Θεσσαλονίκη: Οι θέσεις του Εμπορικού Συλλόγου για ώθηση στην αγορά

“Στον κλάδο του εμπορίου, η αγωνία, το αδιέξοδο και η οργή του εμπορικού κόσμου για το διαφαινόμενο αφανισμό της ελληνικής επιχειρηματικότητας, είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν, πλέον, την καθημερινότητα της Αγοράς.”

“Η πολιτεία, δυστυχώς, παραγνωρίζει το γεγονός ότι η ελληνική επιχειρηματικότητα βασίστηκε σε εταιρίες μικρού μεγέθους, οι οποίες κάλυπταν ένα αξιοσημείωτο εύρος δραστηριοτήτων και διέθεταν ανέκαθεν τη μερίδα του λέοντος στην απασχόληση. Το εμπόριο αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους «εργοδότες» της ελληνικής οικονομίας. Στην παρούσα συγκυρία, το κλείσιμο ενός τόσο μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων έχει ανυπολόγιστες επιπτώσεις, με απώλεια θέσεων εργασίας, απώλεια φόρων, δημοτικών τελών, ασφαλιστικών εισφορών, φόρου εισοδήματος από ενοίκια, επιδόματα ανεργίας που πρέπει να καταβάλλονται  και, κυρίως, τεράστιες επιπτώσεις στην κοινωνία και στη ζωή των ανθρώπων.”

 Τα παραπάνω, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στο Υπόμνημα που κατέθεσε ο Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης κ.Παντελής Φιλιππίδης, στη σύσκεψη των παραγωγικών φορέων της πόλης με τον Πρωθυπουργό κ.Αλέξη Τσίπρα.

Στο Υπόμνημα περιλαμβάνονται οι θέσεις και προτάσεις του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης που τίθενται ως απαραίτητη προυπόθεση, προκειμένου να πάρει μια ώθηση η Αγορά και κατ’επέκταση η ελληνική οικονομία.

Τέλος, όπως επισημαίνεται στο Υπόμνημα, «η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να δείξει πολιτική βούληση, ικανότητα, αποτελεσματικότητα, ταχύτητα και διαφάνεια. Πρέπει να πάψει να λειτουργεί ένα κράτος που τιμωρεί την ελληνική επιχειρηματικότητα, αλλά και κάθε ΄Ελληνα, με υπερτροφικούς φόρους, πρόστιμα, κυρώσεις, κατασχέσεις. ΄Ενα κράτος με δυσκίνητους μηχανισμούς, με δαιδαλώδεις διαδικασίες, με πολυνομία και γραφειοκρατία που διατηρούν ένα εχθρικό, μη ανταγωνιστικό περιβάλλον για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα.»

 Ακολουθεί αναλυτικά το υπόμνημα

ΥΠΟΜΝΗΜΑ

ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Το ελληνικό εμπόριο έχει εισέλθει, εδώ και τουλάχιστον μια οκταετία, με επιδείνωση τα τελευταία χρόνια, σε μια βαθειά ύφεση με αυξανόμενα λουκέτα, πτωχεύσεις και δραματικές μειώσεις στον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων. Τα  προβλήματα πολλά και δυστυχώς, απ’ότι διαφαίνεται, μέχρις στιγμής, αξεπέραστα.

Η εμπορική δραστηριότητα είναι εγγεγραμμένη στην οικονομική κουλτούρα των Ελλήνων και αποτελεί μια βασική επιλογή απασχόλησης για πολλούς Έλληνες.

Το ελληνικό εμπόριο παρά τις τεράστιες πιέσεις που δέχεται την έλλειψη ρευστότητας, την επιβολή των capital controls, τη φοροεισπρακτική επιδρομή, τη δραματική μείωση της κατανάλωσης, τις αυξήσεις των τιμών των πρώτων υλών και τις επιθέσεις που δέχεται από παρεμπόριο και μεγάλες αλυσίδες εξακολουθεί να διατηρεί μια προνομιακή θέση στην ελληνική οικονομία. Είναι ένας από τους σημαντικότερους εργοδότες στην Ελλάδα και ένας από τους βασικούς υποδοχείς απασχόλησης για ιδιαίτερα βεβαρημένες κοινωνικές κατηγορίες όπως οι νέοι και οι γυναίκες.

Η πολιτεία, δυστυχώς, παραγνωρίζει το γεγονός ότι η ελληνική επιχειρηματικότητα βασίστηκε σε εταιρίες μικρού μεγέθους, οι οποίες κάλυπταν ένα αξιοσημείωτο εύρος δραστηριοτήτων και διέθεταν ανέκαθεν τη μερίδα του λέοντος στην απασχόληση. Το εμπόριο αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους «εργοδότες» της ελληνικής οικονομίας. Στην παρούσα συγκυρία, το κλείσιμο ενός τόσο μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων έχει ανυπολόγιστες επιπτώσεις, με απώλεια θέσεων εργασίας, απώλεια φόρων, δημοτικών τελών, ασφαλιστικών εισφορών, φόρου εισοδήματος από ενοίκια, επιδόματα ανεργίας που πρέπει να καταβάλλονται  και, κυρίως, τεράστιες επιπτώσεις στην κοινωνία και στη ζωή των ανθρώπων.

Ως εκ τούτου, σε αυτό το πλαίσιο, η Πολιτεία υποχρεούται να χαράξει ένα αποτελεσματικό σχέδιο εξόδου από την κρίση το οποίο θα λαμβάνει υπόψιν τον παράγοντα Μμε εμπορική επιχείρηση.

Στον κλάδο του εμπορίου, η αγωνία, το αδιέξοδο και η οργή του εμπορικού κόσμου για το διαφαινόμενο αφανισμό της ελληνικής επιχειρηματικότητας, είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν, πλέον, την καθημερινότητα της Αγοράς.

Η ανάγκη ενίσχυσης και τόνωσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, κρίνεται αναγκαία όσο ποτέ.

Η στοχοποίηση των ΜμΕ επιχειρήσεων ως υπαίτιες για την καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας μόνο ως μία τέτοια παρωχημένη αντίληψη μπορεί να εκληφθεί.

Αντίθετα, η λειτουργία της πραγματικής οικονομίας απέδειξε πως οι Μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αν και επλήγησαν πρώτες από τις συνέπειες της ύφεσης, προσπάθησαν να συγκρατήσουν, αν όχι να μειώσουν τις τιμές, με την απορρόφηση των διαδοχικών αυξήσεων του ΦΠΑ και τις συνεχείς προσφορές σε ένα καταναλωτικό κοινό που βλέπει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημά του να συρρικνώνεται καθημερινά. Και αυτό γιατί οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες αντιλαμβάνονται άμεσα  ως καταναλωτές τι ακριβώς συμβαίνει στην αγορά και πόσο ασφυκτική  μπορεί να γίνει η έλλειψη ρευστότητας. Ο πόλεμος στις Μικρομεσαίες επιχειρήσεις με το πρόσχημα ότι όχι μόνο δεν είναι ανταγωνιστικές αλλά επιζήμιες και γι’ αυτό θα πρέπει να παραχωρήσουν τη θέση τους στις μεγάλες, όχι μόνο οδηγεί σε κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων (προς όφελος λίγων κολοσσών) και εκτινάσσει περαιτέρω την ανεργία, αλλά προκαλεί αυτό που οι θιασώτες του ελεύθερου ανταγωνισμού διακηρύττουν ότι προσπαθούν να αποφύγουν: την ολιγοπωλιακή-μονοπωλιακή διάρθρωση της αγοράς.

Tα θέματα που τίθενται ως απαραίτητη προυπόθεση, προκειμένου να πάρει μια ώθηση η Αγορά και κατ’επέκταση η ελληνική οικονομία είναι:

typosthes.gr-Oikonomia

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: