεται τόσο στις ενέργειες και πρωτοβουλίες της Πολιτείας για την βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας αλλά και στο ότι η Πολιτεία άκουσε την γνώμη των ειδικών και των γιατρών».
Ο κ. Νίτσας πρόσθεσε ακόμη ότι τα αποτελέσματα της έρευνας θα σταλούν στο υπουργείο Υγείας ενώ επισημαίνοντας την ανάγκη της στελέχωσης της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας τόνισε ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί η εξαγγελία που είχε κάνει πέρσι ο πρωθυπουργός για τις προσλήψεις 900 γιατρών γι αυτόν τον σκοπό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, δυσαρεστημένο από τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας στη χώρα μας δηλώνει ένα ποσοστό 27,7% πολιτών της Θεσσαλονίκης έναντι 64,7% το 2019 ενώ το ποσοστό των ικανοποιημένων ανέρχεται στο 37,5% έναντι 16,3% πέρσι .Το ποσοστό αυτών που δεν είναι ούτε ευχαριστημένοι ούτε δυσαρεστημένοι είναι 33,5% ενώ πέρσι ήταν 17,1%. Τα ποσοστά αυτά αφορούν γενικότερα τις υπηρεσίες υγείας.
Σε σχέση με την ιατρική περίθαλψη οι πολίτες προτιμούν περισσότερο να επισκέπτονται τα ιδιωτικά ιατρεία (53,4% έναντι 44,4% το 2019) και λιγότερο τα νοσοκομεία (33,1% έναντι 34,6% πέρσι) και τους συμβεβλημένους ιατρούς του ΕΟΠΥΥ (25,4% έναντι 29,4% πέρσι) ενώ ακόμη μικρότερα είναι τα ποσοστά αυτών που προτιμούν τα Κέντρα Υγείας-Ιατρεία ΠΕΔΥ (16,1% έναντι 11,2% πέρσι) και τα ιδιωτικά πολυιατρεία /κλινικές (13,2% έναντι 16,3% πέρσι).
Οι ερωτηθέντες δήλωσαν ότι επισκέπτονται κάποιο γιατρό στο ιδιωτικό του ιατρείο για οποιαδήποτε ενόχληση/πρόβλημα υγείας (23,1%), μόνο όταν υπάρχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας (22,3%) , σε σταθερή βάση για check up (18,4%), για να κάνουν συγκεκριμένες εξετάσεις (12,9%) , για θεραπεία /παρακολούθηση κάποιου μόνιμου προβλήματος υγείας (9,7%). Ένα ποσοστό 12,3% των πολιτών δήλωσε ότι δεν επισκέπτεται ποτέ γιατρό σε ιδιωτικό ιατρείο.
Η συντριπτική πλειοψηφία (90,1%) των ερωτηθέντων δήλωσε ότι επισκέπτεται σε σταθερή βάση τον ίδιο γιατρό. Το 58,5% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι επιλέγει γιατρό μέσω φίλων/γνωστών, το 19,3% με σύσταση άλλων γιατρών, το 13,9% μέσω Ίντερνετ, και το 6,6% μέσω τηλεφωνικού καταλόγου.
Το 51,6% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι έχει μείνει το ίδιο το κόστος των ιατρικών υπηρεσιών τα τελευταία δύο χρόνια, το 29,2% θεωρούν ότι έχει αυξηθεί, το 8,8% ότι έχει ελαττωθεί ενώ ένα ποσοστό 10,5% δήλωσε “δεν γνωρίζω /δεν απαντώ”. Το 64% δεν έχει εγγραφεί σε οικογενειακό ιατρό ενώ το 35,7% έχει εγγραφεί. Από όσους δήλωσαν ότι έχουν εγγραφεί σε οικογενειακό γιατρό το 35,3% απάντησε ότι ο οικογενειακός γιατρός είναι στον ΕΟΠΥΥ, το 31,6% ότι είναι ιδιώτης γιατρός, το 17,6% ότι είναι σε Κέντρο Υγείας και το 11% ότι είναι σε Τοπική Μονάδα Υγείας.
Το 55,5% δήλωσε ότι έχει κάνει χρήση των διαδικασιών του ΕΟΠΥΥ (ηλεκτρονική συνταγογράφηση, ραντεβού κλπ) και το 43,2% απάντησε ότι δεν έχει κάνει χρήση. Από αυτούς που έκαναν χρήση των διαδικασιών του ΕΟΠΥΥ το 47,8% τις αξιολόγησε θετικά, το 29,2% μάλλον θετικά, το 7,2% αρνητικά και το 4,8% μάλλον αρνητικά.
Στο ερώτημα αν η συνεργασία του ΕΣΥ με τους ιδιωτικούς φορείς υγείας θα βελτιώσει ή θα επιδεινώσει τις υπηρεσίες υγείας το 56,1% απάντησε ότι θα τις βελτιώσει, το 12,95% ότι θα τις επιδεινώσει, το 16,1% ούτε θα τις βελτιώσει ούτε θα τις επιδεινώσει ενώ το 15% απάντησε “δεν γνωρίζω/δεν απαντώ.
Το ερώτημα αν στη διάρκεια της καραντίνας χρειάστηκε να τηλεφωνήσουν ή να επισκεφτούν κάποιον γιατρό το 77,5% δήλωσε ότι δεν χρειάστηκε και το 22% ότι χρειάστηκε. Από αυτούς που τηλεφώνησαν ή επισκέφτηκαν γιατρό το 76,2% επέλεξε ιδιώτη γιατρό, το 10,7% γιατρό του ΕΟΠΥΥ, το 6% Κέντρο Υγείας, το 1,2% Τοπική Μονάδα Υγείας και το 6% κάτι άλλο.
Το 69,7% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θεωρεί θετική την παρουσία του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης και του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου στη διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού , το 10,8% ότι δεν την θεωρεί θετική και το 19,5% ότι δεν την θεωρεί ούτε θετική ούτε αρνητική.
Τέλος όσον αφορά το θέμα της ιδιωτικής ασφάλισης το 77,4% δήλωσε ότι δεν έχει και το 21,3 % ότι έχει.
ellada
Tags: ΕΟΠΥΥ, ΙΑΤΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