Σε μεγάλο μέρος του ανεπτυγμένου κόσμου, η τάση της γήρανσης του πληθυσμού και της μείωσης της παραγωγικότητας συμβαδίζουν με την τεχνολογική καινοτομία και την μετακίνηση του εργατικού δυναμικού που αυτή φέρνει.
Η επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας και η συνεχιζόμενη εξέλιξή της ενισχύουν αυτή τη δυναμική. Την ίδια στιγμή, ο κόσμος προσπαθεί να αντιμετωπίσει την μειωμένη ζήτηση από πλευράς Κίνας, μετά από δεκαετίες ανάπτυξης σε επίπεδα ρεκόρ, η Κίνα επίσης αργά αλλά σταθερά ανεβάζει την οικονομία της στην αλυσίδα αξίας, παράγοντας και συναρμολογώντας πολλά από τα προϊόντα που κάποτε εισήγαγε, με πρόθεση να αυξήσει τις εσωτερικές πωλήσεις. Ο συνδυασμός όλων αυτών των δυνάμεων θα έχει δραματικό και διαρκή αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία και, τελικά, θα επηρεάσει το διεθνές σύστημα για τις επόμενες δεκαετίες.
Τέτοιες κυρίαρχες τάσεις τείνουν να σιγοβράζουν για δεκαετίες και, στη συνέχεια, βγαίνουν παταγωδώς στην επιφάνεια όταν τις προλαβαίνουν οι πολιτικές εξελίξεις.
Όσο περισσότερο επιμένουν οι οικονομικοί μπελάδες, τόσο ισχυρότερες είναι οι πολιτικές εκδήλωσεις.
Κι εκείνος ο δυνατός κρότος στην πόρτα δεν είναι παρά ο εθνικισμός που συστήνεται στους ισχυρούς, κυρίως στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες εξακολουθούν να είναι η μόνη υπερδύναμη.
Οι ΗΠΑ είναι πλέον μια κουρασμένη υπερδύναμη – Κι ο Τράμπ κοιτάζει στο εσωτερικό
Μόνο, που η παγκόσμια υπερδύναμη δεν αισθάνεται και τόσο σούπερ. Στην πραγματικότητα, είναι κουρασμένη. Ξεσηκώθηκε το 2001 από μια καταστροφική επίθεση στο έδαφός της, η ίδια εκτέθηκε σε υπερβολικό βαθμό σε πολέμους στον ισλαμικό κόσμο, και τώρα θέλει να αναδιπλωθεί για να φτιάξει τα πράγματα «στο σπίτι». Πράγματι, ο κύριος άξονας της εκστρατείας του νεοεκλεγέντα προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ήταν η περιχαράκωση, η ιδέα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αποτραβηχτούν από τις υποχρεώσεις τους στο εξωτερικό, θα βάλουν τους άλλους να αναλάβουν περισσότερα από τα βάρη της δικής τους άμυνας και θα αφήσουν τις ΗΠΑ να εστιάσουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας τους.
Ο Μπαράκ Ομπάμα είχε ήδη βάλει στις ράγες αυτή την τάση, φυσικά. Υπό την προεδρία του, οι Ηνωμένες Πολιτείες άσκησαν ακραία αυτοσυγκράτηση στη Μέση Ανατολή, ενώ προσπάθησαν να επικεντρωθούν σε μακροπρόθεσμες προκλήσεις – μια στρατηγική που, κατά καιρούς, δούλεψε σε βάρος του Ομπάμα, όπως αποδεικνύεται από την άνοδο του ισλαμικού κράτους. Η κύρια διαφορά ανάμεσα στο δόγμα Ομπάμα και στο διαφαινόμενο δόγμα του Τραμπ είναι ότι ο Ομπάμα εξακολουθούσε να πιστεύει στην συλλογική ασφάλεια και το εμπόριο, ως μηχανισμούς για τη διατήρηση της παγκόσμιας τάξης. Ο Τραμπ πιστεύει ότι οι θεσμοί που διέπουν τις διεθνείς σχέσεις είναι στην καλύτερη περίπτωση εσφαλμένοι και στη χειρότερη περισταλτικοί προς τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Ανεξαρτήτως προσέγγισης, η περιχαράκωση είναι πιο εύκολη στα λόγια παρά στην πράξη για μια παγκόσμια υπερδύναμη. Όπως είχε πει ο , Γούντροου Ουίλσον «οι Αμερικανοί συμμετέχουμε, είτε μας αρέσει είτε όχι, στη ζωή του κόσμου.» Τα λόγια του Αμερικανικού αυτού ειδώλου του ιδεαλισμού αντηχούν ακόμα και τώρα που ο ρεαλισμός επικρατεί όλο και περισσότερο στον κόσμο.
Η αναθεώρηση των εμπορικών σχέσεων, για παράδειγμα, με τον τρόπο που την οραματίζεται η Ουάσινγκτον μπορεί και να ήταν εφικτή πριν από δύο δεκαετίες. Αλλά δεν είναι πλέον εφικτή στην τρέχουσα και εξελισσόμενη παγκόσμια τάξη, όπου οι τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα της μεταποίησης προχωρούν με εντατικούς ρυθμούς και οι οικονομίες, μικρές και μεγάλες, συμπλέκονται στενά σε παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Αυτό σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρόκειται να είναι σε θέση να κάνουν σαρωτικές και ξαφνικές αλλαγές στη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής. Στην πραγματικότητα, ακόμη και αν η εμπορική συμφωνία αποτελέσει αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης, η Βόρεια Αμερική θα εξακολουθήσει να έχει στενότερες εμπορικές σχέσεις σε μακροπρόθεσμη βάση.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο, θα έχουν περισσότερο χώρο για να επιβάλουν επιλεκτικά εμπόδια στο εμπόριο με την Κίνα, ιδιαίτερα στον τομέα των μετάλλων. Και ο κίνδυνος ενός αναδυόμενου εμπορικού καυγά με το Πεκίνο θα αντηχήσει στα μήκη και τα πλάτη. Η προθυμία της Ουάσιγκτον να αμφισβητήσει την πολιτική της «μίας Κίνας» – κάτι που έκανε για να αποσπάσει εμπορικές παραχωρήσεις από την Κίνα – θα έχει κόστος: το Πεκίνο θα τραβήξει τους δικούς του μοχλούς στους τομείς του εμπορίου και της ασφάλειας, κάτι που αναπόφευκτα θα συμπαρασύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες στο «θέατρο» του Ειρηνικού.
Όμως η χρονική συγκυρία δεν είναι κατάλληλη για μια εμπορική διαμάχη. Ο Τραμπ θα προτιμούσε να επικεντρωθεί σε εσωτερικά ζητήματα και ο Κινέζος Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ θα προτιμούσε να επικεντρωθεί στην εδραίωση της πολιτικής εξουσίας πριν από το 19ο Συνέδριο του Κόμματος. Και έτσι η οικονομική σταθερότητα θα έχει προτεραιότητα έναντι των μεταρρυθμίσεων και της αναδιάρθρωσης. Αυτό σημαίνει ότι το Πεκίνο θα επεκτείνει τις κρατικές επενδύσεις και τις επενδύσεις μέσω δανείων, ακόμα και αν αυτά τα εργαλεία έχουν αρχίσει να θαμπώνουν και αυξάνουν τα επίπεδα του εταιρικού χρέους της Κίνας σε δυσθεώρητα ύψη.
Το εκλογικό ντόμινο στην Ευρώπη και ο κίνδυνος διάλυσης της ευρωζώνης
Οι εκλογές στους πυλώνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – τη Γαλλία και τη Γερμανία – καθώς και πιθανές εκλογές στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης – την Ιταλία – θα επηρεάσουν η μία την άλλη και θα απειλήσουν την ίδια την ύπαρξη της ευρωζώνης.
Όπως έχουμε γράψει εδώ και χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα διαλυθεί τελικά. Το ερώτημα για το 2017 είναι σε ποιο βαθμό αυτές οι εκλογές θα επισπεύσουν τη διάλυσή της. Είτε κερδίσουν οι μετριοπαθείς είτε οι εξτρεμιστές, το 2017, η Ευρώπη θα εξακολουθήσει να παρασύρεται προς μια διάσπαση σε περιφερειακά μπλοκ.
Η Μόσχα καραδοκεί για να εδραιώσει την επιρροή της
Οι ευρωπαϊκές διαιρέσεις θα αποτελέσουν μια χρυσή ευκαιρία για τους Ρώσους. Το 2017, η Ρωσία θα μπορέσει να διασπάσει την ευρωπαϊκή ενότητα όσον αφορά στις κυρώσεις εναντίον της και θα έχει περισσότερο χώρο για να εδραιώσει την επιρροή της σε γειτονικές της χώρες.
Η διοίκηση του Τραμπ μπορεί επίσης να είναι πιο δεκτική σε χαλάρωση των κυρώσεων και σε κάποια συνεργασία στο πεδίο της Συρίας, καθώς θα προσπαθεί να αποκλιμακώσει τη σύγκρουση με τη Μόσχα. Αλλά θα υπάρχουν όρια στη συμφιλίωση. Η Ρωσία θα συνεχίσει να ενισχύει την άμυνά της και να αναζητά επιρροή σε διάφορα «θέατρα», από τον κυβερνοχώρο έως τη Μέση Ανατολή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, από την πλευρά τους, θα συνεχίσουν να προσπαθούν να περιορίσουν την ρωσική επεκτατικότητα.
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, η Ρωσία θα συνεχίσει να παίζει διττό ρόλο, χτίζοντας αλλά και γκρεμίζοντας στη Μέση Ανατολή, για να διαπραγματεύεται με τη Δύση. Όσο μια συριακή ειρηνευτική συμφωνία θα παραμένει άπιαστη, η Ρωσία θα στέκεται στο πλάι της Τεχεράνης, καθώς οι σχέσεις ΗΠΑ-Ιράν θα επιδεινώνονται. Η πυρηνική συμφωνία του Ιράν θα αμφισβητηθεί σε πολλά μέτωπα, καθώς η χώρα μπαίνει σε χρονιά εκλογών και η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ θα έχει μια πολύ πιο σκληρή γραμμή στην προσέγγιση με το Ιράν. Ωστόσο, τα αμοιβαία συμφέροντα θα συντηρήσουν το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης και θα αποθαρρύνουν και τις δύο πλευρές από συγκρούσεις σε περιοχές, όπως τα στενά του Ορμούζ.
«Μάχη» Τουρκίας – Ιράν – Ο ρόλος του ISIS η επανεμφάνιση της Αλ Κάιντα
Στο μεταξύ, ο ανταγωνισμός μεταξύ του Ιράν και της Τουρκίας θα κλιμακωθεί στη βόρεια Συρία και στο βόρειο Ιράκ. Η Τουρκία θα επικεντρωθεί στην θεμελίωση της σφαίρας επιρροής της και στον περιορισμό των κουρδικών αποσχιστικών τάσεων, ενώ το Ιράν θα προσπαθεί να υπερασπιστεί τη δική του σφαίρα επιρροής. Καθώς οι στρατιωτικές επιχειρήσεις θα υποβαθμίζουν το Ισλαμικό Κράτος, το 2017, η επακόλουθη πάλη για το εδαφικό, τους πόρους και την επιρροή θα ενταθεί μεταξύ των τοπικών και των περιφερειακών συμφερόντων. Όμως καθώς το ισλαμικό κράτος θα αποδυναμώνεται στρατιωτικά, το ίδιο θα υιοθετήσει αντάρτικες και τρομοκρατικές τακτικές και θα ενθαρρύνει μεμονωμένες, εφευρετικές επιθέσεις στο εξωτερικό.
Το Ισλαμικό Κράτος δεν είναι η μόνη ομάδα τζιχαντιστών για την οποία πρέπει να ανησυχούμε. Με τα φώτα της δημοσιότητας στραμμένα στο ισλαμικό κράτος, η Αλ Κάιντα έχει αρχίσει την ήσυχη επανασυγκρότησή της, σε μέρη όπως η Βόρεια Αφρική και η Αραβική Χερσόνησος, και η ομάδα είναι πιθανό να είναι πιο δραστήρια το 2017.
Η «αποκατάσταση» της τιμής του πετρελαίου απειλή για την Βενεζουέλα
Οι τιμές του αργού πετρελαίου θα ανακάμψουν ελαφρώς το 2017, εν μέρει χάρη στη συμφωνία που θα επιτευχθεί ανάμεσα στους περισσότερους παραγωγούς πετρελαίου στον κόσμο. (Αξίζει να σημειωθεί ότι, καμία χώρα δεν θα συμμορφωθεί πλήρως με τις απαιτήσεις μείωσης της παραγωγής.) Ο ρυθμός της ανάκαμψης της παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου στη Βόρεια Αμερική θα είναι ο κύριος παράγοντας που θα επηρεάσει την πολιτική της Σαουδικής Αραβίας για την επέκταση και την αύξηση των περικοπών στην παραγωγή, το επόμενο έτος. Και αν και θα χρειαστεί χρόνος ώστε οι παραγωγοί της Βόρειας Αμερικής να ανταποκριθούν στην ανάκαμψη των τιμών και την αύξηση της παραγωγής, η Σαουδική Αραβία γνωρίζει ότι μια σημαντική αύξηση των τιμών του πετρελαίου είναι απίθανη. Αυτό σημαίνει ότι η Σαουδική Αραβία θα παρεμβαίνει ενεργά στις αγορές το 2017 για να κρατήσει την οικονομία σε πορεία εξισορρόπησης της προσφοράς, ειδικά υπό το φως του σχεδίου της να πουλήσει το 5% των μετοχών της Σαουδαραβικής Aramco το 2018.
Οι υψηλότερες τιμές πετρελαίου θα αποτελέσουν μια ευπρόσδεκτη ανακούφιση για τους παραγωγούς του κόσμου, αλλά μπορεί να μην αποδειχτούν αρκετές και να έρθουν πολύ αργά για χώρες με τόσο σοβαρά προβλήματα, όσο η Βενεζουέλα. Η απειλή της χρεοκοπίας ελλοχεύει και σοβαρές περικοπές στις εισαγωγές βασικών αγαθών ώστε να καλυφθούν οι πληρωμές του χρέους θα οδηγήσουν σε κοινωνική αναταραχή και θα φέρουν στην επιφάνεια τα ήδη βαθιά ρήγματα μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος και των ενόπλων δυνάμεων.
Ο πληθωρισμός επιστρέφει απειλητικός – πονοκέφαλος στις κεντρικές τράπεζες
Οι αναπτυγμένες αγορές θα δουν επίσης μια σημαντική στροφή, το 2017, χρονιά κατά την οποία θα επιστρέψει ο πληθωρισμός. Αυτό θα κάνει τις κεντρικές τράπεζες να εγκαταλείψουν τις μη συμβατικές πολιτικές και να εφαρμόσουν μέτρα νομισματικής σύσφιξης. Οι ημέρες των κεντρικών τραπεζών που πλημμύριζαν τις αγορές με μετρητά πλησιάζουν στο τέλος τους. Το βάρος θα πέσει τώρα στους αξιωματούχους που σχεδιάζουν τη δημοσιονομική πολιτική και οι κρατικές δαπάνες θα αντικαταστήσουν την εκτύπωση χρήματος ως η κύρια κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης.
Η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες και ένα ισχυρό αμερικανικό δολάριο θα τραντάξει την παγκόσμια οικονομία στις αρχές του 2017. Οι χώρες που θα επηρεαστούν περισσότερο θα είναι εκείνες στις αναδυόμενες αγορές με υψηλή έκθεση του χρέους τους σε δολάρια. Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει τη Βενεζουέλα, την Τουρκία, τη Νότια Αφρική, τη Νιγηρία, την Αίγυπτο, τη Χιλή, τη Βραζιλία, την Κολομβία και την Ινδονησία. Στο μεταξύ, οι πτωτικές πιέσεις στο γουάν και η σταθερή πτώση στα συναλλαγματικά αποθέματα θα υποχρεώσει την Κίνα να αυξήσει τους ελέγχους στις εκροές κεφαλαίων.
Παρά την ηρεμία που απόλαυσαν οι αγορές πρόσφατα, σταθεροποιημένες από την άφθονη ρευστότητα και από τις υποτονικές απαντήσεις στην πολιτική αναταραχή, θα είναι πολύ πιο ευμετάβλητες το 2017. Με όλη την αναταραχή που προβλέπεται για το 2017, από τις απειλές στη συνοχή της ευρωζώνης έως την κλιμάκωση των εμπορικών διαφορών, οι επενδυτές θα μπορούσαν να αντιδράσουν δραματικά. Οι τιμές των assets ταλαντεύθηκαν αισθητά, αν και για μικρό χρονικό διάστημα, στους δύο πρώτους μήνες του 2016. Το 2017 μπορεί εύκολα να φέρει πολλαπλά τέτοια επεισόδια.
Καχεκτική η ανάπτυξη του παγκοσμίου εμπορίου
Οι Ηνωμένες Πολιτείες απομακρύνονται από τις πρωτοβουλίες παγκοσμίου εμπορίου, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο, ένας σημαντικός υποστηρικτής του ελεύθερου εμπορίου, χάνει την επιρροή του σε μια Ευρώπη που ολοένα και στρέφεται στον προστατευτισμό. Η ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου θα παραμείνει, κατά πάσα πιθανότητα, καχεκτική συνολικά, αλλά χώρες όπως η Κίνα και το Μεξικό, που είναι εξαρτημένες από τις εξαγωγές, θα είναι επίσης πιο πρόθυμες να προστατεύσουν τις σχέσεις τους με τους προμηθευτές και να αναζητήσουν πρόσθετες αγορές. Οι μεγάλες εμπορικές συμφωνίες θα συνεχίσουν να αντικαθίστανται από μικρότερες, λιγότερο φιλόδοξες, συμφωνίες μεταξύ χωρών και συνασπισμών. Εξάλλου, τόσο η Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων όσο και η Δια-Ειρηνική Εμπορική Συμφωνία ήταν απότοκα της κατάρρευσης του Γύρου της Ντόχα του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Η οικονομική απογοήτευση μπορεί να εκδηλωθεί με πολλούς τρόπους, που δεν είναι όλοι δυσοίωνοι. Στην Ιαπωνία, η κυβέρνηση θα είναι σε ισχυρή θέση, το 2017, να προσπαθήσει να εφαρμόσει κρίσιμες μεταρρυθμίσεις και να προσαρμόσει τον πληθυσμό της που γερνάει στις μεταλλασσόμενες παγκόσμιες συνθήκες. Στη Βραζιλία και την Ινδία, οι προσπάθειες να εκθέσουν και να καταπολεμήσουν τη διαφθορά θα διατηρήσουν τη δυναμική τους. Η Ινδία έχει επιπλέον υιοθετήσει το φιλόδοξο σχέδιο να βάλει την οικονομία της στον δρόμο της απονομισματοποίησης. Το μονοπάτι του 2017 θα είναι ανώμαλο, αλλά η Ινδία θα αποτελέσει μια κρίσιμη μελέτη περίπτωσης για άλλες χώρες, ανεπτυγμένες όσο και αναπτυσσόμενες, που δελεάζονται από την βελτίωση της αποτελεσματικότητας και τα οφέλη μιας οικονομίας χωρίς μετρητά και έχουν διαθέσιμη τεχνολογία που τους κάνει να παίρνουν στα σοβαρά μια τέτοια προοπτική.
the toc
seleo.gr-Diethni