του Αλέξανδρου Γιατζίδη, M.D.
Μια υψηλή ή αυξανόμενη τιμή της CRP στο αίμα σημαίνει ότι… έχετε οξεία λοίμωξη ή φλεγμονή. Αν τα επίπεδα της CRP στο αίμα μειωθούν, αυτό σημαίνει ότι αναρρώνετε και ότι η φλεγμονή μειώνεται.
Άτομα με αυξημένα επίπεδα CRP αντιμετωπίζουν τριπλάσιο κίνδυνο καρδιακής προσβολής σε σχέση με εκείνους που έχουν χαμηλά επίπεδα.
Ονομάζεται έτσι επειδή διαπιστώθηκε το 1930 από τους Tillet και Francis ότι στο αίμα ασθενούς με οξεία πνευμονία σχηματιζόταν ίζημα παρουσία του πολυσακχαρίτη C της μεμβράνης του πνευμονόκοκκου και των ιόντων ασβεστίου.
Η CRP συντίθεται στο ήπαρ κατά την εξέλιξη οξέων επεισοδίων, όπως λοιμώξεις, κακοήθειες, αρθρίτιδα και άλλες φλεγμονώδεις καταστάσεις και τα επίπεδά της αντανακλούν τον βαθμό της ιστικής βλάβης ή το μέγεθος της φλεγμονώδους κατάστασης. Η CRP απελευθερώνεται συνήθως μέσα σε 6 ώρες από το ερέθισμα, το οποίο αν σταματήσει να επιδρά τότε οι τιμές της επανέρχονται στα φυσιολογικά επίπεδα εντός περίπου 4 ημερών.
Ο προσδιορισμός της CRP χρησιμεύει στη διάγνωση μολυσματικών και φλεγμονωδών καταστάσεων. Οι γρήγορες χαρακτηριστικές αυξήσεις της CRP συμβαίνουν μετά από φλεγμονή, μόλυνση, τραύμα, νέκρωση ιστού, κακοήθειες και αυτοάνοσες διαταραχές.
Λόγω της ευαισθησίας της, η CRP έχει καθιερωθεί σαν ένας δείκτης ύπαρξης φλεγμονώδους κατάστασης στους ιστούς του σώματος.
Λόγω του μεγάλου αριθμού των συνθηκών που μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα της CRP η αύξηση της CRP δεν υποδεικνύει μια συγκεκριμένη ασθένεια. Π.χ. αυξάνει στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, στη ρευματική πολυμυαλγία ή στη γιγαντοκυτταρική αρτηρίτιδα.
Ο κατάλογος των κατηγοριών νοσημάτων, που προκαλούν αυξημένη CRP είναι μακρύς.
Ενδεικτικά αναφέρουμε:
1. Αποστήματα οδόντων και φλεγμονές στόματος
2. Συστηματικές λοιμώξεις
3. Εστιακές φλεγμονές
4. Ρευματολογικά νοσήματα
5. Φλεγμονώδη νοσήματα εντέρου
6. Καρκινώματα
7. Αυτοάνοσα νοσήματα
8. Νοσήματα αίματος
9. Κοκκιωματώδεις νόσοι
10. Τραύματα
Ορισμένα άτομα έχουν φυσιολογικώς αυξημένα επίπεδα CRP.
Παρόλο που η εξέταση CRP δεν είναι ειδική αρκετά ώστε να διαγνώσει κάποια συγκεκριμένη ασθένεια, εξυπηρετεί σαν ένας γενικός δείκτης για λοίμωξη και φλεγμονή, έτσι ώστε να θέτει σε επαγρύπνηση τους ιατρούς για περεταίρω εξετάσεις και θεραπεία οι οποίες μπορεί να είναι απαραίτητες.
Τα επίπεδα της CRP μπορούν να αυξηθούν στα τελευταία στάδια της εγκυμοσύνης καθώς και με την χρήση χαπιών ελέγχου της κύησης ή με την θεραπεία ορμονικής αποκατάστασης (πχ. Οιστρογόνα). Υψηλότερα επίπεδα της CRP έχουν επίσης παρατηρηθεί και σε παχύσαρκους.
Υψηλότερες τιμές CRP σχετίζονται με αυξημένο δείκτη σωματικής μάζας, με την ινσουλινοαντοχή και με το μεταβολικό σύνδρομο. Η τιμή της CRP είναι προγνωστική, ως ανεξάρτητος παράγοντας, για την ανάπτυξη σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, ενώ μειώνεται με την βελτίωση της ινσουλινοαντοχής, την απώλεια βάρους και την σωματική άσκηση.
Μεγάλη η σημασία που διαδραματίζει η CRP και στα καρδιαγγειακά νοσήματα, αναδεικνύοντας τον ρόλο της στις διεργασίες αθηροσκλήρωσης και αθηροθρομβογένεσης, με αποτέλεσμα την αύξηση των πιθανοτήτων ανάπτυξης καταστροφικών καρδιαγγειακών επεισοδίων.
Σχεδόν 50% των καρδιακών προσβολών και των εγκεφαλικών επεισοδίων, συμβαίνουν σε άτομα που είναι φαινομενικά υγιή και έχουν κανονικά ή ακόμη και χαμηλά επίπεδα χοληστερίνης.
Άτομα με αυξημένα επίπεδα CRP αντιμετωπίζουν τριπλάσιο κίνδυνο καρδιακής προσβολής σε σχέση με εκείνους που έχουν χαμηλά επίπεδα.
• Επίπεδα χαμηλότερα από 1 mg/dl ο κίνδυνος για μελλοντικό καρδιαγγειακό επεισόδιο είναι χαμηλός.
• Επίπεδα μεγαλύτερα από 3 mg/dl ο κίνδυνος είναι ψηλός.
Ως εκ τούτου, οι ειδικοί θεωρούν ότι η μέτρηση της «υψηλής ευαισθησίας» CRP (hs-CRP) μπορεί να χρησιμοποιηθεί πλέον ως ένας πρώιμος διαγνωστικός δείκτης κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου, παράλληλα με τον έλεγχο και των άλλων παραγόντων κινδύνου (σακχάρου, χοληστερίνης, ομοκυστεΐνης, κάπνισμα, υψηλή πίεση κλπ.)
Η πιο σημαντική όμως χρήση της CRP είναι η ανίχνευση του ψηλού κινδύνου σε άτομα που δεν έχουν άλλο παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακό πρόβλημα.
Tags: πρόληψη καρδιακής προσβολής