Μοναχοπαίδι, με όλη την προσοχή των γονέων επάνω του. Ο πατέρας παραιτήθηκε από τη δουλειά του για να αφοσιωθεί στο μεγάλωμά του. Στενή συνεργασία με το σχολείο, πολύ διάβασμα, πειραματισμός, εξωσχολικές δραστηριότητες, καλλιέργεια εμπιστοσύνης και βασικών δεξιοτήτων, είναι τα ‘κλειδιά’ της πορείας προς την αυτονομία και – ιδανικά – στην κοινωνική ενσωμάτωση.
«Όταν μάθαμε για τον αυτισμό του Αλέξανδρου, παραιτήθηκα από τη δουλειά μου. Ήμουν ελεύθερος επαγγελματίας, έκλεισα την επιχείρησή μου. Συμφωνήσαμε να εργάζεται η γυναίκα μου, που είχε δουλειά με ασφάλεια, ένσημα, ώστε ο ένας από τους δυο μας να είναι αποκλειστικά με το παιδί – το ξέρω, ότι αυτή είναι η εξαίρεση, δεν είναι εύκολο κάτι τέτοιο για άλλες οικογένειες…», αρχίζει να λέει ο κ. Κώστας Ελχατίμπ, από την Αίγυπτο, που ζει στο δήμο Αχαρνών με τη σύζυγό του, κ. Ελένη Ιωαννίδου και τον γιο τους, που μεθαύριο γίνεται 14.«Φέτος θα είναι η τελευταία χρονιά του παιδιού στο δημοτικό – μέχρι τα 15 πρέπει όλα να έχουν αποφοιτήσει. Κάθε χρόνο, είναι θέμα διευθυντή αν θα προαχθεί για την επόμενη τάξη, οπότε μερικές φορές μένουν στην ίδια. Ο Αλέξανδρος έμεινε στην Τετάρτη μία φορά, στην Έκτη θα μείνει πάλι – δεν μας πειράζει όμως. Ξέρουμε ότι η φετινή, θα είναι αναγκαστικά η τελευταία χρονιά. Μετά, θα πρέπει να δούμε τί θα κάνουμε. Δεν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο – τουλάχιστον στο δήμο Αχαρνών, που μένουμε, δεν ξέρουμε».
Ο Αλέξανδρος φοιτά στο 1ο Ειδικό Σχολείο Αχαρνών. Σύμφωνα με τον πατέρα του, «πρόκειται για ένα από τα καλύτερα δημόσια σχολεία, που υπάρχουν – ίσως και σε ολόκληρη την Ελλάδα! Καινούριο κτίριο με άριστες υποδομές. Καλή θέρμανση και εξαερισμός, ψηλά τα παράθυρα ώστε να είναι ασφαλή τα παιδιά, τουαλέτα ακριβώς έξω από την αίθουσα. Ο διευθυντής αλλά και το προσωπικό, αγαπούν τα παιδιά – κάνουν δραστηριότητες, με συμμετοχή όλων, θεατρικές παραστάσεις, πάρτι. Προηγείται πολύς κόπος για όλα αυτά… Παρά τις υποδομές, ωστόσο, ο χωματόδρομος έξω από το σχολείο δυσκολεύει πολύ την πρόσβαση σ’αυτό».
