Το «ταξίδι» των γυναικών με καρκίνο του μαστού στην Ελλάδα

Μία στις τρεις Ελληνίδες με καρκίνο του μαςτού θα μπορούςε να είχε λάβει πιο έγκαιρα φροντίδα, κυρίως στο στάδιο μέχρι τη διάγνωση με καρκίνο του μαστού, διαπιστώνει μεγάλη πανελλαδική έρευνα  του Τομέα  Οικονομικών της Υγείας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ) σε συνεργασία με τον Πανελλήνιο Σύλλογο Γυναικών με Καρκίνο Μαστού «Άλμα Ζωής».

Εμπόδια στην πρόσβαση για προληπτικές εξετάσεις καθώς και εμπόδια σε ό,τι αφορά την προσέγγιση του γιατρού υψώνονται μπροστά στην γυναίκα που θέλει να φροντίσει την υγεία της και τον εαυτό της. Το ίδιο υψηλά κι απαγορευτικά υψώνονται και τα οικονομικά προσκόμματα στην προσπάθεια της Ελληνίδας καρκινοπαθούς να αντιμετωπίσει με σθένος το πρόβλημα υγείας της. 

Τα προβλήματα στην πρόσβαση των ασθενών στις υπηρεσίες υγείας για τη διαχείριση του καρκίνου μαστού καθώς και η σημαντική ψυχοκοινωνική και οικονομική επιβάρυνση των οικογενειών που έχουν μέλος τους γυναίκα με καρκίνο του μαςτού αναδεικνύονται έντονα σε όλη τη διάρκεια αυτής της δύσβατης διαδρομής. Ο καρκίνος του μαστού είναι ο πιο συχνός καρκίνος στο γυναικείο πληθυσμό και η πρώτη αιτία θανάτου γυναικών από νεοπλασματική νόσο. Μόνο τo 2012, 1,7 εκατ. γυναίκες διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού ενώ στην Ελλάδα την ίδια χρονιά αναφέρθηκαν 4.934 νέες περιπτώσεις καρκίνου του μαστού.

Στα χαρτιά ο προσυμπτωματικός έλεγχος 

Απογοητευτικά είναι τα ευρήματα σε ό,τι αφορμή τον τροπο που οι Ελληνίδες αντιλαμβάνονται την έννοια και την αξία του προςυμπτωματικού προληπτικού ελέγχου. Το 75,8% των γυναικών δήλωσαν ότι γνώριζαν να κάνουν ψηλάφηση μαστού, εντούτοις το 49% δεν είχε κάνει ποτέ αυτοεξέταση μαστού.Μία στις τρειςγυναίκες δεν είχε επισκεφτεί ποτέ γιατρό για ψηλάφηση, και το 35,7% δεν είχε κάνει ποτέ μαστογραφία.

Οι γυναίκες αναφέρουν σε ποσοστό 30,8%εμπόδια στην πρόσβασησε γιατρό, και εμπόδια στην πρόσβαση σε μαστογραφία για πρόληψη σε ποσοστό 26,5%, με κύριους λόγους «πολύ απασχολημένη», «αμέλεια», «κόστος».Το 69,3% εντόπισαν ένα σύμπτωμα (κυρίως ψηλάφησαν όγκο στο στήθος), το οποίο τις έκανε να απευθυνθούν σε γιατρό, ενώ το 30,7% εντόπισε κάποιο πρόβλημα στον προληπτικό έλεγχο. 

Η ζωή μετά τη διάγνωση 

Οι ασθενείς επισκέπτονται κατά μέσο όρο 2,9 γιατρούς (γυναικολόγο ή χειρουργό) μέχρι την επιβεβαίωση της διάγνωσης και 1,8 χειρουργούς για να επιλέξουν τον χειρουργό τους. Από την πρώτη επίσκεψη σε γιατρό μέχρι την παραπομπή για διερεύνηση πιθανότητας καρκίνου μεσολαβούν κατά μέσο όρο 18 ημέρες. Το 21% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνουν ότι θα μπορούσαν να είχαν απευθυνθεί νωρίτερα σε γιατρό. Αποδίδουν την καθυστέρηση σε ψυχολογική άρνηση, άλλες υποχρεώσειςή και φόβο.

Τα κριτήρια επιλογής νοσοκομείου για το χειρουργείοείναι κατά κύριο λόγο ο γιατρός επιλογής τους και η ύπαρξη εξειδικευμένης μονάδας στο νοσοκομείο. Σε όλα τα στάδια της θεραπείας (χειρουργείο, χημειοθεραπείες, ακτινοθεραπείες), οι γυναίκες φαίνεται ότι κατά βάση ακολουθούν τον γιατρό επιλογής τους, αν και άλλοι παράγοντες (όπως το κόστος ή η ποιότητα του εξοπλισμού) συνυπολογίζονται στην επιλογή της μονάδας υγείας που πραγματοποιούν τις θεραπείες.

Στο στάδιο της παρακολούθησης, από τις γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα 5,6% δηλώνουν εμπόδια στην πρόσβαση σε γιατρό, και 3,6% δηλώνουν εμπόδια σε εξετάσεις με κυριότερους λόγους την αδυναμία κάλυψης του κόστους και την έλλειψη χρόνου. 

«Ακριβή μου θεραπεία» 

Τις δαπάνες θεραπείας καλύπτουν κατά κύριο λόγο τα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και οι ίδιες οι ασθενείς με ιδιωτικές πληρωμές. Σε ποσοστό 91,4% χρησιμοποιούν το ασφαλιστικό τους ταμείο, το οποίο καλύπτειμερικώς ή ολικά τη δαπάνη θεραπείας. Ποσοστό 76,6% αναφέρει ότι κάλυψε μέρος της δαπάνης είτε το σύνολο αυτής με ιδιωτικές πληρωμές.

Οι ίδιες (ιδιωτικές) πληρωμές μπορεί  να ξεπεράσουντα 2000 ευρώ ανάλογα με τη θεραπεία.Περίπου 10% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα αναγκάστηκαν είτε να δανειστούν είτε εκποίησαν περιουσιακά στοιχεία. Η επιβάρυνση της οικογένειας είναι μεγάλη: 48% πλήρωσαν είτε για βοήθεια στο σπίτι είτε για φύλαξη των παιδιών, ενώ πριν δεν χρειαζόταν.Από τιςεργαζόμενες30% σταμάτησε να δουλεύει για κάποιο χρονικό διάστημα ή πήρε άδεια άνευ αποδοχώνενώ το 11% παραιτήθηκε από τη δουλειά του. Σε ποσοστό 35% δήλωσαν ότι μέλη της οικογένειάς του χρειάστηκε να εγκαταλείψουν προσωρινά τη δουλειά τους, και 28,5% να μετακομίσουν από τον τόπο κατοικίας για να βοηθήσουν.

ellada

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: