Παρά τα προσκόμματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες που επέτεινε η πανδημία, οι πωλήσεις όπλων συνέχισαν να αυξάνονται σε παγκόσμια κλίμακα, διαπιστώνει έκθεση αναφοράς που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.
Οι εκατό μεγαλύτερες εταιρείες όπλων πούλησαν βαριά όπλα και υπηρεσίες αξίας 592 δισεκατομμυρίων δολαρίων (562 δισ. ευρώ) το 2021, σύμφωνα με την έκθεση αυτή, του Διεθνούς Ινστιτούτου Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI).
Η αύξηση μετά την αναπροσαρμογή του ποσού για να ληφθούν υπόψη οι νομισματικές διακυμάνσεις ήταν 1,9% πέρυσι έναντι του 2020. Η μεγέθυνση επιταχύνθηκε σε ετήσια βάση, πάντως ήταν κατώτερη από αυτή που καταγραφόταν κατά μέσον όρο τα τέσσερα χρόνια προτού εκδηλωθεί η πανδημία του νέου κορωνοϊού, σύμφωνα με το κείμενο.
The arms sales of the SIPRI Top 100 arms-producing and military services companies totalled $592 billion in 2021—an increase of 1.9 per cent in real terms compared with 2020. #ArmsIndustry
New SIPRI data on the Top 100 arms companies out now ️ https://t.co/G4f4y7GJmy pic.twitter.com/ZfgyxAKzc7
— SIPRI (@SIPRIorg) December 5, 2022
Μακράν τις μεγαλύτερες ποσότητες στρατιωτικών εξοπλισμών διέθεσαν εταιρείες των ΗΠΑ, κατά τα δεδομένα του SIPRI. Στις 40 αμερικανικές εταιρείες που φιγουράρουν στον κατάλογο, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αποτελούν την πρώτη πεντάδα της κατάταξης, αναλογούσε το 51% του συνόλου των πωλήσεων των κορυφαίων 100 εταιρειών.
Ακολουθούν στη δεύτερη θέση εταιρείες της Κίνας, που αύξησαν θεαματικά το ποσοστό τους (18%), ενώ τις ακολουθούν, σε απόσταση, αυτές της Βρετανίας (6,8%), της Γαλλίας (4,9%) και της Γερμανίας (1,6%).
Έπειτα από μικροσκοπική αύξηση (+0,4%), στις εταιρείες της Ρωσίας αναλογούσε το 3% των πωλήσεων τη χρονιά πριν από την εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία. Αν και δημοσιεύσεις υποδεικνύουν πως η παραγωγή τους έχει επιταχυνθεί εξαιτίας της σύρραξης, δυσκολεύονται λόγω των κυρώσεων να προμηθευτούν ημιαγωγούς και άλλες πρώτες ύλες, τονίζει το SIPRI.
.