Σε ό,τι αφορά την καθημερινότητα στο σχολείο, οι γονείς του αναφέρουν: «Σε κάθε αίθουσα, βρίσκονται τρία με πέντε παιδιά — μερικές φορές μπορεί να φτάσουν τα επτά. Ένας δάσκαλος. Το έργο του, δύσκολο επειδή, τα παιδιά αυτά έχουν μεν την ίδια πάθηση, όχι όμως την ίδια συμπεριφορά. Είναι όλα διαφορετικά. Άρα, ούτε ο τρόπος αντιμετώπισής τους μπορεί να είναι ίδιος. Για παράδειγμα, φέτος στην τάξη του Αλέξανδρου, τα υπόλοιπα παιδιά ήταν άλαλα. Κάποιο δυσανασχετούσε, θεωρώντας την αίθουσα ‘φυλακή’ κι ήθελε να φύγει. Άλλο παιδί, μπορεί να έχει ένα βιβλίο μπροστά του, να κοιτάζει ήσυχο χωρίς να καταλαβαίνει. Ένα άλλο, θέλει συνέχεια τη μαμά του. Ήταν κι ένα κοριτσάκι, που ήθελε να μασουλάει τα πάντα – πώς να μοιράσει ο δάσκαλος χαρτιά και μαρκαδόρους για να ζωγραφίσουν; Άλλη περίπτωση παιδιού, θα έπαιρνε το χαρτί να το σκίσει… Όταν το κάθε παιδί είναι ‘αλλού’, πώς να τα μαζέψει και να τους μάθει ο,τιδήποτε; Χρειάζεται να έχει μεγάλη εσωτερική δύναμη αυτός ο άνθρωπος για να διαχειριστεί την κατάσταση, να βάλει τα παιδιά σε τάξη. Κι ας υπάρχει βοηθητικό προσωπικό – μήπως κάποιο παιδί λερωθεί ή θελήσει να πάει τουαλέτα, για παράδειγμα».‘Τυπική’ μέρα στο σχολείο, δεν υπάρχει, με την έννοια ότι ο δάσκαλος ορίζει το πλαίσιο, που θα κινηθεί, σύμφωνα με τα δεδομένα των παιδιών, που αναλαμβάνει κάθε φορά, καθώς έχουν όλα διαφορετικές δυνατότητες. Για το λόγο αυτό, αν και βγαίνει ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει ζωγραφική, γυμναστική ή χειροτεχνίες μεταξύ άλλων, δεν μπορεί να είναι σταθερό. Παράλληλα, υπάρχει η συνδρομή και άλλων ειδικοτήτων, όπως γυμναστές, λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές.
«Συνοψίζοντας, στόχος του σχολείου είναι μέχρι το τέλος της χρονιάς, το κάθε παιδί να έχει μάθει περισσότερα πράγματα από εκείνα, που ήξερε πέρσι. Αυτή είναι η προϋπόθεση για να περάσει στην επόμενη τάξη, όχι αν έμαθε το αλφάβητο. ‘Ανέβηκε’ λίγο η αντίληψή του; Έγινε λίγο πιο αυτόνομο; Αυτά ενδιαφέρουν – η αύξηση των δυνατοτήτων του κάθε παιδιού στο έπακρο», διευκρινίζει ο κ.Κώστας, δίνοντας το εξής παράδειγμα: «Στην προσπάθειά τους να καλλιεργήσουν την αυτονομία των παιδιών, θα τα πάνε στην κουζίνα για να τους μάθουν πως φτιάχνεται το τοστ. Αν διαπιστώσουν, όμως, ότι το παιδί συμπεριφέρεται με επικίνδυνο τρόπο, σταματούν εκεί. Δεν έχει νόημα να επιμείνουν. Στην πραγματικότητα, όλα όσα γίνονται στο σχολείο, έχουν να κάνουν με προετοιμασία για την καθημερινότητα. Γιατί, μετά από εμάς, τί θα κάνουν αυτά τα παιδιά; Επιπλέον, βασική δουλειά του σχολείου είναι η φύλαξη από τις 8.15’ μέχρι τη 1.15’, ώστε να ελευθερωθούν οι γονείς, να μπορούν να δουλέψουν. Τα φυλάνε πολύ καλά – σ’αυτό είναι ‘άρχοντες’», καταλήγει ο ίδιος.
Ωστόσο, η απουσία μόνιμων δασκάλων δυσχεραίνει την ομαλή συνέχεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας στο ειδικό σχολείο, γεγονός που απασχολεί έντονα τις οικογένειες των παιδιών με αυτισμό. Σύμφωνα με τους γονείς του Αλέξανδρου, «επειδή αλλάζουν κάθε χρόνο οι εκπαιδευτικοί, χρειάζεται να περάσει σχεδόν η μισή χρονιά, μέχρι να μάθει ο καινούριος δάσκαλος τα παιδιά, τις δυνατότητές τους. Κι είναι πολύ ενοχλητικό για τους γονείς να επαναλαμβάνουν κάθε φορά την ιστορία της ζωής τους, να λένε τα ίδια και τα ίδια… Αν και υπάρχει ο φάκελος με το ιστορικό του παιδιού στο σχολείο, είναι απαραίτητο να γίνει η συνάντηση στην αρχή της χρονιάς. Μας ρωτάει ο δάσκαλος πως είναι το παιδί, ποια είναι τα ενδιαφέροντά του αλλά και ποιοι είναι οι δικοί μας στόχοι, τί περιμένουμε εμείς από το παιδί μας»..
Πηγή: Protothema.gr