Οι φαρμακερές ατάκες Μεϊμαράκη που έχουν μείνει

Οι φαρμακερές ατάκες Μεϊμαράκη που έχουν μείνει

Με έναν επικοινωνιακό αιφνιδιασμό που θυμίζει σάτιρα του Τσιφόρου, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, αντί της προεκλογικής χολής, προτίμησε να κάνει πλάκα -ενίοτε χοντρή- στον Αλέξη Τσίπρα. Και αυτό που κατάφερε ο νέος -πλην παλιός- αρχηγός της Ν.Δ. είναι να φανεί πολύ πιο πειστικός ως θυμόσοφος νοικοκύρης απ’ ό,τι ο Τσίπρας στον ρόλο του «καλού παιδιού».

Ο «ψευτράκος», ο «χαρούμενος» και ο «αυτοφωράκιας» είναι χαρακτηρισμοί για τον Αλέξη Τσίπρα και τις ενέργειές του που φέρουν ολοκάθαρη την υπογραφή του Βαγγέλη Μεϊμαράκη και που, πιθανότατα, θα μείνουν εσαεί ταυτισμένοι με την προεκλογική περίοδο του Σεπτεμβρίου 2015. Αφενός το γεγονός πως αυτοί οι όροι που εισήγαγε στην πολιτική διάλεκτο ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας «έγραψαν», συζητήθηκαν και προβλημάτισαν, οφείλεται στο ότι φαίνεται -αναπάντεχα- να ταιριάζουν στον Τσίπρα. Αφετέρου η χρήση μιας συγκεκριμένης φρασεολογίας, λαϊκής, μάγκικης, ακόμη και περιθωριακής ως προς την προέλευση, αλλά πάντως αφτιασίδωτης και αυθόρμητης, δείχνει πολλά περισσότερα για τη νοοτροπία του ίδιου του Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Στο κάτω-κάτω είναι ο ίδιος άνθρωπος που πριν από περίπου 4,5 χρόνια, την περίοδο της σφοδρής σύγκρουσής του με τον Γιώργο Καρατζαφέρη περί μίας προμήθειας υποβρυχίων, περιέπαιζε τον πρόεδρο του ΛΑΟΣ λέγοντας: «Είχα πράγματι το χέρι στην τσέπη μου και έπαιζα το κομπολόι μου. Αν ο κ. Καρατζαφέρης νομίζει ότι έκανα κάτι άλλο, μου αρέσει ο τρόπος που σκέφτεται». Το πώς διέψευσε επιβεβαιώνοντας μια απρέπεια ήταν κάτι ομολογουμένως αριστοτεχνικό εκ μέρους του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.

Κάτι παρόμοιο έκανε σε πρόσφατη συνέντευξή του αναφερόμενος στη Ζωή Κωνσταντοπούλου: «Θα της ξανάδινα ανθοδέσμη. Να μην μπερδεύουμε τα κοινωνικά με τα πολιτικά. Μα πώς θα την περίμενα; Με ύβρεις; Τι θα έκανα; Να της έδινα μια μπουνιά;». Μέσω μιας υπερβολής που προσεγγίζει τα όρια του φαρσοκωμικού, ο κ. Μεϊμαράκης γίνεται εκφραστής μιας τάσης – και πάλι όμως καταγγέλλοντάς την. Και αυτό διότι ανεξαρτήτως του σεβασμού προς το αξίωμά της, της ορθότητας των επιχειρημάτων της κ.λπ. είναι βέβαιο ότι πολλοί, βουλευτές και μη, έφτασαν στα όρια της αντοχής τους με την πρόεδρο της Βουλής. Ο ίδιος ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης που τον Ιανουάριο την είχε υποδεχτεί με τη θρυλική πλέον ανθοδέσμη παραδίδοντάς της τα κλειδιά του Κοινοβουλίου, πριν από μερικούς μήνες είχε γίνει έξαλλος με την κυρία Κωνσταντοπούλου και την τακτική των αιώνιων καθυστερήσεων που εφάρμοζε. «Είναι γαϊδουριά να μας αφήνετε να περιμένουμε δύο ώρες και χθες και σήμερα. Επίσης είναι γαϊδουριά να μη λέτε πότε θα τελειώσουμε», διαμαρτυρόταν τον περασμένο Μάιο.

Το ύφος του τότε προσιδίαζε περισσότερο σε άντρα ο οποίος ήταν έτοιμος να λύσει τις διαφορές του πυξ λαξ παρά σε πολιτικό που κινείται στα όρια της κοσμιότητας. Εάν η κυρία Κωνσταντοπούλου δεν ήταν γυναίκα, τα μπουκέτα που θα της πρόσφερε ο Μεϊμαράκης μάλλον δεν θα περιείχαν κρίνα και ρόδα.

Αλλωστε ο κοινός και ατόφιος τσαμπουκάς, καθώς και το ζωνάρι που πρόθυμα λύνεται για καβγά έχουν από χρόνια καταχωριστεί ως βασικά επιχειρήματα στον πολιτικό λόγο του Βαγγέλη Μεϊμαράκη – κυρίως διότι είναι πειστικά εφόσον ο ίδιος τα υποστηρίζει με την προσωπικότητά του. «Αμα λάχει βγάζω το κουστούμι (σ.σ.: του προέδρου της Βουλής). Κι όταν βγάζω το κουστούμι, βγάζω πρώτα το παντελόνι μου. Θα κατέβω στην αρένα, δεν θα πάω μόνο νομικά και σαλονάτα», είχε διαμηνύσει ο Μεϊμαράκης πριν από τρία χρόνια σε δημοσιογράφο-εκδότη εξαιτίας ενός ενοχλητικού δημοσιεύματος.

Και όντως ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης δείχνει ότι κατέχει απταίστως την αγοραία διάλεκτο, φτάνοντας ακόμη και στην αργκό της νύχτας, από την οποία ξεσήκωσε την έννοια του «αυτοφωράκια» και τη φόρεσε στον Αλέξη Τσίπρα: «Λογικό είναι, 40 χρονών είναι ο Τσίπρας, θα διερωτάται: Γιατί να εφαρμόσω εγώ τέτοια σκληρά μέτρα, θα βρούμε τον αυτοφωράκια να τον βάλουμε μπροστά». Αυτό που εννοούσε ο πρόεδρος της Ν.Δ. ήταν ότι, όπως τα αφεντικά των νυχτερινών κέντρων χρησιμοποιούν ένα επί πληρωμή εξιλαστήριο θύμα που δέχεται να συλληφθεί αντ’ αυτών από την Αστυνομία, έτσι και ο Αλέξης Τσίπρας οραματίζεται έναν ρόλο αυτοφωράκια για τον βασικό αντίπαλό του στην εκλογή της 20ής Σεπτεμβρίου. Βέβαια, το παράδοξο είναι ότι την ίδια στιγμή που ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης επιλέγει συνειδητά ορολογία που μοιάζει βγαλμένη από «Τα παλιόπαιδα τ’ ατίθασα» του Νίκου Τσιφόρου, κάνει λόγο για το ακριβώς αντίθετο: «Μην παρεξηγείτε την αστική μας ευγένεια» έχει προειδοποιήσει τον επικεφαλής και τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κατά τη συζήτηση για το τρίτο μνημόνιο στη Βουλή, τονίζοντας «μη νομίζετε πως αυτή η ευγένειά μας είναι πολιτική αδυναμία».

Οι σκληροί επικριτές του παραιτηθέντος πρωθυπουργού, όπως είναι φυσικό, είναι πολυάριθμοι και διαγωνίζονται μεταξύ τους σε βαρύτητα αιτιάσεων ή και προσβολών. Μεταξύ αυτών που βάλλουν συστηματικά εναντίον του Αλέξη Τσίπρα θα ξεχώριζε πρόχειρα κάποιος τον Θεόδωρο Πάγκαλο, τον Ευάγγελο Βενιζέλο, τον Αδωνη Γεωργιάδη και τον Αντώνη Σαμαρά. Ο καθένας με διαφορετικό λεξιλόγιο και ύφος, όλοι τους όμως ελάχιστα αποτελεσματικοί, όπως αποδείχθηκε. Αντιθέτως, μέσα σε μόλις λίγες ημέρες ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης εξαπέλυσε μια ομοβροντία επικρίσεων ευθέως προς τον Τσίπρα, η οποία φαίνεται να αιφνιδίασε το επιτελείο των λογογράφων και image makers της Κουμουνδούρου.

Ενα από τα μυστικά της «μεθόδου Μεϊμαράκη» είναι η ελάχιστη δυνατή εμπάθεια και ο αντιστοίχως ελάχιστος φόβος που συνήθως υποκρύπτεται πίσω από το πάθος του εκάστοτε ρήτορα. Εμφανώς για τον Βαγγέλη, ο Αλέξης δεν συνιστά ούτε κάποιο πανίσχυρο φαινόμενο, ούτε κάποιον λαοπρόβλητο χαρισματικό ηγέτη, μοναδικό και απόλυτο κυρίαρχο της τρέχουσας πολιτικής σκηνής στην Ελλάδα. Για τον αρχηγό της Ν.Δ. όλα αυτά είναι ιδεολογήματα που έπλασε και καλλιέργησε συστηματικά ο ίδιος ο Τσίπρας μέσω των προπαγανδιστικών μηχανισμών του ΣΥΡΙΖΑ. Εξ ου και καθόλου τυχαία, ο Μεϊμαράκης αποκαλεί «παιδί» τον Αλέξη Τσίπρα: «Το παιδί πρέπει να συνέλθει, τον έχει πιάσει αλαζονεία» ή «Το παιδί έχει ξεφύγει, μας κουνάει και το δάχτυλο. Γιατί μας πάει σε εκλογές; Τον πείραξε ο ήλιος; Είναι και Αύγουστος…» κ.ο.κ. Με τον τρόπο αυτό ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης απαξιώνει, αποκαθηλώνει τον Αλέξη Τσίπρα ως ηγέτη και το κάνει χωρίς να ανεβάζει τους τόνους, κάτι που αποδεικνύεται κρίσιμο πλεονέκτημα στα χέρια του. Διότι έτσι ο Μεϊμαράκης εμφανίζει πειστικά ως γεγονός πασιφανές και αδιαμφισβήτητο την ανεπάρκεια του Τσίπρα και, κυρίως, δείχνει ότι ούτε τον μισεί, ούτε τον φοβάται. Απλώς τον θεωρεί «μικρό και λίγο», όπως έχει πει, υποστηρίζοντας ότι «ο Τσίπρας ήταν ο χειρότερος πρωθυπουργός όλων των εποχών. Εμείς φέρνουμε τις επενδύσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ τις διώχνει. Εμείς μειώναμε τους φόρους, ο ΣΥΡΙΖΑ τους αύξανε. Εμείς μικραίναμε το σπάταλο κράτος, ο ΣΥΡΙΖΑ το επανέφερε και μας αναγκάζει όλους τους φορολογούμενους να το πληρώνουμε. Και λέγε-λέγε φτάσαμε να μας φεσώσει 90 δισ. ευρώ».

Το ύφος του Βαγγέλη Μεϊμαράκη δεν είναι μόνο καταγγελτικό, αλλά έχει έντονα θυμοσοφικά στοιχεία, σαν να μιλά ένας πολύπειρος πολιτικός που έχει δει πολλούς αστέρες τύπου Τσίπρα να μεσουρανούν ως διάττοντες και να καταρρίπτονται από την ίδια τους την αδυναμία να υλοποιήσουν ό,τι υποσχέθηκαν προκειμένου να καταλάβουν την εξουσία. Με το στυλ του «σαράντα χρόνια φούρναρη», ο μυστακοφόρος Μεϊμαράκης αντιμετωπίζει σχεδόν με συμπάθεια τον Τσίπρα, δείχνοντας με κάθε τρόπο πως ο ίδιος έχει πειστεί ότι απέναντί του δεν βρίσκεται ένας ισχυρός αντίπαλος, αλλά ένας μικροκατεργάρης της σειράς. Αυτό πιστοποιεί επίσης η αθρόα χρήση υποκοριστικών, διά της οποίας ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης υποβιβάζει και περιγελά τη γοητεία που ασκεί στον λαό η προσωπικότητα του Αλέξη Τσίπρα: «Είναι λίγο ψευτράκος, είναι λίγο τακτικιστής, είναι και λίγο πονηρούλης. Με το χαμόγελο πάντα».

Αυτό που ίσως δεν είχαν κατανοήσει όλοι όσοι αποπειράθηκαν να τα βάλουν σοβαρά με τον Τσίπρα, είναι το στοιχειώδες, ότι το «ψευτράκος» πλήττει και πληγώνει περισσότερο από το «ψεύτης». Σε μια περίοδο διάχυτης σύγχυσης -που κατά ένα ουσιαστικό μέρος οφείλεται στις ποικίλες μεταστροφές του Αλέξη Τσίπρα- ο Μεϊμαράκης επιλέγει να μην κολακεύει τα πάθη και υπογραμμίζει ότι παίζει με τα κυβικά του. Σε ό,τι αφορά τις εκλογές, απλώς υποδεικνύει στους ψηφοφόρους όχι να τιμωρήσουν τον Τσίπρα για ό,τι έκανε, αλλά να τον ξεπεράσουν και να μην τον εμπιστευτούν ξανά διότι «σαν παιδί, αρκετά έπαιξε, επτά μήνες βούλιαξε τη χώρα». Με τον τρόπο αυτό ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης φέρνει τον εαυτό του στο προσκήνιο χωρίς πάταγο και πολεμικές τυμπανοκρουσίες, αλλά χαλαρά και με σίγουρο βήμα. Βέβαια, την ίδια στιγμή αποσιωπά το μερίδιο της συλλογικής ευθύνης που κατ’ ανάγκην του αναλογεί ως ιστορικού στελέχους μιας παράταξης η οποία ταυτίστηκε με τη μνημονιακή ευσυνειδησία.

Την εποχή της ισοπεδωτικής κυριαρχίας των social media ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης όχι μόνο παρουσιάζεται υπερήφανος και ακομπλεξάριστος για τη φρασεολογία και το μαγκίτικο στυλ του παραδοσιακού Ελληνα, αλλά και αντιστρέφει τη συνθηματολογία του ΣΥΡΙΖΑ. Αφού η Ν.Δ. οικειοποιήθηκε το «Ελλάδα μπροστά», ήταν ο Μεϊμαράκης που βγήκε ο ίδιος μπροστά διακηρύσσοντας την άρνησή του να δεχτεί την εξ ορισμού υπεροχή του νέου που ευαγγελίστηκε ο Αλέξης Τσίπρας: «Ο παλιός είναι αλλιώς, αλλά ο νέος δεν είναι πάντα ωραίος», είναι η άποψη του αρχηγού της Ν.Δ., εξηγώντας ότι «μπορεί να είσαι νέος και να έχεις γερασμένα μυαλά και αντιλήψεις. Μας θεωρεί ο κ. Τσίπρας ως το παλιό κατεστημένο, όμως εκείνος λειτουργεί με παλιά κομματικά μυαλά». Και επιπλέον, προτείνει μια δική του ερμηνεία για το τι σημαίνει παλιό και νέο στη σημερινή πολιτική συγκυρία, προσπαθώντας να εξουδετερώσει τη διχαστική ερμηνεία του ΣΥΡΙΖΑ: «Το παλιό έχει μια ιστορία που είναι υπερήφανη, τίμησε τη χώρα. Αυτό το παλιό με την ψήφο του λαού κυβερνούσε. Δεν θέλουμε να διχάζονται οι γενιές μας, είμαστε και το νέο και το παλιό μαζί και μπορούμε να εγγυηθούμε την πορεία της χώρας προς τα εμπρός».

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο ίδιος ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης αποτελεί την απροσδόκητη ενσάρκωση αυτού του παλιού που δεν απωθεί σαν ξεπερασμένο, παρόλη την ιστορική πορεία που έχει διανύσει ο ίδιος ως πρωτοκλασάτο στέλεχος, υπουργός κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας κ.λπ. Ισως είναι όμως το χιούμορ αυτό που γειώνει και αμβλύνει τα τρωτά σημεία στη θωράκιση του αρχηγού της Ν.Δ., έναν τομέα στον οποίον είχε πολύ χαμηλές επιδόσεις, για παράδειγμα, ο προκάτοχός του Αντώνης Σαμαράς. Εκτός από εκείνο το θεατρικό «ουάου» από το βήμα του Κοινοβουλίου με το οποίο ειρωνευόταν τον Γιάνη Βαρουφάκη και κάποιες απόπειρες να προβάλει ένα τραχύ προφίλ, ο τέως πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας δεν κατάφερε να πείσει στον ρόλο του άντρα που δεν σηκώνει αστεία στη δουλειά του – ή, έστω, δεν έπεισε με τον αβίαστο τρόπο που το κάνει ο «πολλά βαρύς και όχι» Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ο οποίος δείχνει ότι κατέχει την παλιά καλή τέχνη του «δουλέματος» είτε όταν πειράζει τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ λέγοντας «είδα ότι κάνατε και Κοινοβουλευτική Ομάδα 8 η ώρα το πρωί, κι αυτό είναι κάτι καινούριο για την Αριστερά», είτε συγχαίροντας ΜΜΕ για τον εντοπισμό του πρώην πρωθυπουργού: «Ο κ. Τσίπρας έχει χαθεί έξι μέρες. Συγχαρητήρια, είναι επιτυχία που τον βρήκατε στον ALPHA. Εχετε και τη Νικολούλη βέβαια».

■ «Λογικό είναι, 40 χρονών είναι, θα διερωτάται: Γιατί να εφαρμόσω εγώ τέτοια σκληρά μέτρα, θα βρούμε τον αυτοφωράκια, να τον βάλουμε μπροστά»

■ «Είναι λίγο ψευτράκος, είναι λίγο τακτικιστής, είναι και λίγο πονηρούλης. Με το χαμόγελο πάντα»

■ «Γιατί μας πάει σε εκλογές; Τον πείραξε ο ήλιος; Είναι και Αύγουστος»

■ «Πρέπει να συνέλθει το παιδί. Εχει ξεφύγει! Μας κουνάει και το δάχτυλο»

■ «Μην παρεξηγείτε την αστική μας ευγένεια, μη νομίζετε πως είναι πολιτική αδυναμία»

■ «Να μην πηγαίνει συχνά στο Μαξίμου, αλλά μόνο για τα απαραίτητα. Και να πηγαίνει στην Κουμουνδούρου, γιατί θα τη βρει καμιά μέρα κατειλημμένη από τον Λαφαζάνη»

■ «Μπανανία είναι εδώ πέρα; Τσιφλίκι του είναι; Πρέπει να καταλάβει ότι δεν είναι ο δικτάτορας!»

■ «Τις μάχες τις κερδίζουν οι πραγματικοί ηγέτες και όχι οι πελαγωμένοι που πάνε και παραδίδουν την εντολή»

■ «Πού το πάει ο τύπος; Θα κάνει την Ελλάδα Κουμουνδούρου;»

■ «Το φάντασμα Λαφαζάνη τον καταδιώκει, έχει τρομερές ενοχές»

■ «Αρκετά έπαιξε, επτά μήνες βούλιαξε τη χώρα»

■ «Ο κ. Τσίπρας κόπτεται για τη δημοκρατία αλλά φασιστίζει»

■ «Aιφνιδίασε και τους ίδιους τους υπουργούς του, αν λάβουμε υπόψη ότι τον υπουργό Αμυνας Πάνο Καμμένο τον βρήκε μεσοπέλαγα»

■ «Δεν αξίζει στην Ελλάδα τέτοιος πρωθυπουργός»

■«Ο κ. Τσίπρας έχει χαθεί έξι μέρες. Συγχαρητήρια, είναι επιτυχία που τον βρήκατε στον ALPHA», είπε με χιούμορ ο πρόεδρος της Ν.Δ., για να συμπληρώσει: «Εχετε και τη Νικολούλη, βέβαια»!

■ «Αν ήμουν συνταξιούχος και περίμενα τη 13η σύνταξη, αν περίμενα το παιδί μου να διοριστεί όπως υποσχέθηκε, αν περίμενα μείωση ΕΝΦΙΑ, τι θα έλεγα; Οτι μου είπε ψέματα θα έλεγα. Πολύ γλυκά είπα ότι είναι ψευτράκος»

«Η σύγκληση των ‘‘28’’ είναι άκρως ανησυχητική εξέλιξη. Μόνο ο ‘‘Χαρούμενος’’ δεν το κατάλαβε»

Πηγή: protothema

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: