Πώς επηρεάζει τους διαβητικούς η ζυγαριά – Υγεία

Πώς επηρεάζει τους διαβητικούς η ζυγαριά – Υγεία

Πώς επηρεάζει τους διαβητικούς η ζυγαριά   Υγεία Το να είναι κάποιος που έχει διαβήτη τύπου 2 πιο παχύς μπορεί να τον προστατεύει από πρόωρο θάνατο, υποστηρίζει μια νέα έρευνα.

Οι διαβητικοί που έχουν παραπανίσια κιλά έχουν 13% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν πρόωρα, σε σχέση με κάποιον που έχει φυσιολογικό σωματικό βάρος ή με κάποιον που πάσχει από παχυσαρκία.

Τα ευρήματα αυτά ακολουθούν προηγούμενες έρευνες, οι οποίες κατέληξαν σε αντικρουόμενα συμπεράσματα ως προς το πώς το βάρος επηρεάζει αυτούς που έχουν διαβήτη.

Στο πλαίσιο της νέας έρευνας, που επικαλείται η βρετανική εφημερίδα Daily Mail, οι επιστήμονες παρακολούθησαν 10.5698 ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 για περίπου 11 χρόνια.

Οι ασθενείς κατηγοριοποιήθηκαν ανάλογα με το δείκτη μάζας σώματός τους και ως υπέρβαροι ορίστηκαν όσοι είχαν δείκτη μάζας σώματος από 25 έως 29,9.

Ενώ οι υπέρβαροι και οι παχύσαρκοι ασθενείς διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών επεισοδίων και εγκεφαλικών, ήταν πιο πιθανό να ζήσουν περισσότερο από τους διαβητικούς με φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Μάλιστα, σύμφωνα με την έρευνα, οι λιποβαρείς διαβητικοί διέτρεχαν το μεγαλύτερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου, με σχεδόν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν σε σχέση με αυτούς με φυσιολογικό βάρος.

Όπως αναφέρει το ίδιο δημοσίευμα, οι υπέρβαροι εμφάνιζαν τα καλύτερα ποσοστά επιβίωσης, με 13% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν σε σχέση με αυτούς που είχαν φυσιολογικό βάρος ή ήταν παχύσαρκοι.

Σύμφωνα με τους ερευνητές του πανεπιστημίου του Hull, μία εξήγηση θα μπορούσε να είναι ότι οι υπέρβαροι προστατεύονται από την αδυναμία και την οστεοπόρωση, που μπορεί να τους σκοτώσει. Από την άλλη, ο διαβήτης στους αδύνατους ανθρώπους μπορεί να πάρει μια ιδιαίτερα θανατηφόρα μορφή, επισημαίνουν οι ερευνητές. Είναι πιθανό να έχουν πιο επιθετική μορφή διαβήτη τύπου 2 συγκριτικά με εκείνους που είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι εξήγησε ο Dr Pierluigi Costanzo.

Τα συμπεράσματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Annals of Internal Medicine.

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: